Academic

 

Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΕΝΟΣ (Α)ΟΡΑΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ - Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΑ ΔΙΚΤΥΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ

 

Το κείμενο αυτό κατατέθηκε ως μεταπτυχιακή διατριβή στο Τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, τον Ιούνιο του 1998. Κείμενα όπως αυτό, που πραγματεύονται θέματα σχετικά με την τεχνολογία, τις εξελίξεις αλλά και τη χρήση της, είναι φυσικό να κρίνονται και ως προς την "εγκαιρότητα" των στοιχείων που περιλαμβάνουν. Θα παρακαλούσα όμως τον αναγνώστη να έχει υπόψη του ότι πρόκειται για κείμενο του 1998 και άρα είναι επόμενο κάποια από τα στοιχεία που αναφέρει τώρα να θεωρούνται ξεπερασμένα. Κρίνετε το κείμενο αυτό περισσότερο ως προς την "εγκυρότητα" και όχι την "εγκαιρότητά" του. Ελπίζω να σας φανεί χρήσιμο.

 
 
 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

 

1. Εισαγωγή

 

2. Η τεχνική πλευρά της Επικοινωνίας Μέσω Υπολογιστή

 

2α. Ο έλεγχος χρήσης της τεχνολογίας

 

3. Πρόσωπο με Πρόσωπο Επικοινωνία και Επικοινωνία Μέσω Υπολογιστή: Παρουσίαση και σύγκριση των δύο επικοινωνιακών πλαισίων

 

4. Η περιπέτεια της ατομικής ταυτότητας μέσα στο Δίκτυο

 

5. Η αλληλόδραση μέσα στο Δίκτυο - Οι διαπροσωπικές σχέσεις

 

5α. Η ανωνυμία μέσα στο Δίκτυο

 

5β. Φιλικές και ερωτικές σχέσεις στο Δίκτυο

 

6. Το πέρασμα από το ατομικό στο κοινωνικό - Η "κοινωνική ατομικότητα " του Δικτύου

 

7. Το Δίκτυο ως αίτιο και ως λυση - Ενδείξεις και αντενδείξεις πέρα από τις "Οδηγίες Χρήσεως"

 

8. Επίλογος - Η επικοινωνία ενός (α)όρατου χώρου

 

9. Βιβλιογραφία

 
 

Εισαγωγή

 

Αν θελήσει κανείς να ανιχνεύσει τον θεωρητικό πυρήνα της έννοιας της "επικοινωνίας", σίγουρα θα καταλήξει στο ότι αυτός έχει να κάνει με την καθ' οιονδήποτε τρόπο μεταφορά μιας "πληροφορίας" από ένα σημείο προς κάποιο άλλο. Είναι αλήθεια ότι οι λέξεις "επικοινωνία" και "πληροφορία" βρίσκονται εδώ και αρκετό χρόνο στο επίκεντρο των ανθρωπίνων εξελίξεων και από την άποψη της θεωρίας των επιστημών του ανθρώπου αλλά και από την άποψη της τεχνολογίας και της μεταφοράς δεδομένων. Τα όρια που μπορεί να τοποθετήσει κάποιος μεταξύ των δύο αυτών περιοχών, ημέρα με την ημέρα γίνονται όλο και πιο θολά. Πέρα από την ξεκάθαρη ανάγκη του να αντιμετωπίζονται τα ερωτήματα και τα προβλήματα με διεπιστημονικό τρόπο, πολλοί ισχυρίζονται ότι βρισκόμαστε μπροστά στο σημείο ανάδυσης νέων επιστημονικών θεωρήσεων και ερευνητικών μεθόδων, οι οποίες δεν έχουν πλέον χαρακτήρα διεπιστημονικό αλλά ολιστικό.

Μια τέτοια σκέψη είναι πιθανόν αρκετά προχωρημένη για σήμερα, αλλά ταυτόχρονα ενδεικτική της ανησυχίας που επικρατεί μπροστά στην αναγνώριση της ανάγκης του να βρεθούν νέα επιστημονικά εργαλεία, νέοι τρόποι σκέψης αλλά και νέοι ορισμοί για να αντιμετωπιστούν πρωτοεμφανιζόμενα, πολύπλοκα και σύνθετα κοινωνικά, ψυχολογικά, επικοινωνιολογικά, πολιτικά αλλά και ηθικά προβλήματα. Είναι πράγματι δύσκολο να αναφέρεται κανείς και να προσπαθεί να αναλύσει ζητήματα βιοτεχνολογίας, ηλεκτρονικής δημοκρατίας, δημιουργίας τεχνητής νοημοσύνης, σχέσεων ανθρώπου-μηχανής, ύπαρξης εικονικών κοινοτήτων, δημιουργίας κατασκευών εικονικής πραγματικότητας και επικοινωνίας μέσω δικτύων υπολογιστών, έχοντας στα χέρια του μεθοδολογικά εργαλεία τα οποία παρουσιάζονται ανεπαρκή, μπροστά στο πολυποίκιλο πλέγμα παραγόντων που εμφανίζονται να ενέχονται στη νέα αυτή τάξη επιστημονικών δεδομένων.
Θα ήταν άδικο να προσπαθήσουμε να επικεντρώσουμε τη σκέψη μας στην ανεύρεση του ενός και μοναδικού παράγοντα ο οποίος να χαρακτηρίζει την εποχή μέσα στην οποία ζούμε και κινούμαστε, αν και από πολλούς έχουν γίνει ανάλογες προσπάθειες απόδοσης χαρακτηρισμών. Μερικοί απ' αυτούς τους χαρακτηρισμούς αναφέρονται σε "εποχή της τεχνολογίας", σε "εποχή της ταχύτητας" και στη δημιουργία μιας "κοινωνίας της πληροφορίας". Αν και τέτοιου είδους γενικοί χαρακτηρισμοί σίγουρα στερούνται εγκυρότητας, εν τούτοις περιέχουν τις γενικές κατευθύνσεις των σύγχρονων προβληματισμών.


Η επιστήμη της Επικοινωνίας για ένα πλήθος λόγων, βρίσκεται στο επίκεντρο αυτών των εξελίξεων. Η "μεταφορά της πληροφορίας", που αποτελεί τον πυρήνα της επικοινωνίας όπως αρχικά παρατηρήσαμε, δεν αποτελεί ένα διαδικαστικό στάδιο αλλά σημείο ουσίας, αν δεχθούμε ότι η "πληροφορία", έχει υποκατασταθεί στο κυρίως ανταλλακτικό ζητούμενο της σύγχρονης κοινωνίας. Η Σημειολογία (κυρίως με τα έργα των R. Bart και U. Eco) τοποθέτησε την έννοια του "σημείου" - η οποία στην ουσία της είναι ταυτόσημη με την έννοια της "πληροφορίας", μια και πρόκειται για μια άϋλη πληροφοριακή μονάδα - στο κέντρο του κοινωνικού γίγνεσθαι, ενώ την ίδια θέση υιοθέτησε από την πλευρά της πολιτικής και κοινωνικής θεωρίας, στο έργο του ο J. Baudrilliard. Η μεν Σημειολογία με την κατάδειξη της λειτουργίας των σημαινόντων και των σημαινόμενων, η δε Πολιτική Θεωρία, με την επισήμανση ότι τα Σημεία έχουν υποκατασταθεί πλέον στη θέση των εμπορευμάτων και των προϊόντων της μαρξιστικής θεωρίας, όπως αυτή τοποθετείται στην μεταβιομηχανική εποχή. Η με καθ' οιονδήποτε τρόπο μεταφορά της "πληροφορίας" και η επιτέλεση του επικοινωνιακού φαινομένου, έχει μετατραπεί σε καίριο ερευνητικό ζήτημα του καιρού μας, ιδιαίτερα μάλιστα μετά την έκρηξη των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των νέων τεχνολογιών στην επικοινωνία στο τελευταίο μισό του 20ου αιώνα.
Η κάθε μορφή επικοινωνίας λαμβάνει χώρα μέσα σ' ένα δεδομένο χωροχρονικό πλαίσιο, το οποίο εν πολλοίς διαμορφώνει και τους κρίσιμους επικοινωνιακούς παράγοντες. Η εξέταση του επικοινωνιακού πλαισίου και κατ' επέκταση η εξέταση κάθε ανθρώπινης επικοινωνιακής λειτουργίας μέσα σ' αυτό, είναι το κυρίως ζήτημα που εξετάζεται από την Ψυχολογία της Επικοινωνίας. Ενα μεγάλο τμήμα των αλλαγών που επέφερε η ανάπτυξη της τεχνολογίας των επικοινωνιών, αφορά αυτό ακριβώς το επικοινωνιακό πλαίσιο, το οποίο μέχρι πρότινος, θεωρούνταν πεδίο γνωστό και δεδομένο. Στις μέχρι τώρα διαφοροποιήσεις του γενικού επικοινωνιακού πλαισίου, εκ των πραγμάτων φαίνεται να προστίθεται και μια νέα: η Διαμεσολαβημένη - από Υπολογιστή - Επικοινωνία (Computer Mediated Communication ή CMC, όπως συχνότερα αναφέρεται με τα αρχικά των λέξεων).

Από το πλήθος των σημαντικών αλλαγών που φέρνει μαζί του αυτό το νέο επικοινωνιακό πλαίσιο, δύο μοιάζουν να είναι οι πιο καίριες: το "συνεχές" και ανά πάσα στιγμή προσβάσιμο στη ροή της πληροφορίας και των δεδομένων και η διαφορετική αντίληψη που επιβάλλει σχετικά με τις έννοιες του χώρου και του χρόνου. Η CMC επικοινωνία συγκρίνεται και αντιπαρατίθεται - όπως είναι λογικό - με την Πρόσωπο - με - Πρόσωπο Επικοινωνία (Face to Face Communication ή FTF όπως αντίστοιχα αναφέρεται). Τα δύο αυτά επικοινωνιακά πλαίσια έχουν σημαντικές και κεφαλαιώδεις διαφορές μεταξύ τους όπως μπορεί με μια αρχική εξέταση να παρατηρήσει κανείς. Κι αυτό γιατί ο Υπολογιστής και συγκεκριμένα τα Δίκτυα Υπολογιστών, δεν αποτελούν απλά ένα νέο επικοινωνιακό μέσο, το οποίο εξαντλείται στις λειτουργικές του πρακτικές (όπως για παράδειγμα το τηλέφωνο ή ακόμη και το fax των προηγούμενων ετών) αλλά συνδέεται με ένα ολόκληρο περαιτέρω πλαίσιο το οποίο, θα έλεγε κανείς, ότι έχει κοινωνικές, ιδεολογικές και σίγουρα ψυχολογικές επιπτώσεις στους χρήστες του. Το κατ' αρχή βέβαιο είναι ότι αυτό οφείλεται στον αλληλοδραστικό (interactive) αλλά και πολυπληροφοριακό (δηλαδή μεταφέρει δεδομένα πολλών ειδών, όπως για παράδειγμα κείμενο, εικόνες, ήχο, video, κλπ) χαρακτήρα που έχει η επικοινωνία μέσω υπολογιστών. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται στο χρήστη η αίσθηση της εισόδου του σε ένα νέο σύμπαν, σε μια διαφορετική "πραγματικότητα".
Είναι επόμενο, ότι ένα τόσο διαφορετικό επικοινωνιακό πλαίσιο φέρνει στο προσκήνιο ένα πλήθος ερωτημάτων και θεμάτων προς έρευνα και συζήτηση. Τα πιο σημαντικά απ' αυτά, όπως ήδη έχουν αρχίσει να διαμορφώνονται στη διεθνή βιβλιογραφία, αφορούν το πρόβλημα της ταυτότητας στο Δίκτυο, το πρόβλημα της ανωνυμίας, την ύπαρξη ή όχι εικονικών κοινοτήτων, το πρόβλημα της ταυτότητας του φύλου των χρηστών, την αξιοπιστία και την ασφάλεια των μεταφερομένων δεδομένων και την προστασία τους από επεμβάσεις τρίτων, τη χρήση του Δικτύου σε ζητήματα διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, την απόλυτη ή μη ελευθερία λόγου και πράξης στο χώρο του Δικτύου και τη συνολική επιρροή των νέων επικοινωνιακών τεχνολογιών σε τομείς όπως η εκπαίδευση, η επιστήμη, η πολιτική και οι τέχνες.
Ένα τόσο ευρύ φάσμα ερωτημάτων, είναι λογικό ότι χρειάζεται μια συνολική θεώρηση, έτσι ώστε το κατ' αρχή ζητούμενο να είναι η τοποθέτηση του ερευνητή-αναλυτή μέσα στο σωστό πλαίσιο. Αυτό το συνολικό πλαίσιο θα μας δώσει μια γενική εικόνα του ζητήματος πριν περάσουμε στην εξέταση των επιμέρους προβλημάτων.
Στο κείμενο αυτό θα μας απασχολήσουν κυρίως τα θέματα που έχουν να κάνουν με την διερεύνηση των πεδίων εκείνων που καθ' οιονδήποτε τρόπο συνδέονται με το χώρο της Ψυχολογίας της Επικοινωνίας. Τα πεδία αυτά αφορούν κατά κύριο λόγο το επικοινωνιακό πλαίσιο της διαμεσολαβημένης από υπολογιστή επικοινωνίας καθώς επίσης και τις εφαρμογές της σε περαιτέρω ζητήματα κλινικής ατομικής και κοινωνικής Ψυχολογίας. Η σύνδεση της Ψυχολογίας με την Επικοινωνία Μέσω Υπολογιστών [1], κατά την δεκαετία του '90 έχει πάρει μεγάλη έκταση, ιδιαίτερα στις Η.Π.Α, όπου λειτουργεί ως αυτόνομος τομέας στο γενικότερο πλαίσιο της επιστήμης της Ψυχολογίας, κάτω απο τον τίτλο "Cyberpsychology" (Κυβερνοψυχολογία). Σε πολλά Πανεπιστήμια υπάρχει μάλιστα και ιδιαίτερος τομέας διδασκαλίας του αντικειμένου. Φυσικά δεν πρόκειται για κανενός είδους επανάσταση στο χώρο της Ψυχολογίας αλλά ούτε και για μια ασήμαντη εξέλιξη η οποία δεν αξίζει καμίας σημασίας. Προς στιγμή, είναι κάτι ενδιάμεσο: μια επιπλέον μέθοδος η οποία όμως λόγω της διαφοράς του πλαισίου λειτουργίας της, διαφοροποιείται κατά πολύ από τους μέχρι κλασικούς τομείς της Ψυχολογίας.

Το κείμενο που ακολουθεί όμως, θα είναι προσανατολισμένο προς τις επικοινωνιακές πτυχές των ζητημάτων και όχι προς τις αμιγώς ψυχολογικές, μια και κάτι τέτοιο θα απαιτούσε εξ΄ αρχής διαφορετικού είδους προσέγγιση. Στο πρώτο κεφάλαιο αναλύεται συνοπτικά η ιστορία της εξέλιξης της Επικοινωνίας Μέσω Υπολογιστών και δίνονται κάποια απλά τεχνολογικά δεδομένα, απαραίτητα στην κατανόηση της δομής και της λειτουργίας του επικοινωνιακού πλαισίου που θα μελετηθεί στη συνέχεια. Θα αναλυθούν οι δύο αντιτιθέμενες θεωρητικές απόψεις πάνω στη σημασία των εξελίξεων στην τεχνολογία των επικοινωνιών - αυτής που υποστηρίζει με ενθουσιασμό και αισιοδοξία όλες τις νέες τεχνολογικές χρήσεις και αυτής που αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό την υπέρμετρη διείσδυση της τεχνολογίας στην καθημερινή ανθρώπινη επικοινωνία. Στο δεύτερο κεφάλαιο θα γίνει μια σύγκριση μεταξύ των δύο πλαισίων, αυτού της πρόσωπο με πρόσωπο (λεκτικής και μη λεκτικής) επικοινωνίας και αυτού της επικοινωνίας μέσω υπολογιστών. Θα δοθούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα του καθενός απ' αυτά τα δύο πλαίσια και θα εξετασθούν οι νέοι επικοινωνιακοί όροι που θέτει το δεύτερο. Στη συνέχεια και στο τρίτο κεφάλαιο, θα διερευνηθεί η ύπαρξη ή όχι κάποιων ιδιαίτερων μηχανισμών που έχουν να κάνουν με την συγκρότηση και την απόκτηση ατομικής ταυτότητας μέσα και μέσω του χώρου του Δικτύου. Το πρόβλημα αυτό είναι ένα από τα κυρίαρχα θέματα ανάλυσης και έρευνας σε όλο το χώρο της Ψυχολογίας και της Κοινωνιολογίας του Δικτύου. Στο τέταρτο κεφάλαιο θα παρουσιασθούν και θα αναλυθούν παραδείγματα και κατηγορίες διαπροσωπικών σχέσεων στο πλαίσιο της Επικοινωνίας Μέσω Υπολογιστών. Στο πέμπτο κεφάλαιο θα διερευνηθεί το αν στο χώρο του δικτύου του Internet υπάρχει κάποιου νέου είδους συνδετική παράμετρος μέσω των χρηστών και αν αυτή έχει ιδεολογικές, κοινωνικές ή ψυχολογικές προεκτάσεις και με τι τρόπο είναι δυνατόν αυτό να διαγνωσθεί. Θα μεταφερθεί έτσι η εξέταση από το πεδίο του ατομικού στο πεδίο του κοινωνικού. Θα συζητηθεί το κατά πόσο ισχύουν όλες οι έννοιες, οι διαδικασίες και οι ορισμοί που χρησιμοποιούνται στη Κοινωνιολογία και στη Κοινωνική Ψυχολογία και που αφορούν τα ζητήματα των μηχανισμών κοινωνικοποίησης, καθώς και τις λειτουργίες της ομάδας και της κοινότητας. Στο έκτο κεφάλαιο θα εξετασθεί το ζήτημα της πρόκλησης διαφόρων δυσλειτουργικών επικοινωνιακών αλλά και αμιγώς ψυχολογικών καταστάσεων που έχουν να κάνουν με τη χρήση του Δικτύου και η αντιμετώπιση τους με τρόπους και μεθόδους που προέρχονται πάλι μέσα από το ίδιο το Δίκτυο καθώς επίσης θα παρουσιασθούν ορισμένες εφαρμογές του Δικτύου του Internet και οι τρόποι λειτουργία τους στην κατεύθυνση της παρέμβασης και θεραπείας μέσω on line μεθόδων. Θα ακολουθήσουν τα συμπεράσματα και η συνολική εκτίμηση του φαινομένου, μετά από την παρουσίαση των προηγούμενων κεφαλαίων και θα διατυπωθούν κάποιες βασικές θέσεις και απόψεις σχετικά με το πλαίσιο της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή.
Ένα επικοινωνιακό πλαίσιο το οποίο εξαρτάται σε τόσο μεγάλο βαθμό από την τεχνολογία, για να γίνει κατ' αρχή κατανοητό στη δομή του, είναι απαραίτητο να είναι γνωστά κάποια στοιχεία για τις δυνατότητες λειτουργίας του αλλά και τις αρχικές προθέσεις κατασκευής του.

 

H τεχνική πλευρά της Επικοινωνίας Μέσω Υπολογιστή

 

Οι πιο πολλές από τις σπουδαιότερες ανθρώπινες επινοήσεις και εφευρέσεις, συνήθως αρχικά είχαν κατασκευασθεί για σκοπούς και ανάγκες τελείως διαφορετικές από αυτές που τελικά εξυπηρετούν. Θα μπορούσε κανείς να συμφωνήσει κατ' αρχή με το μαρξιστικό σκεπτικό του ότι η τεχνολογία από μόνη της δεν είναι ούτε "καλή", ούτε "κακή". Η αξιολόγησή της, εξαρτάται από την χρήση που κάνουν σε αυτή οι άνθρωποι. Κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, τα μεγαλύτερα ερευνητικά κέντρα και τα σημαντικότερα εργαστήρια τεχνολογικών εξελίξεων, ήταν στην υπηρεσία στρατιωτικών σκοπών. Η τραγωδία του Β' παγκοσμίου πολέμου, αντί να αποτελέσει έναυσμα για την ειρηνική και ορθολογική χρήση της τεχνολογίας, της έρευνας και της επιστήμης, οδήγησε στο διχαστικό κλίμα του Ψυχρού Πολέμου και την παράνοια της εκατέρωθεν ξέφρενης κούρσας των εξοπλισμών, μεταξύ των δύο μεγάλων παγκόσμιων "στρατοπέδων". Το σκεπτικό των ερευνητών στα στρατιωτικά κέντρα των Η.Π.Α και της Ε.Σ.Σ.Δ ήταν προσανατολισμένο σε ένα πιθανό σενάριο μελλοντικού πυρηνικού πολέμου. Μέσα σε μια τέτοια υποθετική κατάσταση ανάγκης, ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα που θα οδηγούσαν τον ένα από τους δύο αντιπάλους στη τελική νίκη, θα ήταν και η απρόσκοπτη λειτουργία των επικοινωνιών. Βέβαια, πρυτανεύουσας της λογικής, θα μπορούσε να γίνει η απλή σκέψη του ποιος θα επικοινωνεί με ποιόν και τι νόημα θα είχε αυτή η δυνατότητα επικοινωνίας, τη στιγμή που ολόκληρος ο πλανήτης και κάθε μορφή ζωής θα τελούσε υπό εξαφάνιση. Πλην όμως η σκέψη αυτή δεν έγινε, μια και το κλίμα του Ψυχρού Πολέμου, είχε πολύ μακρινή συγγένεια με κάθε είδους ανθρώπινη, απλή λογική. Όσο κι αν φαίνεται σήμερα απίστευτο, η επικοινωνία μέσω υπολογιστών και το γνωστό σε όλους Internet, είναι προϊόν και αποτέλεσμα αυτού του σκεπτικού.

Η ουσιαστική και αρχική λογική λειτουργίας του δικτύου του Internet ανήκει στον Vannevar Bush, ο οποίος και ήταν ο υπεύθυνος συντονιστής του προγράμματος Memex, ενός σχεδίου στο οποίο δούλευαν έξι χιλιάδες επιστήμονες μετά το τέλος του Β' παγκοσμίου πολέμου και στην αρχή της ψυχροπολεμικής περιόδου [2]. Σε περίπτωση πυρηνικού χτυπήματος με στόχο πολλές πόλεις των Η.Π.Α έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος η πληροφορία να φθάνει στον προορισμό της, παρά τις όποιες αποκοπές και τα εμπόδια θα συναντούσε στην πορεία της. Ο τρόπος αυτός ήταν η πληροφορία να "κβαντισθεί", δηλαδή να κοπεί σε μικρότερα "πακέτα" πληροφοριών τα οποία θα αποτελούσαν το σύνολο του αρχικού μηνύματος. Τα πακέτα αυτά θα ταξίδευαν από τον αποστολέα στον παραλήπτη μέσα από μια επιλογή πολλών και εναλλακτικών διαδρομών στη βάση της λογικής του "δυναμικού επαναπροσανατολισμού" ή διαφορετικά, της "δυναμικής αναδρομολόγησης" (dynamic re-routing). Με πιο απλά λόγια, θα κατασκευαζόταν ένα επικοινωνιακό δίκτυο ηλεκτρονικών υπολογιστών το οποίο θα είχε την δυνατότητα να μεταφέρει μηνύματα από το ένα σημείο στο άλλο έστω κι αν στη διαδρομή πολλοί κόμβοι έπαυαν να υπάρχουν, καταστραμμένοι από εχθρική επίθεση.
Τα πακέτα που αποτελούν την πληροφορία, μεταφέρονται από το ένα σημείο στο άλλο με έναν ειδικό τρόπο μεταγωγής (το packet - switching) χωρίς να παίρνουν όλα τον ίδιο δρόμο. Κάθε πακέτο, από τη στιγμή που μπαίνει στο κύκλωμα, υπολογίζει τον πιο σύντομο δρόμο για να φθάσει στον προορισμό του ανάλογα με τις παρεχόμενες ικανότητες μεταγωγής του. H μεταφορά αυτή έπρεπε να γίνεται στη βάση κάποιου συγκεκριμένου πρωτοκόλλου και για το λόγο αυτό χρησιμοποιήθηκε το TCP/IP (Transfer Control Protocol / Internet Protocol)
[3].Ο παραλήπτης διαβάζει το μήνυμά του όταν φθάσουν όλα τα πακέτα, χωρίς να ενδιαφέρεται για την πολυπλοκότητα της διαδρομής που ακολούθησαν. Το γεγονός της αποκέντρωσης και της ίσης λειτουργικής ικανότητας όλων των κόμβων του δικτύου, είναι και το βασικό μοντέλο εξήγησης της διαδικασίας εξέλιξης του Internet σήμερα. Το σκεπτικό αυτό οδήγησε στην κατασκευή του πειραματικού δικτύου ARPANET του ερευνητικού κέντρου ARPA (Advanced Research Projects Agency). Στα μέσα της δεκαετίας του '80, η λογική του δικτύου αυτού απομακρύνθηκε από τον προσανατολισμό της στρατιωτικής του χρήσης και χρησιμοποιήθηκε για να συνενώσει τις περισσότερες από τις επιστημονικές πανεπιστημιακές κοινότητες των Η.Π.Α, με τη κατασκευή του νέου δικτύου NSFNET (National Science Foundation Net), πάνω στο οποίο ενώθηκαν αργότερα όλα τα υπόλοιπα επιμέρους εμπορικά και ιδιωτικά δίκτυα δημιουργώντας το Internet με τη μορφή που το γνωρίζουμε σήμερα [4].

Όλα τα επιμέρους δίκτυα συνδέονται εθελοντικά μεταξύ τους, ώστε να συνεργάζονται με τα γειτονικά τους για να συσχετίσουν, σαν μια αλυσίδα, το αδιάκοπο κύμα των δεδομένων που μεταφέρονται από το ένα δίκτυο στο άλλο. Με τον τρόπο αυτό, το σύνολο προκύπτει πλουσιότερο από την άθροιση των μελών του [5]. Μέσα σ΄ αυτό τον "ωκεανό" πληροφοριών που δημιουργήθηκε, προέκυψε η ανάγκη να δημιουργηθούν διάφορες εφαρμογές πλοήγησης όπως τα συστήματα Gopher (προγράμματα που ψάχνουν αυτόματα πληροφορίες μέσα στο δίκτυο) και βάσεις δεδομένων όπως το γνωστό WWW (World Wide Web - Παγκόσμιος Ιστός), το οποίο αποτελεί μια εφαρμογή υπερκειμένου (hypertext) που επιτρέπει στο χρήστη να μετακινείται από πληροφορία σε πληροφορία χωρίς να ενδιαφέρεται σε ποιόν provider θα τη βρει. Το Internet σήμερα αποτελεί τον βασικό κορμό όλων των δικτύων παγκοσμίως (για το λόγο αυτό λέγεται και "δίκτυο των δικτύων" ή "Διαδίκτυο" όπως άλλωστε είναι και η ακριβής ελληνική μετάφραση του όρου). Στον κορμό αυτό ενώνονται σήμερα πάνω από 21 χιλιάδες επιμέρους δίκτυα και σύμφωνα με υπολογισμούς, κάθε 3 δευτερόλεπτα συνδέεται στο δίκτυο ένας καινούργιος χρήστης, κάθε 4 δευτερόλεπτα εμφανίζεται μια καινούργια σελίδα στο Internet και κάθε 15 μέρες οι κόμβοι του WWW περίπου διπλασιάζονται [6].
Η σύνδεση και η μεταφορά δεδομένων γίνεται σήμερα μέσω των τηλεφωνικών δικτύων καθώς και μέσω των δορυφορικών επικοινωνιακών δικτύων. Για την λειτουργία αυτή απαιτείται η σύνδεση σε κάποιο από τα εν λόγω δίκτυα με τη χρήση συσκευής modem, η οποία ενώνει την τηλεφωνική συσκευή με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Μια άλλη τεχνολογική εξέλιξη που μεταξύ άλλων βοήθησε και στη μεταφορά των δεδομένων του Internet (χωρίς να αποτελεί τόσο αυτόνομη ανακάλυψη όσο τμήμα των γενικών εξελίξεων της τεχνολογίας των επικοινωνιών), ήταν και η δυνατότητα πλήρους ψηφιοποίησης όλων των πληροφοριακών δεδομένων, είτε αυτά αποτελούσαν εικόνα, είτε αποτελούσαν ήχο. Η μετατροπή των δεδομένων σε bits επέτρεψε την αύξηση της ποιότητας της μεταφοράς των δεδομένων και ουσιαστικά εισχώρησε σε όλους τους γνωστούς τομείς της καθημερινής ζωής, από τη δημιουργία των CDs και των CD ROMs, την ψηφιακή μεταφορά του τηλεφωνικού σήματος και τα ψηφιακά video games, μέχρι την ψηφιακή μετάδοση του τηλεοπτικού σήματος
[7]. Αξίζει στο σημείο αυτό να τονίσουμε το γεγονός ότι η επικοινωνία μέσω υπολογιστή, δεν λαμβάνει χώρα μόνο με την ανταλλαγή κειμένων μεταξύ των επικοινωνούντων ή με την ανταλλαγή λεκτικών μηνυμάτων μέσω μικροφώνων και ηχείων όπως μέχρι πριν λίγο καιρό, αλλά με τη χρήση μιας μικρής και εύχρηστης ψηφιακής κάμερας, μπορεί πλέον να υπάρχει και οπτική επαφή μεταξύ των δύο πλευρών και μάλιστα σε "επικοινωνία πραγματικού χρόνου" (real time communication). Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη να προέλθει από το χώρο των τηλεφωνικών συσκευών, αλλά τα video phones (δηλ. τηλέφωνα με οθόνη στην οποία μπορείς να βλέπεις σε πραγματικό χρόνο τον συνομιλητή σου), παρά το ότι έχουν εφευρεθεί εδώ και αρκετό καιρό, δεν έχουν γίνει προϊόν ευρείας χρήσης κι ένας από τους λόγους που ευθύνονται γι' αυτό είναι σίγουρα και η ταχύτητα στις εξελίξεις των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Το βασικό συγκριτικό πλεονέκτημα μεταξύ των δύο, είναι κατ' εξοχή οικονομικό, μια και με τη χρήση του υπολογιστή, μπορείς να επικοινωνείς σε πραγματικό χρόνο μέσω δικτύου και οπτικά με κάποιον που βρίσκεται στην άλλη άκρη του πλανήτη, πληρώνοντας μόνο την αστική μονάδα σύνδεσης του τηλεφώνου σου με τον provider της περιοχής σου στον οποίο και είσαι συνδεδεμένος. Με τη χρήση του video phone η ίδια ακριβώς λειτουργία πιθανόν θα κόστιζε κάποιο υπέρογκο και ασύμφορο ποσό για τον καταναλωτή.
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν ακόμη προβλήματα στον τεχνικό τομέα των εντυπωσιακών αυτών εξελίξεων. Τα προβλήματα αυτά επικεντρώνονται στο θέμα της ταχύτητας: στη σύνδεση, στη μεταφορά των δεδομένων, στην επίσκεψη από τον ένα χώρο (site) στον άλλο και γενικά στην συνολική ταχύτητα εκτέλεσης όλων των εντολών που δίνονται από το χρήστη. Υπάρχει βέβαια ένα πλήθος τεχνικών παραμέτρων από τις οποίες εξαρτάται το ζήτημα της ταχύτητας και οι οποίες μπορούν να ρυθμισθούν από το χρήστη αλλά υπάρχουν και άλλες, οι οποίες βρίσκονται πέρα από τη δικαιοδοσία του. Υπάρχει ήδη η λεγόμενη "πληροφοριακή υπερφόρτωση" (informations overloading) η οποία οφείλεται από το ένα μέρος, στον μεγάλο αριθμό των χρηστών του δικτύου παγκοσμίως και από το άλλο μέρος, στις ποσότητες των πληροφοριών που διακινούνται καθημερινά μέσα απ' αυτό. Τα δε τηλεφωνικά δίκτυα στις περισσότερες χώρες του κόσμου, είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος τους αποτελούμενα από καλώδια παλαιάς τεχνολογίας τα οποία δεν είναι σε θέση να εξυπηρετήσουν μεγάλες ταχύτητες. Με τις συνήθεις συνδέσεις, στον ελληνικό χώρο χρειάζεσαι περίπου "ένα τέταρτο με μισή ώρα για να συνδεθείς με ένα δημοφιλή κόμβο που έχει και λίγα γραφικά, και δύο-τρία λεπτά για να πάς από σελίδα σε σελίδα. Αν μάλιστα δοκιμάσει κανείς να κατεβάσει ένα αρχείο της τάξης των 2-3 ΜΒ μπορεί να χρειασθεί μέχρι και ένα ολόκληρο οκτάωρο"
[8].Τα χρονικά αυτά μεγέθη, βέβαια δεν είναι πάντοτε ακριβώς τα ίδια, και μάλιστα μέρα με τη μέρα βελτιώνονται με τη χρήση εφαρμογών όπως οι συνδέσεις ISDN, αλλά είναι γεγονός ότι υπάρχει σχεδόν πάντοτε μια κατάσταση "κυκλοφοριακής συμφόρησης" στο δίκτυο.

Μια άλλη σημαντική και πρωτότυπη εξέλιξη σε όλη αυτή την ιστορία της έκρηξης των νέων τεχνολογιών στην επικοινωνία και την πληροφορική, ήταν η υιοθέτηση από όλους σχεδόν τους σύγχρονους τομείς της επιστήμης ενός βασικού όρου, ο οποίος προήλθε από την λογοτεχνία και ειδικότερα από τη λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας. Ο όρος αυτός είναι ο - τώρα πια γνωστός σε όλους - "κυβερνοχώρος" (cyberspace). Αναφέρθηκε για πρώτη φορά, και ουσιαστικά επινοήθηκε, από τον William Gibson στο, κλασικό για το είδος του πλέον, μυθιστόρημα "Ο Νευρομάντης" το 1984 [9]. Η Sherry Turkle θεωρεί τον "Νευρομάντη" ως "πολιτιστικό σημείο προσανατολισμού, μια και στη λαϊκή φαντασία αποτελούσε την αναπαράσταση των ικανοποιήσεων που προσφέρονται από την εξερεύνηση ενός προσομοιωτικού σύμπαντος" [10]. Στο κείμενο αυτό, ο Gibson τοποθετεί τον ήρωά του να κινείται πολλές φορές σε ένα φανταστικό χώρο ο οποίος έχει δημιουργηθεί από την μεταφορά πληροφορίας μέσω των παντοειδών ηλεκτρονικών δικτύων, έτσι ώστε να έχει προκύψει μια σφαίρα διαφορετικής πραγματικότητας, η οποία κινείται παράλληλα με την αυθεντική πραγματικότητα αλλά διαφέρει από αυτή σε πολλά και σημαντικά ζητήματα. Η έννοια αυτή υιοθετήθηκε σχεδόν από τους πάντες και αφ' ενός, αποτελεί σήμερα μια από τις περισσότερες χρησιμοποιούμενες, αφ' ετέρου, μια από τις πιο αμφισβητούμενες, όπως θα μας δοθεί η ευκαιρία να σχολιάσουμε σε επόμενα σημεία αυτού του κειμένου. Η Dominique Monet αναλύει την έννοια του κυβερνοχώρου με ένα απλό αλλά πολύ παραστατικό τρόπο:
"Η λέξη αυτή ...... παραπέμπει σε ένα λογικό χώρο, αντιπαραβαλλόμενο με το φυσικό, όπου η δυνητική πραγματοποίηση των ενεργειών, δεν γίνεται μέσα στο μηχάνημα που κατέχει ο τελικός χρήστης, αλλά κάπου αλλού - και λίγο ενδιαφέρει το που ακριβώς βρίσκεται αυτό το μέρος. Ο ψηφιακός μακρόκοσμος που αναδύεται στο τέλος του 20ου αιώνα, ο κυβερνοχώρος, εκτείνεται σε ένα γιγαντιαίο σύμπαν ιδεών και πληροφοριών, οργανωμένο σε ηλεκτρονικά 'χωριά' και 'πόλεις' τα οποία συνδέονται με 'δρόμους' και 'λεωφόρους' που υπάρχουν παράλληλα με τα χωριά, τις πόλεις και τις λεωφόρους του φυσικού χώρου.
Ο κυβερνοχώρος είναι οργανωμένος όπως το κυκλοφοριακό σύστημα του ανθρώπου: τα τοπικά δίκτυα μιας επιχείρησης ή ενός πανεπιστημίου αποτελούν τις φλέβες, ενώ τα γενικά εξωτερικά δίκτυα, που συνδέουν τις φλέβες με τον εξωτερικό κόσμο, είναι οι αρτηρίες. Ο κυβερνοχώρος συγκροτείται από δύο θεμελιώδη συστατικά: τις συσκευές και το λογικό σύστημα που διευθύνει την κυκλοφορία μέσα στο δίκτυο, καθώς και το μέσο που μεταφέρει τα δεδομένα προς ένα συγκεκριμένο επεξεργαστή"
[11].

 

Ο Έλεγχος Χρήσης της Τεχνολογίας

 

Το πρόβλημα της χρήσης και του ελέγχου της τεχνολογίας, δεν είναι καινούργιο και δεν αποτελεί ζήτημα με το οποίο η ανθρωπότητα έχει βρεθεί αντιμέτωπη για πρώτη φορά. Η τεχνολογική επανάσταση της βιομηχανικής εποχής έφερε μαζί της ένα κύμα αντιδράσεων, συζητήσεων και απόψεων οι οποίες αφορούσαν κυρίως τον έλεγχο της βιομηχανικής τεχνολογίας. Η λογική της διαμάχης αυτής είναι σχετικά απλή: κάθε νέα τεχνολογική εφαρμογή θα πρέπει να αφήνεται και να παραδίδεται ελεύθερη προς κάθε χρήση ή η χρήση αυτή θα πρέπει να ελέγχεται από κάποιον; Αν ναι, ποιος θα είναι αυτός; Φυσικά, τα ερωτήματα αυτά τίθενται εδώ με ένα τρόπο απλό, αλλά κάθε άλλο παρά απλά είναι στο βάθος τους, μιά και άπτονται ζητημάτων τα οποία αφορούν συγκρούσεις ολοκλήρων κοσμοθεωριών. Οι απαντήσεις που κάθε φορά γίνεται προσπάθεια να δοθούν, έχουν βραχυπρόθεσμες αλλά και μακροπρόθεσμες συνέπειες οι οποίες είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθούν για το σύνολο της ανθρωπότητας. Κάθε νέα χρήση και κάθε νέα τεχνολογική ανακάλυψη ουσιαστικά φέρει μαζί της το "φόβο του αγνώστου" ή πιο σωστά το "φόβο του μη προβλέψιμου", ταυτόχρονα όμως ανοίγει νέα πεδία πιθανής δράσης τα οποία και διαμορφώνουν καινούργιες καταστάσεις ισορροπιών. Με τον τρόπο αυτό τελικά, η τεχνολογία αποτελεί πανίσχυρο μοχλό εξουσίας. Η αντίδραση του "κινήματος των Λουδιτών" κατά την βιομηχανική επανάσταση, με την επίθεση και καταστροφή όλων των νέων μηχανών των εργοστασίων της εποχής, από το φόβο της αχρήστευσης του ανθρωπίνου εργατικού δυναμικού, έχει μείνει στην ιστορία ως ένα γλαφυρό και απτό παράδειγμα σύγκρουσης, πάνω στις αντιπαραθέσεις που δημιουργεί η χρήση της τεχνολογίας. Ίσως το γεγονός αυτό τώρα πια να φαντάζει γραφικό, μέσα από την πολυτέλεια του ιστορικού χρόνου από την οποία το εξετάζουμε, αλλά κάθε άλλο παρά τέτοιο είναι αν αναλογιστεί κανείς τον παγκόσμιο - κυριολεκτικό - πανικό και το μέγεθος των αντιπαραθέσεων που πυροδότησαν τα δύο τελευταία χρόνια οι ανακαλύψεις και η πρόοδος της επιστήμης της βιοτεχνολογίας με την εφαρμογή της τεχνικής αναπαραγωγής μέσω της κλωνοποίησης. Για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, ο δανεισμός όρων από την επιστημονική φαντασία (όπως συνέβη με τον όρο του "κυβερνοχώρου" που αναφέραμε προηγουμένως) δεν αποτελεί αντιδεοντολογικό επιστημονικό ολίσθημα αλλά αναγκαία πρακτική.

Η παρατήρηση αυτή γίνεται για να επισημανθεί το γεγονός της ταχύτητας των εξελίξεων στο χώρο της επιστήμης. Και αυτό αποτελεί και το πρώτο σημείο αντιπαράθεσης απόψεων. Η πιο συντηρητική άποψη επισημαίνει ότι η ταχύτητα αυτή τοποθετεί την ανθρωπότητα σε μια πορεία, ουσιαστικά μη ελέγξιμη από κανένα, μια και δεν υπάρχει ο απαιτούμενος χρόνος αξιολόγησης και ανάλυσης όλων των πιθανών παραμέτρων και συνεπειών. Η ταχύτητα και ο ήδη δημιουργούμενος "πολιτισμός της εικόνας" με την λογική και το ρυθμό των "video clips" δεν αφήνει τον παραμικρό χρόνο στον ανθρώπινο εγκέφαλο για να αξιολογήσει του όγκου των πληροφοριών με τις οποίες βομβαρδίζεται από παντού. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κριτήρια ιεράρχησης των αναγκών και χάραξης μιας ορθολογικής κατεύθυνσης χρήσης όλων των νέων εφαρμογών που προκύπτουν από τη σημερινή τεχνολογία, πράγμα το οποίο με τη σειρά του σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι εκτεθειμένος σε όλες τις κακοπροαίρετες και καταστροφικές χρήσεις των εφαρμογών αυτών, εφ' όσον δεν ελέγχονται από κανένα. Η πληροφορία από μοναδική και ιδιαίτερη, έχει μετατραπεί σε μαζική και ομογενοποιημένη η οποία κατευθυνόμενη από ισχυρά κέντρα χειραγώγησης δημιουργεί πλαστές ανάγκες στις οποίες υποκύπτει ο σύγχρονος άνθρωπος, μια και δεν έχει τον αναγκαίο χρόνο για ανάλυση και αξιολόγηση των μηνυμάτων τα οποία δέχεται. Η αγχωτική αυτή πορεία του σύγχρονου ανθρώπου σε σχέση με την τεχνολογία, έχει σημαντικές επιπτώσεις στην αντιληπτική του ικανότητα ως προς το περιβάλλον στο οποίο ζει. Ο Mark Slouka ένας από τους βασικούς πολέμιους της σύγχρονης τεχνολογίας και των ρυθμών που αυτή επιβάλλει, δίνει ένα μεταφορικό παράδειγμα των διαφορετικών αντιληπτικών επιπέδων ανάλογα με την ταχύτητα:


"Όπως όλοι γνωρίζουν η έννοια του μη πραγματικού αυξάνει ανάλογα με την ταχύτητα. Περπατώντας μέσα σ' ένα λιβάδι με ταχύτητα έξι μίλα την ώρα, μπορούμε να αποκτήσουμε την συγκεκριμένη εμπειρία του μέρους αυτού: τις μυρωδιές του, τους ήχους του, τα χρώματά του, την αίσθηση του αγγίγματος κι όλα τα σχετικά. Οδηγώντας με ταχύτητα εβδομήντα μιλίων την ώρα, η εμπειρία είναι πολύ διαφορετική. Το αυτοκίνητο μας απομονώνει, μας αποστασιοποιεί. Ο κόσμος πίσω από τα παράθυρα - είτε πρόκειται για μια έρημο, είτε για μια φάρμα - μοιάζει έντονα μη πραγματικός. Με υπερηχητική ταχύτητα, το "διαζύγιο" από την πραγματικότητα είναι ολοκληρωτικό. Ένα τοπίο από ύψος 30.000 ποδών είναι ένα τμήμα, ένα θραύσμα, τόσο όμοιο με την πραγματική ζωή όσο και μια ζωγραφική απεικόνισή της" [12]
.


Η κριτική αυτή ενάντια στην τεχνολογία πολύ συχνά συνδέεται και με ανάλογη κριτική κατά των σύγχρονων ΜΜΕ, τα οποία εν πολλοίς θεωρούνται η "αιχμή" χρήσης όλων των νέων εφαρμογών σε μαζικό επίπεδο. Εκτός αυτού, αντιμετωπίζονται και ως το όργανο μέσα από το οποίο νομιμοποιείται η οποιαδήποτε άποψη σχετικά με τις χρήσεις της τεχνολογίας. Η σύνδεση αυτή μεταξύ ΜΜΕ και τεχνολογίας, φαντάζει απολύτως λογική, λαμβανομένου υπόψη του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης της πληροφορίας και της ενημέρωσης αλλά και τη κατ' αρχή χρήση όλων των νέων εφαρμογών στους τρόπους μετάδοσης των σημάτων των ΜΜΕ (δορυφορικές λήψεις, ψηφιοποίηση δεδομένων, κλπ). Θα τολμούσαμε να πούμε στο σημείο αυτό, ότι τα ΜΜΕ και η τεχνολογία για τους επικριτές τους, φαντάζουν τις περισσότερες φορές ως ένα αλληλοδιαμορφούμενο και αδιαχώριστο σύνολο.


Όχι όμως μόνο για τους επικριτές της τεχνολογίας. Το ίδιο αδιαχώριστο φαντάζει το σύνολο αυτό και για τους ένθερμους οπαδούς και υποστηρικτές των τεχνολογικών εξελίξεων. Ο τεχνολογικός ντετερμινισμός είναι το θεωρητικό κίνημα που εκφράζει την τάση αυτή, περιλαμβάνοντας πραγματικά μεγάλα ονόματα στις τάξεις του. Ο Alvin Toffler στο "Τρίτο Κύμα", αναλύει το σκεπτικό του περί "κυμάτων" του ανθρωπίνου πολιτισμού τα οποία συνδέονται άμεσα με το επίπεδο της τεχνολογίας της πληροφορίας στο οποίο βρίσκεται η κάθε εποχή. Το μέλλον φαντάζει για τον Toffler εξαιρετικά αισιόδοξο, με την ανάδυση ενός νέου τύπου ανθρώπου (του "παραγωγοαναλωτή") ο οποίος, αυτάρκης, θα καταναλώνει όσα ο ίδιος παράγει, ζώντας ταυτόχρονα σε ένα περιβάλλον άμεσης ηλεκτρονικής δημοκρατίας
[13]. Στο ίδιο κλίμα αισιοδοξίας κινείται και η λεγόμενη Σχολή του Τορόντο με τον Howard Innis και κυρίως τον Marshal McLuhan. Ο τελευταίος στο - μνημειώδες από πολλές απόψεις - σύγγραμμα του "Media: Οι Προεκτάσεις του Ανθρώπου", τοποθετεί την τεχνολογία της μετάδοσης των πληροφοριών στο κεντρικότερο σημείο όλων των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων, εξηγώντας τα κατά καιρούς κοινωνικά φαινόμενα με βάση τη σύνδεση αυτή. Για τον McLuhan (και κατά τη γνωστή σε όλους φράση του: "the medium is the message"), τα επικοινωνιακά μέσα δεν είναι οι φορείς των μηνυμάτων αλλά είναι τα ίδια μηνύματα, κυρίως για την αξιολόγηση του πολιτιστικού επιπέδου κάθε εποχής. Η εξέλιξη της τεχνολογίας των ΜΜΕ προβλέπεται από τον McLuhan να είναι μια διαδικασία η οποία θα μετατρέψει την ανθρωπότητα σε ένα "παγκόσμιο χωριό", εκμηδενίζοντας γεωγραφικές και εθνοκρατικές αποστάσεις [14]. Οι σκέψεις αυτές, με τον προφητικό χαρακτήρα που είχαν την εποχή που εκφράστηκαν κατά τη δεκαετία του '60, πυροδότησαν ποικίλα σχόλια και μια μακρά σειρά αντιπαραθέσεων πάνω στο ζήτημα τεχνολογία, άνθρωπος και ΜΜΕ. Ο Joshua Meyrowitz συνδυάζοντας τη σκέψη του McLuhan με αυτή του Erwin Goffman, στο σύγγραμμα του "No sense of Place", δίνει κατά τη δεκαετία του '80, τη δική του κριτική άποψη σχετικά με την αλλαγή της αντίληψης του χώρου και του χρόνου στην οποία οδηγούν τον άνθρωπο οι σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις [15]. Η δεκαετία του '90 έχοντας πλέον μπροστά της όλα τα νέα τεχνολογικά δεδομένα, παρουσιάζει ένα νέο και μάλλον σκληροπυρηνικότερο σκεπτικό, τεχνοκρατικού, θα λέγαμε αυτή τη φορά ντετερμινισμού, το οποίο προέρχεται από επιστήμονες οι οποίοι και ασχολούνται με την παραγωγή της τεχνολογίας αιχμής σε Ινστιτούτα όπως το διάσημο Μ.Ι.Τ. Οι Nicholas Negroponte και Michael Dertouzos (κατά σύμπτωση ελληνικής καταγωγής και οι δύο), με τα συγγράμματα τους "Ψηφιακός Κόσμος" και "Τι Μέλλει Γενέσθαι" αντίστοιχα, δίνουν ένα στίγμα του κόσμου του προσεχούς μέλλοντος, από τη σκοπιά των τεχνοκρατών οι οποίοι θεωρούν τελειωτικά, μη ανακοπτόμενη πλέον την πορεία της σύγχρονης τεχνολογίας - γεγονός το οποίο και αξιολογούν θετικά [16].

 

Η αλήθεια είναι ότι η ταχύτητα των τεχνολογικών εξελίξεων είναι πράγματι πρωτόγνωρη για τα ανθρώπινα δεδομένα. Παρά το ότι κατά συγκεκριμένες απόψεις, η επιστήμη και η τεχνολογία τείνει να αποκτήσει μια αυτόνομη δυναμική σε σχέση με τα κοινωνικά δεδομένα, θα λέγαμε ότι δεν έχει φθάσει ακόμη στο σημείο αυτό. Πλην όμως, δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι η τεχνολογία και οι χρήσεις της, ήταν και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με συγκεκριμένα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα του καπιταλισμού. Αυτό σημαίνει ότι υπό μια έννοια αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς εξουσιαστικούς μοχλούς, ο οποίος - ως είναι αναμενόμενο - παραπέμπει σε ένα πλήθος επιμέρους ερωτημάτων. Τα ερωτήματα αυτά, τα οποία ταυτόχρονα αποτελούν και τα επίμαχα σημεία ανταλλαγής απόψεων παγκοσμίως, είναι πραγματικά σοβαρά και πολύπλευρα. Το βασικότερο όλων, είναι το ποιους αφορούν ουσιαστικά οι νέες τεχνολογίες και η συνεχιζόμενη αλματώδης εξέλιξή τους; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι καθόλου απλή, γιατί ναι μεν με μια πρώτη σκέψη, μπορεί να αφορούν άμεσα μόνο τον "τεχνολογικά προηγμένο δυτικό άνθρωπο" (ο οποίος πέρα από κάθε αμφιβολία αποτελεί μικρή μειονότητα του παγκοσμίου πληθυσμού) αλλά έμμεσα αφορούν και όλους τους υπόλοιπους, αν όχι σαν χρήστες της τεχνολογίας αυτής, τουλάχιστον όμως ως αποδέκτες των συνεπειών της. Ένα επίσης κεφαλαιώδες ερώτημα (το οποίο και αναφέρθηκε μόλις προηγουμένως) είναι το κατά πόσο είναι θεμιτή η ύπαρξη ελέγχου χρήσης στη νέα τεχνολογία και αν ναι, ποιος πρόκειται να έχει τον έλεγχο αυτό, μια και από την ταυτότητά του εξαρτώνται εν πολλοίς και οι σκοποί του. Ο έλεγχος χρήσης αυτός θα είναι κρατικός, ιδιωτικός, οικονομικός, κοινωνικός ή καθαρά ανθρωπιστικός; Καταλαβαίνει κανείς ότι το μέγεθος των ερωτημάτων αυτών, είναι απαγορευτικό για την οποιαδήποτε προσπάθεια περαιτέρω διερεύνησής τους, τουλάχιστον επί του παρόντος κειμένου. Θα πρέπει όμως εδώ να παρατηρήσουμε, ότι ακόμη και οι αντιτιθέμενες στην τεχνολογία, έντονα "νεολουδιτικές" απόψεις (όπως του Mark Slouka για παράδειγμα που αναφέραμε προηγουμένως), βρίσκονται εκτεθειμένες και αναπτύσσονται κι αυτές σε sites του Internet, αν και σε πολλά σημεία εμφανίζουν την προτροπή της καταστροφής των υπολογιστών, υποπίπτοντας έτσι σε προφανή αντίφαση.


Η κατάσταση σήμερα παρουσιάζει ένα χαρακτήρα απόλυτης ελευθερίας έως αναρχίας, ως προς το χώρο του δικτύου τουλάχιστον. Πρακτικά πρόκειται για ένα χώρο ο οποίος εκ των πραγμάτων δεν υφίσταται κανενός είδους έλεγχο ή λογοκρισία, ένα χώρο στον οποίο ο καθένας μπορεί να εκφράσει ελεύθερα την άποψή του απευθυνόμενος σε ένα εν δυνάμει μη μετρήσιμο ακροατήριο, το οποίο μπορεί να ανταποκριθεί άμεσα. Είναι λογική κατά συνέπεια η δημιουργία ενός πλήθους προβλημάτων ηθικού αλλά και νομικού καθαρά περιεχομένου. Η ύπαρξη πορνογραφικών περιοχών στο δίκτυο οι οποίες είναι ελεύθερα προσβάσιμες στον καθένα, καθώς και περιοχές ελεύθερης έκφρασης και δράσης ομάδων νεοναζιστών, ρατσιστών, σατανιστών, εξτρεμιστικών θρησκευτικών δογμάτων ή ακόμη και περιπτώσεις κυκλωμάτων παιδεραστών, εμπόρων ναρκωτικών, εμπόρων όπλων και διαφόρων άλλων, ιδιαιτέρως συζητήσιμων περί της χρησιμότητα ύπαρξής τους χώρων, αποτελούν σημεία έντονης αντιπαράθεσης στην ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την αναγκαιότητα ελέγχου στο Δίκτυο. Με τα μέχρι στιγμής τεχνικά δεδομένα, ένας τέτοιος έλεγχος είναι δύσκολο να εγκατασταθεί, εφ' όσον δεν υπάρχει κεντρική πηγή παροχής των πληροφοριών και κανείς δεν είναι δυνατόν να έχει πρόσβαση στο σύνολο της διακινούμενης πληροφορίας. Είναι πολύ πιθανόν όμως, όσο υπάρχει πρόοδος της τεχνολογίας προς την κατεύθυνση της πλήρους ελευθερίας έκφρασης απόψεων και δράσης, άλλο τόσο να υπάρχει και πρόοδος του τμήματος εκείνου της τεχνολογίας που ασχολείται με τον περιορισμό και τον έλεγχο της ελευθερίας αυτής, δείγματα της οποίας είναι γνωστό ότι ήδη μπορούν να εφαρμοσθούν. Η αλήθεια είναι ότι θα πρέπει κανείς να τοποθετείται κατ' εξοχήν κριτικά απέναντι στις εξελίξεις στο χώρο του Δικτύου, μια και παρά τις αρχικές προθέσεις των πρωτεργατών κατασκευής του, σήμερα παρουσιάζεται ως ο χώρος δημιουργίας μιας νέας, παγκόσμιας, ελεύθερης στην πρόσβαση και παρθένας αγοράς, στην οποία διακινούνται καθημερινά, μεταξύ των άλλων και δυσθεώρητα οικονομικά ποσά. Φυσικά, όχι μόνο ο χώρος του Δικτύου αλλά και όλες οι νέες τεχνολογικές εφαρμογές, δημιουργούν επίσης, κατά κυριολεξία, "νέες αγορές" με ανυπολόγιστες δυνατότητες κερδών (όπως οι εξελίξεις στην ψηφιακή τηλεόραση, η προώθηση στην αγορά των DVD ROM, κλπ). Την άποψη ότι η έκρηξη των πολυμέσων (multimedia) και του Internet στις αρχές της δεκαετίας του '90 δεν ήταν και τόσο τυχαία, υιοθετεί η Dominique Monet, παρατηρώντας την έντονη οικονομική διείσδυση των Ιαπώνων σε χώρους κατά παράδοση κυριαρχούμενους από τις Η.Π.Α, όπως η βιομηχανία του Θεάματος. Η ανάγκη δημιουργίας μιας νέας παγκόσμιας αγοράς, η οποία θα ήταν κατά το μεγαλύτερο ελεγχόμενη από τις Η.Π.Α, φαίνονταν ως η μοναδική λύση για την έξοδο από το οικονομικό αδιέξοδο στο οποίο είχαν βρεθεί οι Η.Π.Α στα τέλη της δεκαετίας του '80. Με βάση το συλλογισμό αυτό, το Internet αποτελούσε τη νέα αγορά. Το σενάριο αυτό βέβαια δεν στηρίζεται σε ισχυρά δεδομένα, αλλά αποτελεί δείγμα μιας φιλύποπτης θεωρητικής στάσης που υιοθετείται από αρκετούς αναλυτές του φαινομένου του Δικτύου [17].


Το κενό στο οποίο βρίσκεται να κινείται ο σύγχρονος (έστω "δυτικός") κόσμος είναι πραγματικά τεράστιο: ουσιαστικά έχουν δημιουργηθεί νέοι κοινωνικοί, οικονομικοί και επικοινωνιακοί χώροι, οι οποίοι ούτε εμπίπτουν, ούτε είναι δυνατόν να λειτουργήσουν στη βάση των ισχυόντων θεσμικών πλαισίων, τα οποία είναι κατασκευασμένα με εντελώς διαφορετικά δεδομένα και εντελώς διαφορετική λογική. Τα όρια του "νόμιμου" και του "παράνομου", του "θεμιτού" και του "αθέμιτου", τα οποία έχουν ορισθεί με την βιομηχανική και μεταβιομηχανική καπιταλιστική οικονομική και κοινωνική λογική, δεν είναι σε θέση να προσαρμοσθούν στα δεδομένα που ορίζουν τον κυβερνοχώρο (με την οποιαδήποτε έννοια κι αν δίνει κανείς στον όρο). Για το λόγο αυτό σπασμωδικές κρατικές απαγορεύσεις και δικαστικές καταδίκες σχετικά με το Δίκτυο, ουσιαστικά δεν έχουν κανένα πραγματικό λειτουργικό χαρακτήρα αλλά αντιθέτως επιβεβαιώνουν το κοντόφθαλμο σκεπτικό της προσπάθειας υποταγής του μέλλοντος στους όρους του παρελθόντος, γεγονός το οποίο η ίδια η ανθρώπινη ιστορία έχει δείξει ότι ποτέ δεν κατάφερε τελικά πετύχει το σκοπό του [18].


Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διατυπώσουμε μια άποψη η οποία κατέχει θέση βασικής θεωρητικής υπόθεσης στο παρόν κείμενο. Τα πολυμέσα και τα δίκτυα υπολογιστών έχουν διαμορφώσει ένα πεδίο ανταλλαγής και διακίνησης πληροφοριών σε παγκόσμιο επίπεδο, έτσι ώστε από τους περισσότερους το πεδίο αυτό να γίνεται αντιληπτό ως κατασκευή ενός νέου χώρου, ο οποίος, όπως είναι λογικό, συγκρίνεται και αντιπαρατίθεται με τον φυσικό χώρο. Η με καθ' οιονδήποτε τρόπο δημιουργία αυτής της σφαίρας πληροφοριών στοιχειοθετεί προσομοιωτικά μια οιονεί "πραγματικότητα", η οποία σε αντιπαράθεση με την φυσική, αναφέρεται ως "εικονική πραγματικότητα" (virtual reality). Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και ο Claude Cadoz "η εικόνα σήμερα, δεν είναι μόνο εκείνο το επίπεδο αντικείμενο που δημιουργήθηκε αποκλειστικά για τα μάτια μας. Είναι ένας χώρος όπου μπορεί κανείς να εισάγει αντικείμενα, που μπορεί να τα αγγίξει, να τα χειριστεί, να τα ακούσει και τα οποία ανθίστανται ή ζωντανεύουν μέσα από τα χέρια μας. Παρ' όλ' αυτά η εικόνα, ακόμα κι αν έχει εμπλουτιστεί με μερικές από τις ιδιότητες του πραγματικού, δεν είναι η πραγματικότητα" [19]. Τα όρια και οι συγκρίσεις μεταξύ του "εικονικού" και του "φυσικού", είναι ένα ζήτημα το οποίο εξετάζεται μάλλον καλύτερα κατά περίπτωση. Βέβαια το υπολανθάνων ερώτημα, είναι το πόσο "πραγματικό" είναι το "εικονικό" και πόσο "πραγματικές" είναι οι συνέπειες του "εικονικού" (μια και ήδη έχουν αναφερθεί μέχρι και περιπτώσεις βιασμού ή σεξουαλικής παρενόχλησης σε εικονικούς χώρους του δικτύου, οι οποίες αναλύονται διεξοδικότερα στη συνέχεια του κειμένου). Το ουσιαστικό όμως πρόβλημα δεν είναι το αν η εικονική πραγματικότητα είναι αυθεντική πραγματικότητα ή όχι (μια και κατά την άποψή μας, πραγματικό είναι, ότι εν δυνάμει θεωρείται ικανό να προκαλέσει τις οποιεσδήποτε ψυχολογικές ή βιοσωματικές συνέπειες στον άνθρωπο), αλλά το κατά πόσο η νέα αυτή πραγματικότητα έχει ή δεν έχει τα χαρακτηριστικά της φυσικής πραγματικότητας. Κι εδώ προκύπτει το συμπέρασμα, ότι όσο πιο πιστή είναι η εικονική στη φυσική πραγματικότητα, τόσο περισσότερο θα περιλαμβάνει όλα ανεξαιρέτως τα χαρακτηριστικά της, είτε αυτά είναι θετικά, είτε αυτά είναι αρνητικά. Θα ήταν πραγματικά ουτοπικό αλλά και ανούσιο να ζητήσει κανείς να δημιουργηθεί μια διαφορετικού τύπου πραγματικότητα, η οποία θα περιλαμβάνει μόνο τα θετικά στοιχεία της φυσικής πραγματικότητας. Κι αυτό γιατί, το τι αποτελεί "θετικό" και τί αποτελεί "αρνητικό" στοιχείο της πραγματικότητας είναι μη ορίσιμο με κοινώς αποδεκτά κριτήρια. Κατ' αυτό τον τρόπο είναι ανεπίτρεπτη αντίφαση να επικροτείται η δημιουργία ενός εναλλακτικού χώρου πλήρους ελευθερίας απόψεων και κινήσεων και ταυτόχρονα να επιζητάτε ο περιορισμός της ελευθερίας αυτής γιατί υπάρχουν κάποια στοιχεία τα οποία δεν εγκρίνονται με υποκειμενικά κριτήρια. Η όποιου είδους πραγματικότητα είναι ένα αξεδιάλυτο πλέγμα στοιχείων, θετικών και αρνητικών χαρακτηριστικών, τα οποία κατά πολλούς τρόπους λειτουργούν πάντα εν συνόλω. Δεν είναι δυνατόν να γίνονται επιλεκτικά δεκτά τα θετικά, να απορρίπτονται τα αρνητικά, και ταυτόχρονα να ισχυρίζεται κανείς ότι κατασκευάζει πραγματικότητα πλήρους ελευθερίας. Ακριβώς γιατί τα κριτήρια επιλογής των στοιχείων θα είναι πάντα υποκειμενικά και "υποκειμενική ελευθερία" ή "κοινώς αποδεκτή υποκειμενική ελευθερία" όχι μόνο δεν αποτελεί πραγματική ελευθερία αλλά αντιθέτως αποτελεί αυτοαναιρούμενη και αντιφάσκουσα πρόταση.
Η εικονική πραγματικότητα ως ακριβές αντίγραφο της φυσικής πραγματικότητας περιέχει και τα θετικά της και τα αρνητικά της. Η αδυναμία θεσμικού ελέγχου του νέου αυτού χώρου δεν πρέπει να οδηγεί στην δαιμονοποίηση του, με τον υπερτονισμό των αρνητικών στοιχείων. Σε τελική ανάλυση κανένα νέο είδος αρνητικής και παράνομης δραστηριότητας δεν ευδοκιμεί μόνο στον κυβερνοχώρο, χωρίς να υφίσταται και στη φυσική πραγματικότητα. Η μία "πραγματικότητα" απλά αποτελεί αντικατοπτρισμό της άλλης. Τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο μέχρι αυτή τη στιγμή.


Μέσα σε αυτό το τεχνολογικό περιβάλλον εδραιώνεται και δημιουργείται το νέο ανθρώπινο επικοινωνιακό πλαίσιο. Ένα πλαίσιο που περιέχει εξ' ορισμού κάποια όρια και κάποιους περιορισμούς στις δυνατότητές του αλλά προσφέρει επίσης ισχυρά πλεονεκτήματα, και κυρίως, μια νέα, διαφορετική αντίληψη για τις έννοιες του χώρου και του χρόνου.

 

Πρόσωπο με Πρόσωπο Επικοινωνία και Επικοινωνία Μέσω Υπολογιστή: Παρουσίαση και σύγκριση των δύο επικοινωνιακών πλαισίων

 

Θα ήταν δυνατόν χρησιμοποιώντας κάποιες γενικές κατευθύνσεις - και όντας σε αρμονία με την προηγούμενη ανάλυσή μας - να επαναλαμβάναμε τον ορισμό της επικοινωνίας, ως την με οιονδήποτε τρόπο μεταφορά και ανταλλαγή πληροφορίας μεταξύ δύο μερών. Όμως η χρήση μιας τέτοιας ορολογίας, οπωσδήποτε θα ηχούσε αρκετά μηχανιστικά και σίγουρα δεν θα ήταν η αρμόζουσα για την περιγραφή μιας τόσο σημαντικής ανθρώπινης λειτουργίας. Εκτός αυτού η έννοια της επικοινωνίας, τείνει ήδη να πάρει τέτοια ποικιλία διαφορετικών ορισμών ανάλογα την οπτική γωνία που εξετάζει κανείς το ζήτημα, ώστε να είναι πολύ δύσκολο πλέον ένας και μόνο από αυτούς να διεκδικεί δάφνες αντικειμενικότητας και καθολικής ισχύος.

Κατά βάση και σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής ισχύοντα, δύο είναι τα πεδία στα οποία το φαινόμενο της επικοινωνίας μπορεί να κατηγοριοποιηθεί με γνώμονα τον αριθμό των επικοινωνούντων: το πεδίο της μαζικής επικοινωνίας, της επικοινωνίας δηλαδή η οποία διεκπεραιώνεται κυρίως μέσα από τη λειτουργία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και η οποία, μέχρι στιγμής, είναι μονής κατεύθυνσης (ένας πομπός μηνύματος προς πολλούς δέκτες) και το πεδίο της διατομικής επικοινωνίας, της επικοινωνίας η οποία βασίζεται κυρίως στο μοντέλο της ύπαρξης δύο επικοινωνούντων, η οποία είναι άμεση και κυρίως αλληλεπιδραστική [20].Το αρχετυπικό πρότυπο του δεύτερου επικοινωνιακού μοντέλου είναι η "πρόσωπο - με - πρόσωπο" επικοινωνία. Από τον διαχωρισμό αυτό φαίνεται καθαρά ότι το βασικό κριτήριο είναι η δυνατότητα αλληλόδρασης μεταξύ των επικοινωνούντων. Ακριβώς αυτό το μέχρι σήμερα παγιωμένο μοντέλο φαίνεται ότι βρίσκεται υπό κατάσταση αλλαγής, μιας και τίθεται ήδη το ερώτημα, ως τί είδους επικοινωνία μπορεί να χαρακτηρισθεί μια διαδικασία μαζικής μεν, αμφίδρομης δε επικοινωνίας; Γιατί το νέο και ρηξικέλευθο στοιχείο το οποίο φέρνουν μαζί τους οι νέες επικοινωνιακές τεχνολογίες, είναι ακριβώς αυτό το στοιχείο της αλληλόδρασης μεταξύ των υποκειμένων της επικοινωνίας σε μαζικό επίπεδο. Η κατεύθυνση της επικοινωνίας, που για χρόνια ήταν το μοναδικό σίγουρο στοιχείο στο οποίο μπορούσαν να στηρίζονται οι ορισμοί, φαίνεται ότι αρχίζει κι αυτό να εμφανίζεται αρκετά ρευστό.


Ως προς το διατομικό πεδίο, σύμφωνα με τον Κλήμη Ναυρίδη, η επικοινωνία ορίζεται ως "μια κατάσταση κατά την οποία ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα άτομα διακινούνται νοήματα, συναισθήματα ή συγκινήσεις, με τρόπο άμεσο ή με την παρεμβολή κάποιου μέσου". Η επικοινωνιακή αυτή κατάσταση απαιτεί για την διεκπεραίωσή της κοινότητα χώρου μεταξύ των υποκειμένων της επικοινωνίας για να υπάρξει η συνεχής "ροή πληροφορίας με την ευρύτερη έννοια, που περιλαμβάνει όχι μόνο γνωστικά δεδομένα, αλλά και στοιχεία συναισθηματικά και συγκινησιακά, που δεν είναι απαραίτητο να καταχωρούνται συνειδητά από τα υποκείμενα της επικοινωνίας σε κατηγορίες γνωστικής τάξεως" [21]. Πέρα όμως από την άμεση επικοινωνία αυτού του είδους υπάρχει και η έμμεση ή διαμεσολαβημένη επικοινωνία, με συνηθέστερο όργανο αυτής της διαμεσολάβησης, τη γλώσσα. Το στοιχείο αυτό, εισάγει το δεύτερο μεγάλο επιμέρους διαχωρισμό της διατομικής επικοινωνίας, στα τμήματα της λεκτικής και της μη - λεκτικής επικοινωνίας. Κατά τους Michael Argyle και Peter Trower "οι ανθρώπινες σχέσεις δημιουργούνται, εξελίσσονται και διατηρούνται κυρίως με μη - λεκτικά μέσα, παρόλο που χρησιμοποιείται, φυσικά, και ο λόγος" [22]. Το τμήμα της μη - λεκτικής επικοινωνίας στο σύνολο της ανθρώπινης επικοινωνίας καταλαβαίνει κανείς ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό, μια και κατ' εξοχή αφορά την διακίνηση των συναισθηματικών και συγκινησιακών στοιχείων μεταξύ των υποκειμένων της επικοινωνίας. Ποσοτικά το τμήμα της διαπροσωπικής επικοινωνίας που διεξάγεται μέσω της μη - λεκτικής οδού φθάνει το 90% [23]. Σύμφωνα με την Ελένη Παπαδάκη-Μιχαηλίδη, οι βασικές πηγές εκπομπής μη - λεκτικών μηνυμάτων είναι τρεις: η γενική εντύπωση που δημιουργεί το ίδιο το άτομο στους άλλους, τα μη - λεκτικά στοιχεία του λόγου, όπως ο τόνος, η σταθερότητα, η ένταση και η αλλοίωση της φωνής, η ταχύτητα ροής του λόγου, οι παύσεις, η προφορά και οι διάφοροι ήχοι εκτός των λέξεων και τέλος, τα μη - λεκτικά μηνύματα που μεταδίδονται από τον χώρο στον οποίο βρίσκεται ο άνθρωπος. Τα μη - λεκτικά μηνύματα τα οποία μεταδίδονται από τον ίδιο τον άνθρωπο, κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες "ανάλογα με το βαθμό συνείδησης και ελέγχου που ασκούν πάνω τους τόσο εκείνοι που τα μεταδίδουν, όσο και αυτοί που τα λαμβάνουν". Οι κατηγορίες αυτές είναι: α) "τα μη - λεκτικά σήματα για την εκδήλωση και την επιρροή των οποίων ούτε ο δότης, ούτε ο λήπτης έχουν καθόλου επίγνωση ή έλεγχο", κατηγορία στην οποία αναφέρεται ως κλασικό παράδειγμα η διαστολή της κόρης των ματιών στα άτομα τα οποία είναι σεξουαλικά ερεθισμένα, β) "τα σήματα που ερμηνεύονται και μεταβιβάζονται κατά ένα μέρος συνειδητά και κατά ένα μέρος ασυνείδητα", όπου ως παράδειγμα αναφέρεται το ντύσιμο ενός ατόμου και γ) "μη - λεκτικά σήματα τα οποία είναι πλήρως συνειδητά και ελεγχόμενα", όπως οι υποδείξεις που γίνονται με το δείκτη του χεριού κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας [24]. Οι κώδικες της μη - λεκτικής επικοινωνίας κατά το μεγαλύτερο μέρος τους στηρίζονται στην λεγόμενη "γλώσσα του σώματος". Οι εκφράσεις του προσώπου αλλά ειδικότερα το βλέμμα, κατέχουν εξέχουσα θέση μεταξύ των κωδίκων αυτών. Κατά τον Jean Maisonneuve "το πιο πρωτόγονο φαινόμενο της ανθρώπινης επαφής είναι αναμφίβολα η ευαισθησία του υποκειμένου στο βλέμμα των άλλων" [25]. Οι στάσεις του σώματος επίσης είναι σημαντική πηγή μη - λεκτικών σημάτων επικοινωνίας, κάνοντας εμφανή πολλές φορές μηνύματα τα οποία στο λεκτικό επίπεδο είναι επιμελώς καλυμμένα από τον πομπό. Τα μηνύματα αυτά που παρά την προσπάθεια ελέγχου του πομπού και υπό το καθεστώς καταστάσεων συναισθηματικής πίεσης γίνονται εμφανή μέσα από τον συνδυασμό των κωδίκων των εκφράσεων του προσώπου, της στάσης του σώματος αλλά και της γενικότερης εξωτερικής συμπεριφοράς, είναι οι λεγόμενες "διαρροές της αλήθειας"[26]. Η ικανότητα λεπτομερούς αποκωδικοποίησης του συνόλου της μη - λεκτικής συμπεριφοράς αποτελεί την γνωστή "διαίσθηση" [27].


Η μη - λεκτική επικοινωνία και η ικανότητα της κάθε φοράς σωστής διεκπεραίωσής της αποτελεί ένα είδος πλοηγού ως προς τις αναπτυσσόμενες κοινωνικές δεξιότητες του ατόμου. Ένα σημαντικό σημείο της μη - λεκτικής επικοινωνίας έχει να κάνει με την διαχείριση του χώρου, στην ανάπτυξη αυτών των κοινωνικών δεξιοτήτων. Το "άγγιγμα" ως ενέργεια είναι σαφώς ένα μη - λεκτικό επικοινωνιακό σήμα και η επίτρεψή του ή μη, κατά μεγάλο μέρος οριοθετεί τον "προσωπικό χώρο" του ατόμου αλλά και ορίζει τον χαρακτήρα της εξελισσόμενης επικοινωνιακής σχέσης μεταξύ των υποκειμένων. Σε συγκεκριμένες δυτικές κοινωνίες το άγγιγμα αποτελεί ιδιαίτερα ισχυρό ταμπού και ο προσωπικός χώρος σπανίως παραβιάζεται. Οι Argyle και Τrower αναφέρουν μια συγκριτική μελέτη κατά την οποία μετρήθηκε το πόσο συχνά αγγιζόντουσαν μεταξύ τους οι θαμώνες διαφόρων cafe σε διάστημα μιας ώρας σε μια σειρά πόλεων ανά τον κόσμο. Τα αποτελέσματα - εντυπωσιακά διαφοροποιούμενα - είχαν ως εξής: Σαν Χουάν (Πόρτο Ρίκο) 180 φορές, Παρίσι (Γαλλία) 110 φορές, Γκέινσβιλ (Φλόριντα Η.Π.Α) 2 φορές και Λονδίνο (Μ. Βρετανία) καμία φορά [28]. Η οριοθέτηση του προσωπικού χώρου σε συνδυασμό με την συνολικότερη αντίληψη του περιβάλλοντος χώρου, θα μπορούσε με ασφάλεια να υποθέσει κανείς ότι αποτελεί καθαρά στοιχείο πολιτισμική πρακτική, το οποίο όμως συμβάλει στη γεωγραφική διαφοροποίηση των επιμέρους μη - λεκτικών κωδίκων και κατά συνέπεια στην ανάπτυξη των αναλόγων κοινωνικών δεξιοτήτων. Έτσι λοιπόν και με το παράδειγμα της χρήσης του προσωπικού χώρου, καταλήγουμε να συμφωνήσουμε με το συμπέρασμα ότι "η επικοινωνία, συνδεδεμένη άρρηκτα με τη λειτουργία της αντίληψης, δεν είναι απλά και μόνο ένα ψυχοβιολογικό και οργανικό γεγονός, που προσδιορίζεται από το αισθητηριακό σύστημα, αλλά πρωτίστως ένα γεγονός πολιτισμικό και ψυχοκοινωνικό" [29]. Η έννοια του χώρου, έτσι όπως αυτή σημασιοδοτείται κυρίως στο πεδίο της μη - λεκτικής επικοινωνίας είναι ένα από τα βασικά στοιχεία διαφοροποίησης μεταξύ των δύο επικοινωνιακών πλαισίων που εξετάζουμε στο κεφάλαιο αυτό.


Φυσικά δεν κάνουμε στο σημείο αυτό αναφορά στο αυτονόητο, στο ότι δηλαδή η διατομική λεκτική επικοινωνία δεν αλλάζει χαρακτήρα ως τέτοια έστω κι αν διεκπεραιώνεται με τη μεσολάβηση κάποιου από τα γνωστά τεχνικά μέσα όπως το τηλέφωνο ή δεν παύει επίσης να είναι διατομική η κειμενική επικοινωνία η οποία διεκπεραιώνεται με την ανταλλαγή αλληλογραφίας. Φυσικά οι όροι του επικοινωνιακού πλαισίου δεν παραμένουν οι ίδιοι (η έννοια του χώρου στην τηλεφωνική επικοινωνία ή την αλληλογραφία είναι ριζικά διαφορετική) αλλά το ζητούμενο στο επίπεδο αυτό μετατοπίζεται πλέον στην έννοια του χρόνου. Τα είδη της επικοινωνίας με βάση το κριτήριο αυτό, είναι η "σύγχρονη" και η "ασύγχρονη" επικοινωνία, με την πρώτη να λαμβάνει χώρα σε ταυτόσημο χρόνο για τους επικοινωνούντες και την δεύτερη σε μη ταυτόσημο.
Το ότι η επικοινωνία μέσω - υπολογιστή είναι κι αυτή διατομική, είναι ένα στοιχείο το οποίο δεν επιδέχεται αμφισβήτηση. Οι ορισμοί αυτού του νέου επικοινωνιακού πλαισίου είναι επίσης πολλοί και διαφοροποιούνται ανάλογα με τα κριτήρια. Η Sharmila Pixy Ferris παρουσιάζει την άποψη ότι "η επικοινωνία μέσω - υπολογιστή αναφέρεται είτε στην επικοινωνία διεκπεραίωσης καθηκόντων, είτε στη διαπροσωπική επικοινωνία, η οποία γίνεται μέσω υπολογιστή. Αυτό περιλαμβάνει επικοινωνία από και προς ένα προσωπικό computer ή ένα κεντρικό δίκτυο computers και γενικά γίνεται αντιληπτή είτε ως ασύγχρονη επικοινωνία με την ανταλλαγή μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mails) ή τη χρήση ηλεκτρονικών πινάκων ανακοινώσεων, είτε ως ταυτόχρονη επικοινωνία με την συνομιλία με άλλους χρήστες (chatting), με τη χρήση κάποιου ομαδικού λογισμικού προγράμματος (group software) και γενικότερα με τη διαχείριση πληροφοριών, διακίνησή ή αποθήκευσή τους μέσω υπολογιστών ή ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων" [30]. Σ' ένα γενικότερο κλίμα ο John December ορίζει την επικοινωνία μέσω - υπολογιστή ως "μια διαδικασία επικοινωνίας μέσω computers, η οποία παραπέμπει σε λειτουργίες που επιτελούνται με την μεσολάβηση ανθρωπίνων πράξεων, τοποθετημένες σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο και στην προσπάθεια διεκπεραίωσης επικοινωνιακής επαφής με τη χρήση ενός κοινού μέσου για την εξυπηρέτηση ποικίλων σκοπών" [31].
Εξ' αρχής είναι αυτονόητο, ότι το μέσο ορίζει σε σημαντικό βαθμό και το πλαίσιο της επικοινωνίας. Ο υπολογιστής κατέχει στη συγκεκριμένη περίπτωση κυρίαρχη και ορίζουσα θέση στην περιγραφή του πλαισίου αυτού. Μια πρώτη - και πιθανώς η πιο εύκολη - σκέψη θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα, ότι τα πάντα εξαρτώνται από την οθόνη του computer, και μάλιστα σε σημείο τέτοιο, ώστε η λέξη "πλαίσιο" εκτός από εννοιολογικά να ορίζει και κυριολεκτικά την επικοινωνιακή διαδικασία αυτού του τύπου. Απλά η διαφοροποίηση τοποθετείται σε επίπεδο χρήσης μέσου και, κατ' αναλογία με την τηλεφωνική επικοινωνία, ο νεωτερισμός σήμερα βρίσκεται στη χρήση του υπολογιστή. Όμως το σκεπτικό αυτό, εκτός από απλοϊκό, δεν είναι καθόλου επαρκές.


Ξεκινώντας όμως από την αρχή, καλό θα ήταν να συνοψίσουμε όλα τα χαρακτηριστικά της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή, ώστε να είμαστε σε θέση να πραγματοποιήσουμε μια πιο πλήρη σύγκριση. Η επικοινωνία μέσω υπολογιστή διαθέτει κατ' αρχή το μεγάλο πλεονέκτημα της εκμηδένισης της απόστασης, έναντι της πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνίας κατά την οποία τα επικοινωνούντα υποκείμενα οφείλουν να βρίσκονται σε κοινό χώρο. Δύο άνθρωποι ακόμη κι αν βρίσκονται στα δύο διαφορετικά άκρα της γης είναι σε θέση να επικοινωνήσουν μέσω του Δικτύου και επιπλέον με σημαντικά οικονομικά πλεονεκτήματα συγκριτικά με την τηλεφωνική επικοινωνία. Αυτή η ανάγκη αίσθησης της κοινότητας του χώρου για τη διεκπεραίωση της επικοινωνίας, είναι ίσως μια από τις ασυνείδητες αιτίες της εφεύρεσης και της χρήσης του όρου "κυβερνοχώρος": επειδή η επικοινωνία μέσω υπολογιστών τελείται ουσιαστικά εκτός κοινού πραγματικού, φυσικού χώρου, αλλά παρ' όλ' αυτά δίνει την εντύπωση ύπαρξης μιας κοινής ατμόσφαιρας, ο χώρος στον οποίο δημιουργείται η κοινή αυτή ατμόσφαιρα, είναι αναπαραστατικός της πραγματικότητας, είναι "εικονικός χώρος", ο κυβερνοχώρος. Εφ' όσον η ίδια η επικοινωνιακή διαδικασία δίνει τόσο έντονα την αίσθηση ότι τα δύο μέρη μοιράζονται κάποιον κοινό χώρο, η πραγματικότητα δεν είναι αρκετά ισχυρή να αναιρέσει αυτή την αίσθηση, με αποτέλεσμα να προκύψει η - σε τελική ανάλυση - φαντασιακή κατασκευή του κυβερνοχώρου.
Με τον τρόπο αυτό, η "απόσταση" στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή έχει εντελώς διαφορετικό νόημα απ' ότι έχει στην πραγματικότητα. Μιλάμε για μια έννοια απόστασης η οποία είναι εν δυνάμει ικανή να εκμηδενισθεί, την κάθε στιγμή. Σε πολλούς δε, γίνεται αντιληπτή ως μη υπάρχουσα εξ' ολοκλήρου. Χαρακτηριστική στο σημείο αυτό είναι η άποψη - μανιφέστο, δύο εκ των πρωτοπόρων του τομέα της Κυβερνοψυχολογίας στις Η.Π.Α του Michael Adamse και της Sheree Motta, οι οποίοι επικεντρώνουν τη σκέψη τους ακριβώς στην νομιμοποίηση αυτής της νέας αντίληψης του χώρου που προσφέρει η επικοινωνία μέσω υπολογιστή:


"Ο χώρος δεν είναι πλέον εμπόδιο στην επικοινωνία. Οι "αρχιτέκτονες" του Internet, δημιούργησαν ένα μέρος για να συνδέονται τα μυαλά κι όχι τα σώματα των ανθρώπων. Ο κυβερνοχώρος υφίσταται στο νου του χρήστη. Δεν πρόκειται να βρείτε κανένα πίσω από την οθόνη του υπολογιστή σας, παρά μόνο μια χούφτα εξαιρετικά πολύπλοκα ηλεκτρονικά κυκλώματα. Παρ' όλ' αυτά, εκατομμύρια χρήστες του Δικτύου κάθε λεπτό της ημέρας, πιστεύουν ότι ο χώρος τους εκτείνεται και πίσω από την οθόνη και ουσιαστικά δεν έχει καμία σημασία αν κάτι τέτοιο συμβαίνει στην πραγματικότητα ή όχι. Αυτό που έχει σημασία, είναι το αν εμείς πραγματικά 'πιστεύουμε' ότι αυτός ο χώρος υφίσταται και ακόμη σημαντικότερο, είναι το να πιστεύουμε πως η επικοινωνία που πραγματοποιούμε με τους άλλους μέσα στο Internet - με οποιοδήποτε τρόπο κι αν αυτό συμβαίνει - είναι μέχρι και το παραμικρό της στοιχείο, τόσο πραγματική, όσο και η πραγματική καθημερινή ζωή" [32].


Φυσικά η άποψη αυτή ίσως ηχεί κάπως ακραία, μιας και κάποιος θα μπορούσε να τη μεταφράσει και ως θόλωμα των ορίων του πραγματικού και υποκατάστασής των από το φαντασιακό. Παρ' όλ' αυτά, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί τις συνέπειες αυτού του φαντασιακού χώρου, τις οποίες οι χρήστες βιώνουν σε επίπεδο φυσικής πραγματικότητας. Όμως η έννοια του χώρου, πέρα από την εκμηδένιση του μειονεκτήματος της απόστασης, παρουσιάζει και μια δεύτερη σημαντική διαφορά στην on line επικοινωνία: το πως ο χώρος γίνεται αντιληπτός από τους χρήστες - υποκείμενα της επικοινωνίας σε εσωτερικό επικοινωνιακό επίπεδο, δηλαδή στο επίπεδο της λειτουργίας και των δυνατοτήτων "κίνησης" στο Δίκτυο. Η χρήση της λέξης "κίνηση" στο συγκεκριμένο ζήτημα, αφ' ενός είναι σίγουρα μεταφορική από μια άποψη, αφ' ετέρου δείχνει την ανάγκη ύπαρξης νέων όρων απλά και μόνο για την περιγραφή των διαδικασιών της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή. Πιο σωστή ίσως θα ήταν η λέξη "μετατόπιση", αλλά - λειτουργώντας πάντα προσομοιωτικά της πραγματικότητας - οι χρήστες έχουν επιβάλει τη λέξη "κίνηση" στο Δίκτυο. Φυσικά σε όρους απόλυτης φυσικής πραγματικότητας, "κίνηση" στο Δίκτυο δεν υπάρχει. Αντιθέτως θα έλεγε κάποιος, υπάρχει στασιμότητα (και κατά κυριολεξία καθιστική στάση) των επικοινωνούντων, μέσα στον προσωπικό, φυσικό τους χώρο. Όμως, διαρθρωμένος ο χώρος του Δικτύου σε "τοποθεσίες" [33] σχηματίζοντας μεταφορικά ένα είδος "ιστού" (web), και παρέχοντας τη δυνατότητα εκτέλεσης πολλαπλών ταυτόχρονων λειτουργιών με τη χρήση συγκεκριμένων προγραμμάτων, δίνει τη δυνατότητα στο χρήστη να μετατοπίζει με εξαιρετική ταχύτητα τη θέση του και να μεταπηδά από τη μία "τοποθεσία" στην άλλη ή από τη μια λειτουργία στην άλλη.
Η κίνηση μέσα στο χώρο του Δικτύου είναι απελευθερωμένη από κάθε είδους εμπόδιο και η ταχύτητα μη συγκρινόμενη με τη φυσική ταχύτητα κίνησης. Αν σκεφθεί δε κανείς ότι οι φυσικές γεωγραφικές τοποθεσίες στις οποίες βρίσκονται στην πραγματικότητα οι servers [34] που φιλοξενούν τις διάφορες σελίδες των sites, τότε μπορεί να έχει μια εικόνα μετακίνησης μέσα σε λίγα λεπτά από το ένα σημείο της γης στο άλλο. Η ρηξικέλευθη λογική κίνησης που επικρατεί στο χώρο του Δικτύου είναι η λογική του υπερκειμένου. Η βασική ιδέα στηρίζεται στη σκέψη ότι η συσσώρευση γνώσης και πληροφορίας είναι ουσιαστικά άχρηστη αν δεν υπάρχει ένας γρήγορος και εύχρηστος τρόπος πρόσβασής της. Η τεχνική του υπερκειμένου βελτιώθηκε και έφθασε στη σημερινή της μορφή στο διάστημα 1960-1965 από τον Theodor Holm Nelson, φοιτητή τότε της φιλοσοφίας και της κοινωνιολογίας στο Harvard. Το ριζοσπαστικό στοιχείο της τεχνικής αυτής είναι ότι δεν ακολουθεί την γνωστή γραμμική ανάγνωση που επιβάλλουν το κείμενο ή το βιβλίο. Κατά την ανάγνωση ενός κειμένου περασμένου στον υπολογιστή με βάση την τεχνική του υπερκειμένου, με την ενεργοποίηση κάποιου συγκεκριμένου και διαφορετικά τονισμένου ενδείκτη ή συνδετητή (link), ο αναγνώστης μπορεί να μεταπηδήσει σε άλλη σχετική βιβλιογραφία, εικόνα ή ήχο. Για παράδειγμα κάποιος αναγνώστης ενός κειμένου σχετικού με τη βιογραφία του ζωγράφου Salvador Dali, ενεργοποιώντας με τον κένσορα το όνομα κάποιου πίνακά του, μπορεί αυτομάτως να δει τον πίνακα στην οθόνη του υπολογιστή του. Το ίδιο μπορεί να συμβεί με βιβλιογραφικές αναφορές, ηχητικά σύνολα, ατομικές διευθύνσεις, κλπ. Το ουσιαστικό που προσφέρει η λογική του υπερκειμένου είναι το ότι "ενθαρρύνει μια πρόσβαση στην πληροφορία χωρίς να ακολουθείται συγκεκριμένη σειρά, την περιπλάνηση στις γνώσεις, την εξερεύνηση των προβλημάτων, την αφθονία των ιδεών για εννοιολογική επεξεργασία ή για συγκεκριμενοποίησή τους σε εικόνα" [35]. Η τεχνική του υπερκειμένου αφορά κυρίως multimedia εφαρμογές και χρησιμοποιείται και στο Δίκτυο του Internet αλλά και σε off line εφαρμογές όπως τα εκπαιδευτικά ή τα ψυχαγωγικά cd roms. Καταλαβαίνει εύκολα λοιπόν κανείς ότι η πλοήγηση με την τεχνική του υπερκειμένου παρέχει με εξαιρετική ευκολία πρόσβαση σε όγκο πληροφοριών τον οποίο ο χρήστης θα ήταν πρακτικά αδύνατο να κατέχει με βάση τα φυσικά μεγέθη. Με τις τεχνικές που προαναφέραμε η "κίνηση" μέσα στο Δίκτυο αποκτά έναν εξ' ολοκλήρου νέο χαρακτήρα: ανεμπόδιστο και αυτόματο. Η επιλογή της κατεύθυνσης ανήκει αποκλειστικά στον χρήστη. Επιπλέον τα τρισδιάστατα γραφικά που χρησιμοποιούνται με βάση τις αρχές της fractal γεωμετρίας δίνουν εντονότερη την αίσθηση της πιστής αντιγραφής του πραγματικού χώρου. Στο Δίκτυο υπάρχουν εικονικοί χώροι, με την έννοια των εικονικών κτιρίων, στους οποίους μπορείς να επισκεφθείς συγκεκριμένα "δωμάτια" και να συνομιλήσεις με άλλους χρήστες που βρίσκονται "μέσα" σ' αυτά. Η προσομοίωση δε του πραγματικού χώρου, έχει φθάσει σε σημείο πραγματοποίησης πειράματος δημιουργίας εικονικού οικοσυστήματος μέσα στους χώρους του Δικτύου, το οποίο κατά κάποιο τρόπο θα αναπτύσσεται αυτόνομα, με απώτερο σκοπό να δημιουργηθούν τμήματα μέσα στο Δίκτυο τα οποία η εικονική "βλάστηση" θα κάνει απροσπέλαστα στους χρήστες. Σε off line εφαρμογές τα πειράματα - μεταξύ άλλων εξαιρετικά ενδιαφερόντων επιτευγμάτων - έχουν προχωρήσει στη δημιουργία εικονικών θερμοκηπίων (με το πρόγραμμα Interactive Plant Growing Project, σχεδιασμένο από την Christa Sommerer και τον Laurent Mignonneau) και εικονικών ενυδρείων (με πιο γνωστή κατασκευή αυτή του "Octopus's Garden" των εργαστηρίων Human Interface Laboratories του Seattle) [36]. Είναι λοιπόν προφανές ότι η συζήτηση περί της αλλαγής των ορίων του χώρου αλλά και των ορίων μεταξύ εικονικού και πραγματικού, είναι απαραίτητο να διεξάγεται κάτω από την πίεση μιας άλλης, εξαιρετικά σημαντικής και υπό αλλαγής επίσης παραμέτρου: αυτής του χρόνου.


Η σχέση της ταχύτητας της τεχνολογίας με τον χρόνο, είναι προφανής. Το επιχείρημα του Mark Slouka που αναφέραμε προηγουμένως, σχετικά με την ταχύτητα με την οποία παρατηρείς ένα τοπίο και τον χρόνο επεξεργασίας των ερεθισμάτων που διαθέτει ο παρατηρητής, είναι χαρακτηριστικό του προβλήματος που προκύπτει κατ' αυτόν. Θα έλεγε κανείς - με μια ελαφρά λογοπαιγνιακή αίσθηση - ότι η έννοια της ίδιας της ταχύτητας έχει επιταχυνθεί. Η ροή της πληροφορίας πλέον είναι συνεχής και αλλά και η πηγή της πληροφορίας συνεχώς προσβάσιμη. Η ίδια η λέξη "ταχύτητα" είναι το κρίσιμο στοιχείο αξιολόγησης της ικανότητας ενός υπολογιστή. Και σε φυσικά μεγέθη μιλώντας, οι ταχύτητες των υπολογιστών είναι πλέον ασύλληπτες για τις αντιληπτικές δυνατότητες του ανθρώπινου νου. Η διεκπεραίωση των εργασιών και των εντολών γίνεται από τους υπολογιστές σε ρυθμούς οι οποίοι πλησιάζουν το ταυτόχρονο της σκέψης - και όσο κι αν κάτι τέτοιο ακούγεται πιθανόν εξωφρενικό σήμερα, στο σύντομο μέλλον θα είναι μάλλον η συνήθης πρακτική [37]. Θεωρητικά ο χρόνος κίνησης μέσα στο Δίκτυο είναι αυτόματος. Πρακτικά - λόγω προβλημάτων υποδομής κυρίως όπως προαναφέραμε - είναι ελάχιστος αν λάβει κάποιος υπόψη του τη σύγκριση πραγματικών αποστάσεων που διανύονται με κατά την κίνηση στο Δίκτυο. Ο χρόνος επικοινωνίας λοιπόν είναι πρακτικά μηδενικός και μπορεί να αφορά μια επικοινωνία πολύ πιο ολοκληρωμένη από τη φωνητική επικοινωνία του τηλεφώνου, με την οποία να είναι πιθανόν σε θέση να συγκριθεί. Βέβαια η αύξηση της ταχύτητας δεν παίζει ρόλο μόνο σε πρακτικό επίπεδο αλλά και σε ψυχοκοινωνικό. Όταν η ταχύτητα της ενημέρωσης και της επικοινωνίας είναι των σημερινών επιπέδων, τότε "μεταφέρεσαι" κατά κάποιο τρόπο στην πηγή του γεγονότος και υπό μια έννοια είσαι παρών. Δεν πληροφορείσαι εκ των υστέρων, δεν μαθαίνεις τα γεγονότα με την χροιά του ιστορικού χρόνου αλλά με την έννοια του "εδώ και τώρα". Αν δεν είσαι συμμετέχων, τότε τουλάχιστον είσαι ένας παρατηρητής της ιστορίας εν τω γίγνεσθαι. Αφήνουμε κατά μέρος βέβαια όλες τις επικοινωνιολογικές παρατηρήσεις κι όλα τα βάσιμα σχόλια, περί του αληθούς ή του ψευδούς της εικόνας που σου παρουσιάζεται μέσα από τα παγκόσμια ηλεκτρονικά ΜΜΕ και επικεντρώνουμε στην αίσθηση της διαδικασίας αυτής, η οποία είναι αυτόματη. Αυτή η δυνατότητα του να "είμαι πάντα, παντού παρών" που δίνεται από τη νέα τεχνολογία στον άνθρωπο, έχει σαν αποτέλεσμα να επηρεάζει την αντίληψη σχετικά με την αυτοεικόνα και τελικά το σχηματισμό της ίδιας της ατομικής ταυτότητας - ζήτημα με το οποίο θα ασχοληθούμε εκτενέστερα στη συνέχεια. Άσχετα με το αν ο άνθρωπος κάνει πραγματικά χρήση αυτών των νέων παραμέτρων του χρόνου όπως του δίνονται μέσα από την τεχνολογία, μόνο και μόνο η αίσθηση ότι είναι εν δυνάμει ικανός να μηδενίσει το χώρο και το χρόνο, αλλάζει εκ θεμελίων την αντίληψή του όχι μόνο για το περιβάλλον μέσα στο οποίο επικοινωνεί αλλά και στο περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει.


Αυτή ριζικά νέα αίσθηση του χώρου και του χρόνου, έχει οδηγήσει πολλούς διανοούμενους να ορίσουν την κατάσταση αυτή ως "χωρο-χρονική συμπίεση" (time-space compression), τοποθετώντας την ως κεντρικό στοιχείο και χαρακτηριστικό της μετανεωτερικότητας [38]. Η εκμηδένιση των γεωγραφικών αποστάσεων αλλά και η εκμηδένιση του χρόνου έχει αλλάξει την αντίληψη του ανθρώπου για το περιβάλλον του. Η επικοινωνία μέσω υπολογιστή είναι μια από τις σημαντικότερες και περισσότερο έντονες εκφάνσεις αυτής της "χωρο-χρονικής συμπίεσης".
Η επικοινωνία μέσω υπολογιστή μέχρι στιγμής δεχόταν τα πυρά των επικριτών της, στο σημείο της κειμενοκότητας που την διέκρινε. Η αλήθεια είναι ότι ο μεγαλύτερος όγκος της διεθνούς βιβλιογραφίας πάνω στο θέμα είναι γραμμένος έχοντας ως δεδομένο το ότι η επικοινωνία μέσω υπολογιστή στηρίζονταν ουσιαστικά στην ανταλλαγή γραπτών κειμένων μεταξύ των επικοινωνούντων είτε σε σύγχρονο, είτε σε ασύγχρονο επίπεδο. Ένα μικρό της τμήμα εξετάζει την δυνατότητα φωνητικής επικοινωνίας μεταξύ των δύο μερών. Ως βασικότερο μειονέκτημα της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή καταλογιζόταν το γεγονός ότι η ανυπαρξία οπτικής επαφής μεταξύ των υποκειμένων της επικοινωνίας άφηνε απ' έξω σχεδόν όλο το κρίσιμο κομμάτι της μη λεκτικής επικοινωνίας κάνοντας έτσι το επικοινωνιακό περιβάλλον σαφώς φτωχότερο και μη λειτουργικό. Όπως αναφέραμε και στο προηγούμενο κεφάλαιο κατά την περιγραφή των τεχνικών στοιχείων του μέσου, οι προσφερόμενες δυνατότητες αυτή τη στιγμή είναι σχετικά αυξημένες και πολύ πιο πλούσιες από αυτές του πρόσφατου παρελθόντος. Η σημαντική εξέλιξη στο ζήτημα είναι η εύκολη και (συγκριτικά με άλλα περιφερειακά εξαρτήματα υπολογιστή) φθηνή εγκατάσταση κάμερας, η οποία έχει περίπου το μέγεθος ενός πακέτου τσιγάρων. Δύο χρήστες οι οποίοι διαθέτουν τέτοιου είδους κάμερα στον εξοπλισμό του υπολογιστή τους και χρησιμοποιώντας τα ανάλογα προγράμματα, είναι σε θέση να επικοινωνούν βλέποντας σε πραγματικό χρόνο, ο ένας τον άλλο, διατηρώντας φυσικά όλα τα υπόλοιπα οικονομικά προνόμια αυτού του είδους της επικοινωνίας (π.χ. χρέωση αστικής τηλεφωνικής μονάδος άσχετα από την απόσταση των επικοινωνούντων).
Η εξέλιξη αυτή είναι πραγματικά σημαντική γιατί προσθέτει το στοιχείο της οπτικής επαφής μεταξύ των υποκειμένων της επικοινωνίας, εξουδετερώνοντας έτσι το προβαλλόμενο ως βασικό μειονέκτημα της on line επικοινωνίας, δηλ. το ότι ελλείψει οπτικής επαφής χάνεται το σημαντικό κομμάτι του επικοινωνιακού πλαισίου το οποίο αφορά κυρίως τη διακίνηση πληροφοριών μη λεκτικού τύπου. Το αν η χρήση της κάμερας υποκαθιστά πλήρως τα στοιχεία της πρόσωπο - με - πρόσωπο επικοινωνίας, είναι πραγματικά μια μεγάλη συζήτηση και σημαντικό στοιχείο αυτής της συζήτησης, είναι οπωσδήποτε και η προσωπική εμπειρία.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε ένα άλλο πλεονέκτημα της on line επικοινωνίας, που αφορά άτομα με κινητικά προβλήματα ή με προβλήματα κοινωνικοποίησης και επικοινωνίας γενικά. Η πρόσωπο με πρόσωπο επαφή είναι πιθανόν για κάποιες ειδικές περιπτώσεις να αποτελεί σημείο παρεμπόδισης της επικοινωνίας και όχι διευκόλυνσής της. Θα μπορούσε κανείς εδώ κατ' αρχή να αναφέρει περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι έχοντας κάποιο κινητικό πρόβλημα δεν είναι σε θέση να έρχονται σε επαφή με μεγάλο αριθμό ανθρώπων αυτοπροσώπως και κατά συνέπεια να δημιουργείται κάποιο περαιτέρω γενικό πρόβλημα επικοινωνίας τους με το υπόλοιπο περιβάλλον [39]. Επίσης άνθρωποι οι οποίοι για διάφορους λόγους σχετικούς με την αίσθηση μειωμένης αυτοεκτίμησης και αυτοεικόνας, έχουν απομονωθεί από τον κοινωνικό περίγυρο, με την μέσω υπολογιστή επικοινωνία έχουν μια εναλλακτική δυνατότητα επικοινωνίας η οποία δεν απαιτεί από τους ιδίους διαχείριση της εικόνας τους προς τα έξω [40] . Μια άλλη επιπλέον δυνατότητα της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή, είναι η επικοινωνία με άτομα που πάσχουν από το ίδιο συγκεκριμένο ιατρικό πρόβλημα. Στο Internet υπάρχει μια πληθώρα από λίστες οι οποίες είναι δημιουργημένες από ανθρώπους οι οποίοι έχουν ένα κοινό πρόβλημα ιατρικής φύσεως και είτε ανταλλάσσουν μεταξύ τους απόψεις, σχόλια, πληροφορίες και αλληλοϋποστήριξη, είτε από κοινού ενημερώνονται από ιατρικές ομάδες για την πρόοδο των ερευνών πάνω στο πρόβλημά τους [41]. Στο σημείο αυτό θα ήταν παράλειψη να μην προσθέσουμε και τις εφαρμογές της τηλεϊατρικής στο πλαίσιο της επικοινωνίας μέσω υπολογιστών, όπου παρέχεται πλέον η δυνατότητα των χειρουργικών επεμβάσεων από απόσταση, των ιατρικών τηλεδιασκέψεων αλλά και η ανταλλαγή απόψεων και η αλληλοενημέρωση μεταξύ ιατρών μέσα από συγκεκριμένες και εξειδικευμένες λίστες του Δικτύου, δημιουργώντας έτσι διαρκή επιστημονικά forum στα οποία η πρόσβαση είναι δυνατή απ' όλους.

Η εικόνα του Άλλου παραπέμπει ευθέως, όπως είναι προφανές, στην αντιλαμβανόμενη από εμάς ταυτότητά του, φέρνοντας με τον τρόπο αυτό απαγορεύσεις και εμπόδια στην επικοινωνία, τα οποία ουσιαστικά πηγάζουν από το γεγονός ότι η εικόνα από μόνη της είναι ένα πολύ δυνατό επικοινωνιακό σημείο, μη απόλυτα ελέγξιμο στα μηνύματα που στέλνει προς το περιβάλλον. Είναι πιθανόν να δημιουργήσει αρνητικούς προειδωμένους συνειρμούς, οι οποίοι είναι σε θέση να δυσχεράνουν την επικοινωνία μεταξύ των υποκειμένων αλλά και να την αποκλείσουν. Ο "πάγος" που συνηθίζεται να λέγεται ότι υπάρχει μεταξύ αγνώστων που συναντιούνται για πρώτη φορά, είναι εν πολλοίς αποτέλεσμα αυτής της λειτουργίας της εικόνας, η οποία δημιουργεί αυτά τα επικοινωνιακά "οχυρά" μεταξύ των παραγόντων της επικοινωνίας. Το "σπάσιμο" αυτού του "πάγου" είναι η προσπάθεια διόρθωσης της κατάστασης αυτής μέσω της λεκτικής επικοινωνίας. Τα επικοινωνιακά προβλήματα αυτά μειώνονται στο ελάχιστο ή δεν υπάρχουν και καθόλου για την επικοινωνία μέσω υπολογιστή. Φυσικά το γεγονός της ανωνυμίας και τις περισσότερες φορές η μη οπτική επαφή, δεν είναι αρκετά στοιχεία από μόνα τους για να δημιουργήσουν ένα πεδίο επικοινωνιακής άνεσης και ασφάλειας. Υπάρχει και το κάτι επιπλέον το οποίο στο σημείο αυτό θα ονομάσουμε απλά "αίσθηση της κοινότητας του μέσου" και θα το εξετάσουμε λεπτομερειακά στο τμήμα της συζήτησης για την ύπαρξη ή μη κοινοτήτων μέσα στο χώρο του Δικτύου. Η αλήθεια είναι πάντως ότι στη μέσω υπολογιστή επικοινωνία και στο από πολλές απόψεις ασφαλές περιβάλλον που αυτή παρέχει, αναπτύσσονται πιο γρήγορα σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης και λέγονται πράγματα τα οποία υπό συνθήκες επικοινωνίας πρόσωπο με πρόσωπο πιθανόν να μην λέγονταν και ποτέ ή οπωσδήποτε θα περνούσε αρκετός χρόνος μέχρι να ωριμάσουν οι συνθήκες μεταξύ των επικοινωνούντων. Όπως πολύ γλαφυρά το θέτουν οι Adamse και Motta "καθισμένος μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή σου, είναι πολύ πιο εύκολο να μοιραστείς με κάποιον άλλο προσωπικές τραγωδίες ή να ανταλλάξεις μηνύματα ελπίδας και υποστήριξης. Θα υπάρχει πάντοτε κάποιος στην άλλη άκρη, ο οποίος θα είναι έτοιμος να συμπάσχει μαζί σου".

Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία κατέχει και θα κατέχει πάντα την κυρίαρχη θέση στις διαπροσωπικές επικοινωνιακές επιλογές, μιας και έχει την απαιτούμενη αμεσότητα και πληροί τις απαιτήσεις του συνόλου των ανθρωπίνων αισθήσεων αλλά περιορίζεται σημαντικά από χωροχρονικούς λειτουργικούς παράγοντες, ενώ η μέσω υπολογιστή επικοινωνία δεν επηρεάζεται και δεν εξαρτάται άμεσα από τους χωροχρονικούς αυτούς παράγοντες αλλά είναι οπωσδήποτε πρόκειται για μια μορφή διαμεσολαβημένης επικοινωνίας η οποία σαφώς υπολείπεται σε αμεσότητα από την πρόσωπο με πρόσωπο.

 

Η Περιπέτεια της Ατομικής ταυτότητας στο Διαδίκτυο

 
"Μερικές φορές όταν σου γράφω, γράφω μόνο
στον εαυτό μου. Σου τα στέλνω μόνο επειδή
χρειάζεται να ξέρω τι πρέπει να πω στον
εαυτό μου.
....Μερικές φορές δεν χρειάζομαι ούτε καν να
ξέρω, ότι διαβάζεις όσα σου γράφω.
....Μερικές φορές το μόνο που μετράει είναι το
να μην παγιδεύονται οι λέξεις μέσα στον εαυτό
μου, μέσα στο γράψιμο από τον εαυτό μου για
τον εαυτό μου"

Laurie Cubbison
"Writing"
[44]
 

Το πρόβλημα της ατομικής ταυτότητας μέσα στο περιβάλλον του Δικτύου, είναι εξαιρετικά πολύπλοκο. Κι αυτό γιατί δεν αφορά μια και μόνη πλευρά της ατομικής ταυτότητας αλλά περισσότερες. Ο κυβερνοχώρος έχει δημιουργήσει για τον σύγχρονο άνθρωπο ένα πεδίο μέσα στο οποίο μπορεί ανεμπόδιστος να χρησιμοποιήσει για τον εαυτό του όποια επικοινωνιακή, ατομική ταυτότητα αυτός επιθυμεί, κι αυτό είναι κάτι που για προφανείς και αυτονόητους λόγους δεν μπορεί να πράξει στην πραγματική, καθημερινή ζωή, τουλάχιστον όχι χωρίς τον φόβο των ενοχών ή των όποιων συνεπειών. Ίσως αυτή ελευθερία στην επιλογή της ατομικής ταυτότητας είναι το στοιχείο που κάνει το Internet να φαντάζει σαν το "σύγχρονο ναό της ελευθερίας", σαν το επίπεδο στο οποίο μπορεί να κινηθεί ο άνθρωπος απαλλαγμένος από το σύνολο των φυσικών, κοινωνικών και ψυχικών παραγόντων που τον ορίζουν και τον κάνουν μοναδικά διακριτό στο περιβάλλον του. Με μια πρώτη σκέψη η δυνατότητα αυτή φαντάζει εκθαμβωτικά θελκτική, αλλά είναι πραγματικά τόσο απλό το να "ξεφορτωθεί" κάποιος την ατομική του ταυτότητα και να διαλέξει όποια αυτός επιθυμεί να χρησιμοποιήσει; Θα συμβεί πραγματικά η αλλαγή αυτή και θα βιωθεί ως τέτοια ή θα είναι απλώς είναι πεδίο που με την ομολογημένη σιωπηρή συμφωνία όλων των συμμετεχόντων θα παίζεται απλά ένα είδος παιχνιδιού, κάτι αντίστοιχο των πάρτι μεταμφιεσμένων που όλοι οι καλεσμένοι προσέρχονται με όποια μορφή και ταυτότητα επιθυμούν δικαιολογούμενοι από το εξαιρετικό της περίστασης;

Οι περισσότεροι συγγραφείς που ασχολούνται με το θέμα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο διαβλέπουν στον υπολογιστή μια λειτουργία ψυχικού αντικειμένου το οποίο βοηθά και στηρίζει τον άνθρωπο στην περιπέτεια της εξερεύνησης και του καθορισμού της ταυτότητάς του. Ο Raymond Barglow και η Sherry Turkle τοποθετούν τους υπολογιστές στη θέση των βασικών υποκειμένων σε μια συγκεκριμένη διαδικασία αναζήτηση ατομικής ταυτότητας. Η άποψη του Barglow είναι θα έλεγε κανείς επιφυλακτική και κριτική. Περιπτωσιολογικά μιλώντας και αναλύοντας όνειρα πελατών του, προσεγγίζει τον υπολογιστή ως επικοινωνιακό μέσο, υπό την έννοια του ναρκισσιστικού αντικειμένου, το οποίο εν δυνάμει είναι ικανό να προκαλέσει στο υποκείμενο παλινδρομήσεις, με την εύκολη αλλά πλασματική δυνατότητα που του προσφέρει να αποδρά από το εδώ και το τώρα, μεταφέροντάς το σε ένα είδος "εσωτερικού" - και πιθανόν γι' αυτό ασφαλούς - κόσμου. Είναι ενδιαφέρον το παράδειγμα που αναφέρει, βασιζόμενο στη διήγηση ενός συγκεκριμένου ατόμου που ο ίδιος αναφέρει στο κείμενό του ως Robert. Εργασιακά ο Robert είναι ένας άνθρωπος κατά μια έννοια στενά συνδεδεμένος με τη χρήση του υπολογιστή του, τον οποίο ελέγχει σε πυκνά και τακτικά διαστήματα για το αν έχει ενημερωθεί ή αν έχει λάβει κάποιο καινούργιο e-mail.
"O Robert είναι ένας άνθρωπος "υψηλών στόχων" θα έλεγε κανείς τους οποίους έχει επιτύχει σχεδόν όλους. Όμως η αυτοαντίληψή του θυμίζει κατά κάποιο τρόπο ένα φοβισμένο παιδί. Ο ίδιος περιγράφει τον εαυτό του σαν υποκείμενο "ελαφρών ωθήσεων": αμέσως μόλις φθάνει το πρωί στην εργασία του ή επιστρέφει στο γραφείο του μετά το μεσημεριανό γεύμα ή επιστρέφει από οποιαδήποτε "εξωτερική" δραστηριότητα, αισθάνεται μια ώθηση να συνδεθεί αμέσως στο Δίκτυο μέσα από τον υπολογιστή του για να ελέγξει αν κάποιος του έχει στείλει e-mail. Ακόμη και στα σαββατοκύριακά του ή στις διακοπές του βρίσκεται συνδεδεμένος μέσω τηλεφώνου με τον υπολογιστή του και "τσεκάρει" αμέτρητες φορές τη μέρα να δει αν υπάρχουν κάποια μηνύματα που τον περιμένουν".
Ο Robert του διηγείται ένα όνειρο κατά το οποίο αισθάνεται τον εαυτό του βυθισμένο κάτω από μια κρύα και σκληρή επιφάνεια, ένα είδος μεμβράνης, που αν δεν το διαπεράσει θα πεθάνει παγιδευμένος κάτω της. Και ο Barglow παραθέτει την ανάλυσή του:
"Και η ώθησή του προς τον υπολογιστή και ολόκληρο το όνειρό του επιδέχονται μια ανάλυση που έχει σχέση με τη σεξουαλικότητα: συνδεόμενος με τον υπολογιστή του κατά τον ίδιο τρόπο που επιθυμεί να διαπεράσει την μεμβράνη στο όνειρό του, αναπαριστά την σεξουαλική διείσδυση. Αλλά ούτε ή ώθηση του προς τον υπολογιστή, ούτε το όνειρό του εξαντλούνται στο σημείο αυτό. Στο όνειρο βλέπει ότι θα πεθάνει παγιδευμένος αν δεν καταφέρει να διαπεράσει την μεμβράνη. Και τα δύο οδηγούν στη λογική της φυγής, της απόδρασης από ένα ασφυκτικό χώρο στον οποίο βρίσκεται κλεισμένος, προς κάποιον εξωτερικό, διαφορετικό και ανοιχτό χώρο. Αξίζει δε να σημειωθεί εδώ ότι η επιθυμία του να συνδεθεί με τον υπολογιστή, γίνεται βάσει παρόμοιου σκεπτικού με αυτού της φυγής: συνδέεται και παραμένει για ελάχιστα λεπτά στο Δίκτυο πριν βγει και πάλι. Συναρπαστικό συναίσθημα, απόδραση, επαναορισμός της απόστασής του, απόδειξη του ότι αποτελεί ένα υποκείμενο που κινείται με άνεση σε πολλούς τομείς της ανθρώπινης ζωής. Ο υπολογιστής αντιπροσωπεύει για τον Robert ένα βολικό μέσο για να αυτοεκφράσει μια εικόνα της ατομικότητας και της ταυτότητάς του, η οποία, πέρα από κάθε αμφιβολία, είναι εξεζητημένα σύγχρονη του εδώ και του τώρα" [45].

H Sherry Turkle πιστεύει ότι κατ' αρχή ο υπολογιστής αποτελεί ένα "αντικείμενο ελέγχου" στην εξερεύνηση της ατομικής μας ταυτότητας, αντίστοιχο των ονείρων του Freud.
"Τα όνειρα και τα τέρατα αποτέλεσαν για τον Freud και τον Δαρβίνο, τα αντικείμενα ελέγχου τους αναφορικά με τον μοντερνισμό. Την περασμένη δεκαετία ο υπολογιστής, έχει πάρει τη θέση του αντικειμένου ελέγχου αναφορικά με τον μεταμοντερνισμό. Ο υπολογιστής είναι σε θέση να μας μεταφέρει σε ένα κόσμο πέρα από τα όνειρα και τα τέρατα, γιατί μας εμπλέκει σε ένα χώρο όπου η ύπαρξη της πνευματικότητας είναι ανεξάρτητη από την ύπαρξη του σώματος. Μας εμπλέκει σε ένα χώρο όπου τα όνειρα δεν χρειάζονται τα τέρατα. Ο υπολογιστής είναι ένα συνεχώς εξελισσόμενο αντικείμενο, το οποίο μας αναγκάζει να επαναδιαπραγματευθούμε τα παλιά μας όρια και σύνορα" [46].
Για την Turkle αυτή η επαναδιαπραγμάτευση των ορίων στην οποία μας αναγκάζει ο υπολογιστής, είναι δεδομένη μια και τον θεωρεί ως τον κύριο φορέα της σύγχρονης ιδεολογίας και το κύριο αντικείμενο προαγωγής της επιστημονικής θεωρίας σε συνδυασμό με την αναζήτηση της ταυτότητάς μας μέσα από αυτόν.
"Στο έργο του Freud τα όνειρα και τα γλωσσικά παραστρατήματα ήταν οι φορείς της θεωρίας. Στο έργο του Douglas, το φαγητό ήταν ο φορέας της θεωρίας. Στο Lacan η θεωρία στηρίζονταν στα κύρια σημαίνοντα (τα points de capitons). Σήμερα η ζωή στην οθόνη του υπολογιστή είναι ο φορέας της θεωρίας... Οι άνθρωποι αποφασίζουν να αγοράσουν ένα "εύκολο - στη - χρήση - του" υπολογιστή και προσανατολίζονται στην αγορά ενός λειτουργικά χρηστικού προϊόντος. Από τη στιγμή όμως που θα βρεθεί μέσα στο χώρο τους βρίσκονται σε διαρκή σχέση αλληλεπίδρασης μαζί του κάθε μέρα. Και αποδεικνύεται ότι επίσης πρόκειται για ένα αντικείμενο που τους διδάσκει νέους τρόπους σκέψης αλλά και τους ενθαρρύνει να εγείρουν προσδοκίες για το είδος των σχέσεων που θα θέλουν να έχουν και οι ίδιοι αλλά και τα παιδιά τους με την έννοια της "μηχανής". Οι άνθρωποι αποφασίζουν ότι θέλουν να αλληλεπιδρούν με άλλους μέσα στο χώρο του Δικτύου και ανοίγουν οικονομικούς λογαριασμούς που θα τους διευκολύνει σε αυτό. Πιθανολογούν ότι αυτή αλληλεπίδραση θα τους κάνει να έχουν πρόσβαση σε καινούργιους ανθρώπους και πληροφορίες και φυσικά αυτό γίνεται. Αλλά γίνεται και κάτι περισσότερο. Ανακαλύπτουν σύντομα τον εαυτό τους να παίζει διάφορους και ποικίλους ρόλους, ανακαλύπτουν τον εαυτό τους ακόμη και να "ενδύεται" χαρακτήρες του αντιθέτου φύλου. Και κατ' αυτό τον τρόπο, συνεπαρμένοι από την εμπειρία της δυνατότητας να εξερευνούν άγνωστες πλευρές της σεξουαλικότητάς τους, κλονίζεται και η πίστη τους σχετικά με την ορθότητα της αντίληψης τους για το ενιαίο του εαυτού τους" [47].


Για τον Mark Lajoie ο υπολογιστής πρέπει να αντιμετωπίζεται ως αντικείμενο με καθαρά ψυχαναλυτικούς όρους. Ξεκινώντας από τον ψυχαναλυτικό διαχωρισμό της "συμβολικής μητέρας", η οποία αποτελεί φαντασιακή κατασκευή και της πραγματικής μητέρας, η οποία είναι υπαρκτό φυσικό πρόσωπο και το ρόλο των όρων αυτών στη διαμόρφωση της ατομικής ταυτότητας μέσα από τη διαχείριση της Ετερότητας (όπου χρησιμοποιεί και το λεκτικό τρυκ στα αγγλικά μεταξύ των λέξεων Mother και (M)Other), τοποθετεί τον υπολογιστή ως αντικείμενο, ως τον κύριο ρυθμιστή αυτής της σχέσης με την Ετερότητα.
"Ακόμη και κατά την απουσία άλλων προσώπων, η οθόνη του υπολογιστή λειτουργεί συμβολικά παράγοντας σχέσεις. Η οθόνη επομένως αποτελεί μια έννοια συμβολικής τεχνολογίας κατά τον ίδιο τρόπο που αποτελεί συμβολική τεχνολογία και η γλώσσα. Ακόμη κι αν περιέχει ένα διαφορετικό καθορισμό της έννοιας της συμβολικής μητέρας ταυτόχρονης με την έννοια του Άλλου, λειτουργεί κατά παρόμοιο τρόπο" [48].
Η αντανάκλαση που έχουμε από τους άλλους, με την έννοια της ανάδρασης (feedback) η οποία παίζει κυρίαρχο ρόλο στην κατασκευή της αυτοεικόνας και της ατομικής μας ταυτότητας, έχει αντικατασταθεί σε μεγάλο μέρος από την ανάδραση που έχουμε μέσα από τη σχέση ανθρώπου-μηχανής, η οποία μεταφράζεται σε άνθρωπος-υπολογιστής. Η Debora Lupton ομολογεί ευθέως αυτού του είδους τη σχέση με τον υπολογιστή της:
"Βρίσκομαι κάθε μέρα πρόσωπο με πρόσωπο με τον υπολογιστή μου, μακράν περισσότερη ώρα απ' όση βρίσκομαι να κοιτάζω καθημερινά ένα άλλο διαφορετικό ανθρώπινο πρόσωπο. Δεν του έχω βγάλει όνομα, ούτε θα μπορούσα να τον περιγράψω με την αντίληψη ότι εκπροσωπεί κάποιο φύλο. Κατά κάποιο τρόπο, όντως έχω συναισθηματική σχέση με τον υπολογιστή μου, όπως οι περισσότεροι χρήστες άλλωστε. Αυτή η συναισθηματική μου σχέση συνήθως έρχεται στην επιφάνεια, όταν κάτι δεν πάει καλά. Έχω την εμπειρία ανησυχίας, οργής, πανικού και απογοήτευσης όταν ο υπολογιστής μου δεν ανταποκρίνεται στις εντολές μου ή όταν το σύστημα του καταρρέει πλήρως" [49].
Δεν θα μπορούσαμε βέβαια εδώ να παραλείψουμε το ζήτημα της αίσθησης και της εικόνας του σώματος κατά τις διαδικασίες απόκτησης της ατομικής ταυτότητας αλλά και κατά τη διαδικασία πρόσληψης και επεξεργασίας ερεθισμάτων από το εικονικό περιβάλλον των υπολογιστών και του Δικτύου. Πόσο περισσότερο θα ήταν παράλειψη κάτι τέτοιο τη στιγμή που ήδη η τεχνολογία της συνολικής κατασκευής εικονικού περιβάλλοντος και σεξουαλικής δραστηριότητας μέσα σ' αυτό είναι μια πρακτική επιτυχημένα λειτουργούσα η οποία είναι θέμα χρόνου να κυκλοφορήσει ευρύτερα στο παγκόσμιο εμπόριο. Η Shannon McRae επισημαίνει:
"Η συνεχής έκθεση κάποιου σε περιβάλλον στο οποίο η σωματική εμπειρία και το συναίσθημα κατά κύριο λόγο εκφράζονται μονίμως λεκτικά, είναι προβληματική. Ο πολιτισμός μας έχει συχνά διαγνώσει ότι ένα ευρύτατο φάσμα συναισθημάτων και εμπειριών, απλά δεν εκφράζεται με τη γλώσσα και κατά συνέπεια είναι ήσσονος σημασίας ζητήματα για τον καθορισμό της πραγματικής ψυχικής υγείας. Τα αληθινά, ζώντα σώματα όμως, ήδη έχουν αρχίσει να απαξιώνονται μέσα σε μια εποχή που η παθητική πρόσληψη της επιλεκτικής πληροφορίας, έχει έρθει για να αντικαταστήσει την βιωμένη εμπειρία ως πραγματικότητα. Παρ' όλ' αυτά το σεξ, ο έρωτας και η απόλαυση, μπορούν σαφώς να αποτελέσουν κάποιο όριο αντίστασης ενάντια στις κοινωνικές και τεχνολογικές εκείνες συνιστώσες, οι οποίες τείνουν να μας χωρίσουν τον ένα από τον άλλο και να μας απομακρύνουν από την προσπάθεια να κατονομάσουμε και να σχηματοποιήσουμε την εμπειρία μας. Το να προσπαθούμε να ερωτικοποιήσουμε την τεχνολογία μας δεν σημαίνει ότι απομακρυνόμαστε από το φαντασιακό αλλά αντιθέτως ότι ενδίδουμε στην σωματική πραγματικότητα, κατά την οποία οι αξιολογικοί διαχωρισμοί μεταξύ του "ζώου", της "λογικής" και της "μηχανής", έχουν μηδενική σημασία" [50].


Από αυτή τη σύντομη παράθεση μιας σειράς απόψεων πάνω στο ζήτημα της ατομικής ταυτότητας στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή, αντιλαμβάνεται κανείς κατ' αρχή το εύρος του υπό εξέταση ζητήματος. Και το πρώτο το οποίο γίνεται φανερό είναι το γεγονός ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια εξαιρετικά δύσκολη ψυχολογική και επικοινωνιακή περιοχή, γιατί δεν είναι δυνατόν να εξετάσουμε την συγκρότηση της ατομικής ταυτότητας στο Δίκτυο σαν διαδικασία η οποία λαμβάνει χώρα σε κενό χώρου και χρόνου, και κυρίως, σαν μια διαδικασία η οποία συμβαίνει "εν πρωτοτύπω". Στον εκτός Δικτύου χώρο, ο κάθε άνθρωπος έχει ήδη μια συγκροτημένη ατομική ταυτότητα ή τουλάχιστον βρίσκεται ήδη στη διαδικασία συγκρότησής της.
Θα ήταν λανθασμένο να ισχυριστούμε ότι οι δύο διαδικασίες είναι ταυτόσημες. Η μία πιθανόν να είναι προσομοίωση της άλλης (όπως όλες σχεδόν οι διαδικασίες του κυβερνοχώρου) αλλά τα διαφοροποιητικά τους στοιχεία είναι σημαντικά και έντονα. Η ατομική ταυτότητα στο Δίκτυο ακολουθεί μια πορεία συγκρότησης έντονα διαφορετική από αυτή της φυσικής πραγματικότητας. Το βασικό σημείο διαφοράς τους είναι το διαφορετικό είδος "κοινωνικοποίησης" που ακολουθείται στα δύο επίπεδα.
Οι μηχανισμοί κοινωνικοποίησης στη φυσική πραγματικότητα, είναι λίγο έως πολύ κοινώς γνωστοί, με βασικότερους την οικογένεια, το σχολείο και τις ομάδες συνομήλικων. Και οι τρεις αυτοί μηχανισμοί στο χώρο της on line επικοινωνίας δεν υπάρχουν. Μια καλοπροαίρετη άποψη ίσως έλεγε ότι δεν υπάρχουν, τουλάχιστον με τους γνωστούς όρους αλλά υπάρχουν με άλλες μορφές και σχήματα. Την άποψη αυτή, παρά την όποια καλή θέληση, δεν μπορούμε να την υποστηρίξουμε, μιας και είναι προφανές ότι κανένα φαινόμενο και καμία διαδικασία του κυβερνοχώρου δεν λειτουργεί προσομοιωτικά μεν, ικανοποιητικά δε προς αυτή την κατεύθυνση. Εικονικοί γάμοι, εικονικά ανδρόγυνα, μέχρι και εικονικές οικογένειες υπάρχουν στο χώρο του Δικτύου [51]. Εικονικά σχολεία με εικονικές αίθουσες (virtual classrooms) υπάρχουν επίσης στο Δίκτυο, αλλά οι έννοιες αυτές μένουν στο χώρο της αναπαράστασης και σε καμία περίπτωση δεν δημιουργούν το ψυχοκοινωνικό πλαίσιο που απαιτείται για να ενεργοποιηθούν οι μηχανισμοί συγκρότησης της ατομικής ταυτότητας με τον ίδιο τρόπο που συμβαίνει κάτι τέτοιο στη φυσική πραγματικότητα. Για τις ομάδες συνομήλικων δεν θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο, μιας και η λειτουργία του ομαδικού-κοινωνικού φαινομένου υπάρχει έντονη στο Δίκτυο - θέμα το οποίο θα αναλυθεί εκτενώς σε επόμενο κεφάλαιο.
Η έννοια του ψυχοκοινωνικού δεσμού λειτουργεί στο Δίκτυο με τελείως διαφορετικό τρόπο, μιας και δεν υπόκειται στους περιορισμούς της ταυτότητας, του φύλου, της ηλικίας και της εικόνας, όπως συμβαίνει στη φυσική πραγματικότητα. Ο χρήστης "κοινωνικοποιείται" στο Δίκτυο σε ένα πρώτο επίπεδο ως προς τη σχέση του με το μέσο κυρίως, κι όχι ως προς τη σχέση του με τους άλλους χρήστες. Θα έλεγε κανείς - χωρίς να θεωρηθεί ότι υποπίπτει σε αντίφαση - ότι πρόκειται για μια διαδικασία "μοναχικής κοινωνικοποίησης" του ατόμου στο Δίκτυο. Με πιο απλά λόγια, κατά κανόνα κανείς, στις πρώτες του επαφές με το χώρο του Δικτύου δεν συμμετέχει απ' ευθείας σε συζητήσεις στα εικονικά δωμάτια (chat rooms), δεν γράφεται μέλος σε λίστες αλληλογραφίας (mailing lists) και δεν συμμετέχει ως μέλος σε εικονικές κοινότητες (virtual communities). Απεναντίας, προτιμά την εξερεύνηση των δυνατοτήτων του υπολογιστή του, την (συνήθως άσκοπη) μετακίνησή του από site σε site (net surfing) ή την δοκιμή των δωρεάν παρεχομένων προγραμμάτων μέσα στο χώρο του Δικτύου (FTP ή downloading). Το συναίσθημα είναι παρόμοιο με αυτό της εισόδου σε ένα νέο χώρο, τον οποίο επειδή δεν γνωρίζεις ακριβώς στη διαρρύθμισή του, είσαι προσεκτικός στις κινήσεις σου αλλά και στις επαφές σου με άλλους που βρίσκονται "μέσα" στο χώρο αυτό και είναι γνώστες του, φοβούμενος μήπως φανεί η άγνοια και η απειρία σου για την κίνηση στη συγκεκριμένη περιοχή. Πολλές φορές ο νεοεισελθών χρήστης παρακολουθεί συζητήσεις άλλων χωρίς να παρεμβαίνει, χωρίς να "εμφανίζεται" [52], παρά το ότι οι υπόλοιποι συζητητές μπορούν να διαπιστώσουν την παρουσία του. Η διαδικασία αυτή δεν αποτελεί απλώς μια περίοδο εξοικείωσης με το μέσο αλλά κυρίως αποτελεί μια περίοδο εξοικείωσης του χρήστη με το μέσο στο χώρο. Ουσιαστικά αυτό το οποίο σε κοινωνικοποιεί στο Δίκτυο, είναι το να συνηθίσεις την ιδιαίτερη ατμόσφαιρά του: τους ρυθμούς του, τις ταχύτητές του, τις δυνατότητες του, τη "γλώσσα" του, τις πρακτικές του, να συνηθίσεις εν ολίγοις το χώρο του. Η επαφή σε αυτό το πρώτο επίπεδο δεν είναι επαφή με άλλους χρήστες, αλλά επαφή με το ίδιο το μέσο. Και κατά τη διαδικασία αυτή, παρά το γεγονός ότι βρίσκεσαι σε μια περιοχή στην οποία την ίδια στιγμή θεωρητικά μπορεί να βρίσκονται εκατομμύρια άλλοι, κινείσαι ατομικά και κατ' ουσία μοναχικά.
Μοναχικά μεν, όχι αποξενωμένος δε. Γιατί δεν υπάρχουν οι περιορισμοί της αναγνωρισιμότητας της εικόνας σου, δεν υπάρχει αναγνωρισιμότητα της ταυτότητάς σου, και κατά συνέπεια την οποιαδήποτε στιγμή αποφασίσεις να κάνεις το "βήμα σου προς τα έξω" (να μιλήσεις με κάποιον άγνωστο, να ζητήσεις πληροφορίες για ένα θέμα, να συμμετάσχεις σε συζητήσεις, να γίνεις μέλος κάποια κοινότητας, κλπ), οι υπόλοιποι θα σε δεχθούν κατά κανόνα θετικά και στη χειρότερη περίπτωση πιθανόν δεν θα αντιληφθούν την απειρία σου και θα σε αντιμετωπίσουν ουδέτερα σαν ένα "περαστικό" από την εικονική τους "γειτονιά". Κανείς δεν πρόκειται να σε προσβάλει, να σου επιτεθεί ή να σε φέρει σε δύσκολη θέση, γιατί πολύ απλά δεν είναι σε θέση να το κάνει. Η ασφάλεια που παρέχει η δυνατότητα της υπαναχώρησης ή έστω και της "φυγής", κάνει την οποιαδήποτε προσπάθεια σύναψης διαπροσωπικών σχέσεων στο Δίκτυο, τουλάχιστον να αξίζει τον κόπο, υπό την έννοια ότι δεν διακυβεύεται κάτι, το οποίο μπορεί να τραυματισθεί ή και να χαθεί. Οι κανόνες της επικοινωνίας μπορούν ανά πάσα στιγμή να χαραχθούν στα μέτρα του υποκειμένου, όποια κι αν είναι αυτά, χωρίς την ύπαρξη του κινδύνου της απόρριψης.


Από το ένα μέρος το πλαίσιο αυτό φαντάζει εξαιρετικά δελεαστικό: η απόλυτη ελευθερία στην ατομική χάραξη των επικοινωνιακών όρων, σε συνδυασμό με την ψυχική ασφάλεια που παρέχει η ανά πάσα στιγμή δυνατότητα υπαναχώρησης χωρίς κανένα προσωπικό κόστος. Από το άλλο μέρος εγείρονται κάποια ανησυχητικά ερωτήματα, με μια περισσότερο εις βάθος εξέταση.
Η "απαγόρευση", υπό μια έννοια, είναι κι αυτή ένας απαραίτητος παράγοντας καθορισμού του ανθρωπίνου επικοινωνιακού πλαισίου, από την άποψη ότι λειτουργεί ως "ρυθμιστής" των ορίων μέσα στα οποία η διακίνηση της επικοινωνιακής πληροφορίας αποκτά πολλές φορές το χρηστικό και λειτουργικό της χαρακτήρα. Όταν σε κάποιο συγκεκριμένο επικοινωνιακό πλαίσιο, δεν υπάρχει καμία μορφή απαγόρευσης έστω και με τυπική έννοια, τότε η επικοινωνιακή διαδικασία δεν οριοθετείται από πουθενά και το κάθε υποκείμενο είναι ουσιαστικά μη ελεγχόμενο από καμία πηγή ως προς τις επικοινωνιακές του πράξεις. Από μια άποψη - και αν το δει κανείς ότι λειτουργεί σαν μια μορφή εκτόνωσης από τις πολλές φορές ασφυκτικές πιέσεις και τις απαγορεύσεις του συμβατικού επικοινωνιακού πλαισίου - κάτι τέτοιο μπορεί να φαίνεται συναρπαστικό: στην επικοινωνία μέσα στο Δίκτυο κανείς δεν πρόκειται να σε παρεξηγήσει αν ξαφνικά "φύγεις" από τη συζήτηση, κανείς δεν πρόκειται να σε τιμωρήσει αν συμπεριφερθείς άσχημα σε κάποιον και κανείς δεν μπορεί να ελέγξει τη γενική συμπεριφορά σου απέναντι στους άλλους χρήστες. Από μια άλλη άποψη, κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε απρόβλεπτες συνέπειες ιδιαίτερα για νέους σε ηλικία χρήστες, οι οποίοι βρίσκονται σε στάδιο διαμόρφωσης της ατομικής ταυτότητας. Είναι γεγονός ότι η επικοινωνιακή συμπεριφορά στο Δίκτυο δεν βρίσκει σχετική αντιστοιχία με την επικοινωνιακή συμπεριφορά της καθημερινής πραγματικότητας, μια και παραπέμπουν κατ΄ ουσία σε διαφορετικές κοινωνικές ορίζουσες, από τις οποίες πηγάζουν και διαφορετικά αξιακά συστήματα. Προφανώς η επικοινωνιακή συμπεριφορά στο Δίκτυο δεν μπορεί να ισχύει χωρίς προβλήματα για την καθημερινή κοινωνική πραγματικότητα, όπως και το ίδιο το τυπικό της καθημερινής κοινωνικής συμπεριφοράς στην επικοινωνία, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στο Δίκτυο. Η βασική διαφορά τους βρίσκεται στο ότι δεν ισχύουν κατά τον ίδιο τρόπο οι ψυχοκοινωνικές ορίζουσες των απαγορεύσεων στην επικοινωνία.
Παρ' όλ' αυτά στο Δίκτυο υπάρχει ένα δεδομένος "κώδικας επικοινωνίας και συμπεριφοράς", ο οποίος είναι γνωστός και ως Netiquette. Ο κώδικας αυτός περιγράφεται στη βασική του κατεύθυνση από την Wende Phillips ως εξής:
"Όταν επικοινωνούμε μέσω υπολογιστή με τους άλλους, θα πρέπει να θεωρούμε ότι επικοινωνούμε κατά τον ίδιο τρόπο όπως στις πρόσωπο με πρόσωπο συνομιλίες, να παίρνουμε προσωπική ευθύνη για τη διατήρηση των αξιών που μετράνε περισσότερο για μας του ίδιους όταν αλληλεπιδρούμε στο Internet, να αφήνουμε τη συμπεριφορά μας να μιλάει δυνατότερα από τα "λόγια" μας και να είμαστε ανεκτικοί και ελαστικοί προς τους άλλους και τις ατομικές τους αξίες. Χρησιμοποιήστε το ίδιο σκεπτικό επικοινωνίας που χρησιμοποιείται όταν μιλάτε με ένα φίλο σας, γιατί θα πρέπει να θυμόσαστε ότι, πάνω απ' όλα, επικοινωνείτε με ένα άλλο άνθρωπο" [53].
Όσο κι αν οι παραπάνω παρατηρήσεις ακούγονται περισσότερο σαν ευχολόγιο παρά σαν περιγραφή εμπεδωμένης πρακτικής, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι οι χρήστες κατά το μεγαλύτερο τμήμα τους τηρούν το Netiquette, χωρίς να δημιουργούνται σοβαρά δυσεπικοινωνιακά φαινόμενα επιθετικής συμπεριφοράς αλλά και χωρίς να είναι σε θέση κανένας να εγγυηθεί το ότι δεν συμβαίνουν ποτέ. Να σημειώσουμε δε στο σημείο αυτό, ότι η τελευταία προτροπή σχετικά με την υπενθύμιση της συνομιλίας πάντα με έναν άλλο άνθρωπο, πλέον δεν ισχύει σε απόλυτο βαθμό. Έχουν επινοηθεί και χρησιμοποιούνται αρκετές φορές στα διάφορα "δωμάτια συζητήσεων" (chat rooms), προγράμματα τα οποία είναι ρυθμισμένα έτσι ώστε να απαντούν με απλό τρόπο σε διάφορες ερωτήσεις (τα λεγόμενα robots ή bots). Δημιουργείται έτσι στο συνομιλητή η εντύπωση ότι επικοινωνεί με άλλο χρήστη, ενώ στην πραγματικότητα "συνομιλεί" με κάποιο απαντητικό πρόγραμμα. Μερικά από αυτά είναι τόσο προηγμένα στο σχεδιασμό τους που χρειάζονται αρκετές επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις και πολύ προσοχή από το συνομιλητή για να διαπιστώσει ότι δεν του απαντά κάποιος άλλος χρήστης αλλά πρόγραμμα. Στα περισσότερα όμως chat lists υπάρχει η ένδειξη ότι απαγορεύεται η εφαρμογή τους και οι διαχειριστές των επιμέρους δικτύων, είναι πολύ αυστηροί σχετικά με τον έλεγχο και την απαγόρευσή τους.


Όσον αφορά τώρα το θέμα των διαδικασιών συγκρότησης ταυτότητας, πιθανότατα δημιουργούνται και διαφορετικές, νέες κλίμακες αντίληψης της αυτοεικόνας, ανάλογα με τη "θέση" και τη "δραστηριότητα" μέσα στο χώρο του Δικτύου. Υπάρχουν περιπτώσεις ατόμων στο Δίκτυο οι οποίοι γίνονται αντιληπτοί ως ανάλογο των "stars" της φυσικής πραγματικότητας ή πιο σωστά είναι οι "διασημότητες" στο χώρο του Δικτύου. Είναι συνήθως οι κατασκευαστές δημοφιλών sites τα οποία μετατρέπονται τις περισσότερες φορές και σε εικονικές κοινότητες με πλήθος μελών. Τα sites αυτά, αρκετές φορές, λόγω των πολλών επισκέψεων που δέχονται από χρήστες, γίνονται επικερδείς διαφημιστικοί χώροι, με αποτέλεσμα να μετατρέπονται σε on line εμπορικές επιχειρήσεις από τους δημιουργούς τους [54]. Μια παρόμοια περίπτωση αποτελεί και το ερευνητικό αντικείμενο του John Suler, ο οποίος ασχολήθηκε με την ανάλυση του site "The Palace", έναν από τους εξαιρετικά δημοφιλής χώρους επίσκεψης στο χώρο του Δικτύου. Τα πολύ προσεγμένα και εξαιρετικής αισθητικής τρισδιάστατα γραφικά του "Palace", δημιουργούν την αίσθηση ότι βρίσκεσαι μέσα σε ένα κτίριο το οποίο διαθέτει πλήθος επιμέρους δωματίων, όπως σαλόνι, bar, restaurant, βιβλιοθήκες, κλπ. Πέρα απ' αυτά, υπάρχουν και άλλα δωμάτια με πολύ πιο εξεζητημένα γραφικά τα οποία έχουν π.χ. τη μορφή της επιφάνειας διαφόρων πλανητών. Στο κάθε ένα απ' αυτά μπορείς να συνομιλήσεις είτε με όλους μαζί, είτε με τον κάθε ένα ιδιωτικά από όσους τυχαίνει να βρίσκονται τη συγκεκριμένη στιγμή στο δωμάτιο. Το "Palace" γρήγορα μετατράπηκε σε εικονική κοινότητα με φανατικούς οπαδούς - μέλη αλλά άρχισε να διοργανώνει και off line δραστηριότητες, όπως συναντήσεις των μελών του, μουσικές βραδιές και άλλα happenigs. Ο "ιδιοκτήτης" (κατασκευαστής για την ακρίβεια) του "Palace", ονόματι Jim Bumgardner, έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από όλα τα μέλη της κοινότητάς του, οι οποίοι τον αντιμετώπιζαν αφενός με σεβασμό, αφετέρου με το δέος που αντιμετωπίζουν οι απλοί άνθρωποι τις διασημότητες. Κατά τον Suler, ο Bumgardner στην ουσία είχε τη θέση του απόλυτου δημιουργού, μια και ήταν ο κατασκευαστής ενός ολοκλήρου επικοινωνιακού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο εξυπηρετούνταν μεγάλος αριθμός ατόμων καθημερινά. Στην μελέτη του "The Palace Study", ο Suler περιλαμβάνει μια on line συζήτηση του με τον Bumgardner η οποία έχει τίτλο "On Being God" (Όντας Θεός), ο οποίος τίτλος προέρχεται από την απάντηση του Bumgardner στην πρώτη ερώτηση του συνεντευκτή του: "Λοιπόν Jim, πώς νιώθεις περπατώντας μέσα στην ίδια σου τη δημιουργία" - "Σαν Θεός ..." [55]. Ελέγχοντας πάντως το site πριν τη συγγραφή του παρόντος κειμένου, διαπιστώθηκε ότι δύο χρόνια μετά τη συγκεκριμένη έρευνα, το μέγεθος του "Palace" έχει αυξηθεί σημαντικά και η εμπορική-διαφημιστική μορφή του είναι εντονότερη. Αισθητικά πάντως παραμένει ένα από τα καλύτερα και πιο εύκολα στην πλοήγηση στο χώρο του Δικτύου.


Οι Adamse και Motta αναφέρουν μια ενδεικτική τυπολογία των χαρακτήρων των χρηστών που υπάρχουν στο Internet. Η βασική τους υπόθεση στηρίζεται στην άποψη ότι παρά τις δυνατότητες της ανωνυμίας και του ασφαλούς παιξίματος κάποιου ρόλου στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή, οι πάντες φέρουν αναπόφευκτα μαζί τους ένα βασικό πυρήνα της προσωπικότητάς τους τον οποίο, όπως ακριβώς το θέτουν, "δεν γίνεται να τον αφήσει κανείς στο σπίτι του φεύγοντας". Αναγνωρίζουν φυσικά τη μοναδικότητα της προσωπικότητας κάθε χρήστη και τονίζουν ότι "η συντριπτική πλειοψηφία των χρηστών είναι καθημερινοί άνθρωποι οι οποίοι δεν κατηγοριοποιούνται τόσο γενικά" αλλά παρά τη διατύπωση αυτών των επιφυλάξεών τους περνάνε σε μια ανάλυση της ψυχολογίας της κάθε κατηγορίας όπως αυτοί την αντιλαμβάνονται. Η πρώτη κατηγορία είναι οι "lurkrers" (αυτοί που "κρύβονται") τους οποίους αναφέραμε προηγουμένως στο κείμενο. Οι lurkers αντιπροσωπεύουν την κατηγορία του "νεοφερμένου" οι οποίοι είναι προσεκτικοί ακόμη στις κινήσεις τους. Η δεύτερη κατηγορία που αναφέρουν, είναι οι "flamers" (εμπρηστές). Οι flamers χωρίς κανένα ιδιαίτερο λόγο είναι προκλητικοί στη συμπεριφορά τους και επιδιώκουν να συγκρούονται με τους υπόλοιπους χρήστες προσβάλλοντας τους και γενικά δείχνοντας ιδιαίτερα επιθετική συμπεριφορά χωρίς καμία αφορμή και αιτία. Η παρομοίωση που χρησιμοποιούν οι συγγραφείς είναι ότι "μοιάζουν με τους ακάλεστους που σκοπό έχουν να καταστρέψουν το party". Η τρίτη κατηγορία είναι οι "narcissist" (αυτάρεσκοι). Οι χρήστες αυτοί επιδιώκουν κατ' αποκλειστικότητα να τραβούν την προσοχή των άλλων με τον οποιοδήποτε τρόπο. Μιλούν διαρκώς για τον εαυτό τους και παρουσιάζουν έντονη τάση να κυριαρχούν σε κάθε συζήτηση, εμφανιζόμενοι πάντοτε καλύτεροι σε όλα και απ' όλους. "Φυσικά το αν αυτό είναι αλήθεια ή φτιαχτό κανείς δεν μπορεί να το πει. Το σκεπτικό των νάρκισσων του Δικτύου είναι να κατασκευάζουν ιστορίες ώστε να εμφανίζονται πάντα ανώτεροι των υπολοίπων. Και ψέμα να είναι... ποιος πρόκειται να το μάθει;". Η τέταρτη κατηγορία είναι, κατά τους Adamse και Motta, οι "sociopaths" (περίπου ο όρος μεταφράζεται ως "κοινωνιοπαθείς"). Πρόκειται για άτομα τα οποία τρέφουν πολύ μικρή ή και καθόλου εκτίμηση για όλους τους υπόλοιπους και τους χρησιμοποιούν σαν ένα είδος αντικειμένου για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους. "Είναι δύσκολο να τους εντοπίσεις" σημειώνουν οι συγγραφείς "διότι κατά κανόνα είναι πολύ καλοί στο να σου λένε αυτά που θέλεις να ακούσεις". Το καλό είναι ότι η κατηγορία αυτή δεν είναι από τις πιο διαδεδομένες μέσα στο Internet, αλλά το κακό είναι, ότι το Internet ως μέσο μπορεί να ωθήσει έναν, κατά τα άλλα φυσιολογικό στη συμπεριφορά του άνθρωπο, να κινηθεί με κοινωνιοπαθητικό τρόπο κατά την επικοινωνία του μέ άλλους χρήστες. Η πέμπτη κατηγορία είναι οι "dependents" ("εξαρτώμενοι") και πρόκειται για προσωπικότητες των οποίων το κύριο χαρακτηριστικό είναι η ανάγκη της ισχυρής προσκόλλησής τους σε άλλους. Είναι αυτοί οι οποίοι συνήθως παίρνουν ασυνήθιστα γρήγορα πρωτοβουλία για να αναπτύξουν μαζί σου στενή προσωπική σχέση και συνήθως σε αντιμετωπίζουν ως πιο έξυπνο και πιο ικανό. Η τελευταία κατηγορία είναι οι "cybersocialites" ("κυβερνοκοινωνικοί"), οι οποίοι είναι υπερβολικά εξωστρεφείς και έχουν τάση να ηγεμονεύουν στο χώρο τους. Συνήθως συμπεριφέρονται στα chat rooms σαν οικοδεσπότες και είναι υπέρ του δέοντος ζεστοί και φιλικοί, θεωρώντας όλους τους ευρισκόμενους στον ίδιο χώρο σαν "καλεσμένους" στη γιορτή τους [56]. H τυπολογία αυτή των "χαρακτήρων" που αναφέρουν οι συγγραφείς, θα έλεγε κανείς ότι είναι μάλλον συμπεριφορική, μιας και δεν είναι σε θέση να φέρει στην επιφάνεια τους μηχανισμούς και τις διεργασίες συγκρότησης της ταυτότητας των χρηστών αλλά μάλλον διαπιστώνει ενέργειες, πράξεις και συμπεριφορές, βάσει των οποίων και κατηγοριοποιεί. Οι ίδιοι βέβαια κάνουν μια προσπάθεια επιμέρους ανάλυσης των κατηγοριών που αναφέρουν αλλά παρουσιάζουν αυτές τις αναλύσεις τους με τον τίτλο "shrinking on ....'s mind" ("ψυχαναλύοντας το μυαλό των ...."), άποψη η οποία ηχεί μάλλον υπερβολική μιας και ούτε ακολουθούν καμία σχετική διαδικασία, ούτε παραθέτουν κάποια αποτελέσματα συγκροτημένων ερευνών πάνω στα οποία να στηρίζουν τα συμπεράσματα τους.
Η άποψη που υποστηρίζεται σε αυτό το κείμενο είναι ότι η σχέση του ανθρώπου με τον υπολογιστή, παρά το ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως σχέση ψυχαναλυτικού αντικειμένου, δεν μπορεί κανείς με βεβαιότητα να το τεκμηριώσει, εφ' όσον υπάρχουν και άνθρωποι οι οποίοι έχουν με τον υπολογιστή τους καθαρά χρηστική σχέση και τίποτε παραπάνω. Για αυτούς τους τελευταίους, ο υπολογιστής και η επικοινωνία μέσα απ' αυτόν έχουν εργαλειακές χρήσεις και λειτουργίες. Πιθανότατα θα τους αντικαθιστούσαν άνετα με κάποιο άλλο επικοινωνιακό μέσο χωρίς να είχαν κάποιο ιδιαίτερο κόστος, μιας και το ζητούμενο γι' αυτούς έχει περισσότερο διεκπεραιωτικό χαρακτήρα ως προς το σκοπό. Μπορεί να προστεθεί επίσης η υπόθεση ότι οι άνθρωποι αυτοί συνήθως δεν επικοινωνούν μέσω υπολογιστή αλλά έχουν με το αντικείμενο άλλου είδους λειτουργική καθαρά σχέση. Για τους λόγους αυτούς, είναι μάλλον αναγκαίο εδώ να κάνουμε κάποιο διαχωρισμό. Για να εμπλακεί κάποιος με τη διαδικασία της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή σε βαθμό που να επηρεάζεται, να αλλοιώνεται, να διαμορφώνεται ή να συγκροτείται εξ΄ αρχής η ατομική του ταυτότητα, θα πρέπει ο υπολογιστής ως μέσο να καλύπτει κάποιες βαθύτερες ατομικές ελλείψεις και ανάγκες, ώστε η ταυτότητα του υποκειμένου να στηριχθεί πάνω στις λειτουργίες του αναζητώντας την ψυχική συνοχή που για κάποιους λόγους δεν βιώνει. Κάποιος που χρησιμοποιεί τον υπολογιστή εργαλειακά ή έστω και εργαλειακά/επικοινωνιακά δεν είναι πιθανό ότι θα εμπλακεί συναισθηματικά με τη διαδικασία της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή, σε βαθμό που η διαδικασία αυτή να έχει συνέπειες στη συγκρότηση της ταυτότητας του.


Θα προσπαθήσουμε στο σημείο να προλάβουμε τυχόν διαφωνίες που θα εκφρασθούν επισημαίνοντας το γεγονός ότι η άποψη πως η επικοινωνία μέσω υπολογιστή στο βαθμό που επηρεάζει την ατομική ταυτότητα, λειτουργεί ως κάλυψη ψυχολογικών και επικοινωνιακών ελλείψεων, δεν λέγεται εδώ με αρνητικό τρόπο. Επικοινωνιακές ελλείψεις σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό υπάρχουν σε όλους μας, όπως πολύ συχνά και καθαρά ψυχολογικές. Κατά συνέπεια η τάση της κάλυψης αυτών των ελλείψεων με όποιον τρόπο θεωρεί καλύτερο, περισσότερο πρόσφορο ή εμπλέκει περισσότερο τον καθένα μας, είναι θεμιτή. Για να δημιουργηθεί μια ιδιαίτερη σχέση ψυχικού δεσμού του υποκειμένου με τον υπολογιστή θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι το υποκείμενο έχει επενδύσει ψυχικά είτε στον ίδιο τον υπολογιστή, είτε στη σχέση του με τον υπολογιστή. Θα έκανε κανείς την παρατήρηση ότι με τον τρόπο που τίθεται εδώ το ζήτημα ακούγεται σαν η σχέση αυτή να έχει έναν ανιμιστικό χαρακτήρα και βάση αλλά δεν ισχύει ακριβώς κάτι τέτοιο. Αυτό που επενδύεται συνήθως δεν είναι το ίδιο το αντικείμενο ως αντικείμενο αλλά η σχέση που το υποκείμενο βιώνει ως προς το αντικείμενο. Σε περίπτωση που επενδυθεί με τέτοιου είδους σημασίες, αυτοδύναμα το ίδιο το αντικείμενο (εάν δηλαδή ο υπολογιστής επενδυθεί με την εικόνα του αυτόνομου έμβιου όντος), τότε πιθανότατα μιλάμε για παθολογία παρά για ανιμισμό. Εάν το υποκείμενο επενδύσει στη σχέση του με το αντικείμενο και σε ότι αντιπροσωπεύει η σχέση αυτή για το ίδιο το υποκείμενο, τότε μιλάμε για κατάσταση ισχυρής συναισθηματικής εμπλοκής η οποία πιθανότατα να επηρεάσει και τη διαμόρφωση μιας ιδιαίτερης ατομικής ταυτότητας, η οποία ενεργοποιείται από το υποκείμενο όταν αυτό βρίσκεται στο ανάλογο επικοινωνιακό (εν προκειμένω στο μέσω υπολογιστή) περιβάλλον.
Έτσι λοιπόν δεν μπορούμε γενικά και συνολικά να θεωρήσουμε την σχέση με τον υπολογιστή ως σχέση αντικειμένου. Η ίδια η τεχνολογία έχει φθάσει σε ένα επίπεδο που να νομιμοποιείται η εισαγωγή και η χρήση όρων που έχουν να κάνουν με την κατασκευή παράλληλης πραγματικότητας αλλά δεν είναι ακόμη σε θέση να υποκαταστήσει πλήρως τη φυσική πραγματικότητα σε ένα βαθμό ο οποίος δεν θα επιδέχεται αμφισβητήσεως κατ' αρχήν από τις ίδιες τις αισθήσεις. Το αν λοιπόν πίσω από την οθόνη του υπολογιστή "υπάρχει ή όχι ένας ολόκληρος κόσμος" (όπως αναφέραμε προηγουμένως την παρατήρηση των Adamse και Motta), είναι θέμα ψυχικής επένδυσης από την πλευρά του υποκειμένου. Η ταυτότητα συγκροτείται ταυτοχρόνως και πάνω σε "καλύψεις" και πάνω σε "ελλείψεις". Ο "κόσμος" πίσω από τον υπολογιστή, αν το εξετάσουμε κατά κυριολεξία, προφανώς πρόκειται για μια φαντασιακή επενδυτική κατασκευή. Από επικοινωνιακή άποψη όμως "κόσμος" είναι το οποιοδήποτε πεδίο (υλικό/υπαρκτό ή/και φαντασιακό/άυλο) το οποίο έχει ψυχικές συνέπειες πάνω στο υποκείμενο. Εάν αυτές οι συνέπειες/επενδύσεις βιώνονται από το υποκείμενο σε βαθμό που να προκαλούν μεταβολές στην ταυτότητα ή σε βαθμό που να δημιουργούν πολλαπλές ταυτότητες σε πολλαπλά επικοινωνιακά περιβάλλοντα, τότε το πεδίο αυτό μετατρέπεται σε "υπαρκτό κόσμο" για το ίδιο το υποκείμενο. O Michael Heim με την τοποθέτησή του δίνει ένα σαφές παράδειγμα του σκεπτικού αυτού, τονίζοντας την ισχυρή συναισθηματική / ψυχική εμπλοκή του υποκειμένου της επικοινωνίας, έστω κι αν δίνει στην εμπλοκή αυτή ένα μάλλον μεταφυσικό χαρακτήρα:
"Η ερωτική μας σχέση με τους υπολογιστές, τα γραφικά και τα δίκτυα των υπολογιστών, προχωρά βαθύτερα από την οποιαδήποτε αισθητική εμπλοκή και προτίμηση και βαθύτερα από ένα απλό παιχνίδι των αισθήσεων. Ψάχνουμε ένα μέρος που να γίνει το σπίτι για το μυαλό και την καρδιά μας. Το γεγονός της προσέλκυσής μας από τους υπολογιστές είναι περισσότερο ερωτικό παρά αισθητηριακό, περισσότερο πνευματικό παρά χρηστικό. Ο Έρως, όπως τον αντιλαμβανόταν οι αρχαίοι Έλληνες, πήγαζε από μια αίσθηση ανεπάρκειας και ακαταλληλότητας. Όταν η αίσθηση οδηγεί στο ανέμελο παιχνίδι και τον χαριεντισμό, τότε ο Εραστής οδηγείται σε μια πλήρωση, η οποία βρίσκεται πολύ μακριά από την αισθητική αντικειμενική αξιολόγηση" [57].
Ένα από τα σημεία που φέρνουν στην επιφάνεια τις αντιληπτικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των επικοινωνιακών πλαισίων, είναι και ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί το αλληλοδραστικό πεδίο, του οποίου σημαντικότερη έκφανση αποτελεί η δημιουργία διαπροσωπικών σχέσεων.

 

Η αλληλόδραση μέσα στο Διαδίκτυο - Οι διαπροσωπικές σχέσεις

 

Το κατ' αρχή θελκτικό στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή είναι η δυνατότητα αλληλόδρασης μεταξύ των χρηστών του πεδίου, με μια ποικιλία τρόπων. Η μονοφασική ροή της επικοινωνίας ουσιαστικά με τη χρήση του Δικτύου έφθασε στο τέλος της. Πολλοί υποστηρίζουν ότι το "φετιχιστικό" σύμβολο της μονοφασικής επικοινωνίας, η τηλεόραση, θα παραδώσει σε λίγα χρόνια τη θέση της σε μια ενιαία συσκευή, μια ενιαία οθόνη στο χώρο της κατοικίας η οποία θα είναι ταυτόχρονα υπολογιστής, ψηφιακή τηλεόραση, video τηλέφωνο, video (με τη μορφή του DVD ROM πλέον) και συγκρότημα ήχου. Ουσιαστικά θα αποτελεί το ενιαίο "επικοινωνιακό κέντρο" της κάθε κατοικίας, εξυπηρετώντας ένα είδος επικοινωνίας κατ' εξοχή αλληλοδραστικής [58].

Το φάσμα των δυνατοτήτων που ανοίγεται στο μέλλον για τις νέες επικοινωνιακές μορφές είναι πραγματικά αχανές. Στη χώρα μας η πρόσφατη ρύθμιση για τη λειτουργία της ψηφιακής τηλεόρασης (Ιούνιος 1998), έθεσε ένα πρώτο πλαίσιο λειτουργίας, αλλά πιθανότατα καμία παγκόσμια πολιτεία δεν θα είναι σε λίγο σε θέση να ελέγξει νομοθετικά τις δραστηριότητες ψηφιακών εκπομπών μια και αυτές σε λίγο θα συνενωθούν με τη λογική λειτουργίας της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή, λόγω της ψηφιοποίησης του σήματος και των δεδομένων και θα δημιουργήσουν ένα νέο, κοινό επικοινωνιακό περιβάλλον, ανάλογο του Intenet.
Το επαναστατικό της νέας εξέλιξης είναι φυσικά η δυνατότητα αλληλόδρασης μεταξύ του αποδέκτη και της πηγής του μηνύματος. Η ουσία αυτής της αλληλόδρασης όπως τίθεται από τον Garth Graham είναι απλή: "το να βρίσκεσαι σε αλληλοδραστικό επικοινωνιακό περιβάλλον σημαίνει το να μπορείς να ανταπαντάς" [59]. Πέρα από το ερώτημα αν αυτού του είδους η επικοινωνία παραμένει διαμεσολαβημένη ή όχι [60], η δυνατότητα αλληλόδρασης με ίδιου τύπου πηγές αλλά και η δυνατότητα εναλλαγής μεταξύ των ρόλων του πομπού και του δέκτη, οδηγεί σε επικοινωνιακά περιβάλλοντα ανάλογα της αυτοπρόσωπης επικοινωνίας και κατά συνέπεια στη δυνατότητα ύπαρξης διαπροσωπικών σχέσεων.
Οι σχέσεις αυτές είναι ευθέως ανάλογες των διαπροσωπικών σχέσεων του πλαισίου της πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνίας: είναι τυπικές, επαγγελματικές, φιλικές, ερωτικές, κλπ. Η σύνδεση και η αλληλόδραση με άλλα επικοινωνιακά υποκείμενα είναι αυτή που καθορίζει το είδος και το χαρακτήρα της σχέσης. Η επαφή αυτή και η δημιουργία διαπροσωπικών σχέσεων λειτουργεί κατά τον ίδιο τρόπο, της λογικής του καθρέφτη, ως πηγή συγκρότησης της ατομικής μας ταυτότητας. Το εικονικό περιβάλλον δεν αλλάζει τίποτε ως προς τις λειτουργίες αυτές, σε ένα πρώτο επίπεδο, όπως επισημαίνει και η Jo Ann Oravec με την παρατήρησή της ότι "ένας από τους τρόπους για να μάθουμε τον εαυτό μας αλλά και να γνωρίσουμε ο ένας τον άλλο, είναι να γίνει αυτό μέσα από το πως αλληλεπιδρούμε και αντιδρούμε "με" και "ως προς" άλλα εικονικά πρόσωπα και ομάδες με τα οποία και τις οποίες εμείς και άλλοι συνδεόμαστε" [61]. Σε αυτό το πρώτο επίπεδο δεν μπορεί να γίνει καμία σημαντική διαφορετική παρατήρηση. Αλλά η επικοινωνία μέσω υπολογιστή και το εικονικό περιβάλον γενικά, εισάγουν δυνατότητες για τα επικοινωνιακά υποκείμενα που επιδρούν άμεσα στη μορφή των δημιουργούμενων διαπροσωπικών σχέσεων.

 

Η ανωνυμία μέσα στο Δίκτυο

 

Μια από αυτές τις δυνατότητες - η οποία αναφέρθηκε και στα βασικά χαρακτηριστικά της on line επικοινωνίας - είναι η ανωνυμία, δικαιολογημένα, ένα από τα πιο πολυσυζητημένα σημεία του θέματος. Οι απόψεις και στο σημείο αυτό, παρουσιάζονται σχετικά διχασμένες και αντιστοιχούν γενικά στην οπτική γωνία από την οποία βλέπει κανείς το φαινόμενο του κυβερνοχώρου.

Η έννοια του "ρόλου" είναι από τις θεμελιακότερες στην Ψυχολογία και την Επικοινωνία. Στην καθημερινή μας ζωή βρισκόμαστε σε διαφορετικές επικοινωνιακές καταστάσεις οι οποίες απαιτούν κι ένα διαφορετικό σύνολο συμπεριφορών και στάσεων από εμάς, τα οποία στοιχειοθετούν τις λεγόμενες τελετουργίες πάνω στις οποίες στηρίζονται κυρίως και οι ρόλοι τους οποίους εμείς αναλαμβάνουμε ή μας απονέμονται. Η αλλαγή των ρόλων στην καθημερινή μας ζωή - άμεσα συναρτημένη με τις δραστηριότητές μας - δεν αλλάζουν μόνο σε επίπεδο διαπροσωπικών σχέσεων αλλά και σε επίπεδο κοινωνικό [62]. Όμως εδώ επεισέρχεται μια σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο επικοινωνιακών περιβαλλόντων, του on line και του πρόσωπο με πρόσωπο. Στην καθημερινή ζωή παρά την εναλλαγή στο παίξιμο των επικοινωνιακών ρόλων, είμαστε αναπόφευκτα υποχρεωμένοι να "κουβαλάμε" μαζί μας μια ταυτότητα, μοναδική και αναγνωρίσιμη, ένα σύνολο στοιχείων τα οποία μας χαρακτηρίζουν: την εικόνα μας, τις κινήσεις μας, τους ήχους της ομιλίας μας, τις συνήθειές μας, το σύνολο γενικά των εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων οι οποίοι μας συνθέτουν. Θέλοντας και μη, αυτοί αποτελούν τα σημεία/ενδείξεις της ύπαρξής μας, με πιο σημαντικής και κατ' εξοχή συμβολικής λειτουργίας πάνω απ' όλα, το όνομά μας. Το "αναπόφευκτο" της ατομικής μας ταυτότητας μπορεί να γίνεται αντιληπτό και σαν ασφυκτικό πλαίσιο. Κατά βάθος, λίγοι είναι οι άνθρωποι που δεν θα ήθελαν τη δυνατότητα να αλλάξουν προσωρινά ή μόνιμα αυτά τα στοιχεία που συνθέτουν την ταυτότητά τους, γινόμενοι "άλλοι". Η σχέση μας με τον Άλλο, είναι σχέση πολύπλοκη και διπλή: απομακρυνόμαστε και προφυλασσόμαστε απ' αυτόν αλλά μας προσελκύει και η αίσθηση του διαφορετικού. Η Ετερότητα, ένα από τα βασικά ψυχαναλυτικά θέματα, αναφέρεται στη σχέση ορίων ψυχολογικών και επικοινωνιακών με το "έξω από εμάς", με την διχαστική αντίληψη του περιβάλλοντος που μας διακρίνει, με το "μέσα/εμείς" και το "εκτός/οι άλλοι" [63]. Ένα από τα στοιχεία που καθορίζουν αυτή τη διττή σχέση απώθησης - προσέλκυσης, είναι το άγνωστο, το μη έχων ταυτότητα, το ανώνυμο. Η ταυτότητα από το ένα μέρος πιθανόν να μας κάνει να ασφυκτιούμε, από το άλλο μέρος είναι αυτό που μας παρέχει την ασφάλεια του "γνώριμου", μια και ο/η/το μη έχων ταυτότητα είναι εν δυνάμει ικανό να κάνει κάτι το οποίο θα μας βλάψει. Η δυνατότητα του να είμαστε εμείς αυτοί οι οποίοι δεν θα έχουμε ταυτότητα, μας παραπέμπει ευθέως στο ότι θα βρεθούμε στη θέση ισχύος που έχει το άγνωστο απέναντί μας - με την έννοια του μη δυνάμενου να ελεγχθεί για τις πράξεις και τις δράσεις του. Σε περιβάλλον on line επικοινωνίας η δυνατότητα αυτή παρέχεται στους πάντες.


Η ελευθερία της δυνατότητας ανωνυμίας είναι ένα κατ' εξοχή θετικό στοιχείο στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή. Οι "ρόλοι" στο on line περιβάλλον αποκτούν ένα τελείως διαφορετικό νόημα: γίνονται χαρακτήρες, περσόνες, μια και δεν υπάρχει ένα σταθερό σύστημα σημείων αναφοράς το οποίο να είναι πολύ δύσκολο ή αδύνατο να αλλάξει. Στο Δίκτυο ο καθένας μπορεί να όποιος θέλει. Η Oravec ορίζει τους χαρακτήρες αυτούς ως επικοινωνιακές "μάσκες", θεωρώντας ότι πλέον υπάρχει στον καθένα η δυνατότητα της επικοινωνιακής μεταμφίεσης, του παιξίματος άλλου ρόλου, της μετουσίωσης σε επικοινωνιακό επίπεδο σε Άλλο. "Η μάσκα, είναι ο πρώτος χαμηλής τεχνολογίας μηχανισμός για τη διαμόρφωση των χαρακτηριστικών του προσώπου", παρατηρεί. Το πλαίσιο αυτό της επικοινωνίας κατά την ίδια εμφανίζεται θετικό και συναρπαστικό:
"Ποικιλίες ανώνυμων χαρακτήρων φαίνεται ότι πηγάζουν μέσα από το πλαίσιο της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή. Η δυνατότητα της ανωνυμίας συνδέει τους χαρακτήρες αυτούς με προσδοκίες δημιουργικότητας, για ποιότητα και ποσότητα στην παραγωγή νέων ιδεών, όπως επίσης τους συνδέει με την τιμιότητα και με την ευθύτητα της συμπεριφοράς. Θα θεωρηθούν αυτοί οι ανώνυμοι χαρακτήρες χρήσιμες δημιουργίες - όπως και είναι - οι οποίοι θα αξίζουν την επένδυση σε διάφορα συστήματα (τα οποία θα τους παρέχουν τα κατάλληλα οχήματα και την προστασία της ανωνυμίας) και σε διάφορες κοινωνικές δομές (οι οποίες θα υποστηρίξουν την προστασία αυτή της ανωνυμίας);" [64]
Η άποψη αυτή της Oravec θα έλεγε κανείς ότι διακρίνεται μάλλον από μια άκριτη αισιοδοξία, η οποία θεωρεί την ανωνυμία μια συνθήκη ανθρώπινης επικοινωνιακής συμπεριφοράς η οποία μόνο θετικά στοιχεία έχει. Κατά περίεργο τρόπο φαίνεται να ανησυχεί μόνο για τον περιορισμό αυτού του προνομίου της ανωνυμίας και να μην εξετάζει καθόλου την πιθανότητα χρήσης αυτής της ανωνυμίας για αρνητικές πρακτικές και σκοπούς. Αντιθέτως ο Marc Slouka - μόνιμος πολέμιος κάθε έννοιας του κυβερνοχώρου με επιχειρήματα που άλλες φορές έχουν μια πολύ στέρεη δομή και βάση και άλλες φορές είναι απλά εξαπόλυση προκατειλημμένων κατηγοριών - πιστεύει ότι η ανωνυμία είναι ένας από τους παράγοντες που κάνουν το Δίκτυο ανούσιο, μιας και όλοι οι χρήστες έχουν τη δυνατότητα υπαναχώρησης στα πάντα. Αρα η αξιοπιστία και η λειτουργικότητα του επικοινωνιακού περιβάλλοντος είναι μονίμως "υπ' ατμό":
"Οι λέξεις που μπορεί κάποιος να γράψει και να περάσει μέσα από την οθόνη του υπολογιστή του είναι άπειρες. Δεν υπάρχουν όρια ανάλογα με τον αισθητηριακό κόσμο. Ο φυσικός χώρος είναι ρευστός. Το ίδιο και η ταυτότητα" και συνεχίζει φέρνοντας το παράδειγμα του ότι στα δωμάτια των εικονικών κοινοτήτων ο καθένας μπορεί να επιλέξει ένα σχήμα comix ή όποια άλλη μορφή επιθυμεί με την οποία θα επενδύσει τον χαρακτήρα που αντιπροσωπεύει. Ο Slouka σχολιάζει ειρωνικά για μια τέτοια επίσκεψή του σε κάποια εικονική κοινότητα: "Σε κάποιο δωμάτιο υπήρχαν κάποια πραγματικά σχήματα ανθρώπων οι οποίοι συζητούσαν. Αν ήθελες συμμετείχες στη συζήτησή τους. Σε ένα άλλο δωμάτιο - μια και οι πολίτες του κυβερνοχώορυ ουσιαστικά μπορούν να είναι ότι επιλέξουν οι ίδιοι - μπορούσες να συναντήσεις μια τεράστια τσαγιέρα να συζητά για τις απόψεις του Michel Foucault με ένα δελφίνι που είχε μια μύτη σε σχήμα μπουκαλιού" [65].
Εάν το πρόβλημα της ανωνυμίας είναι μόνο θέμα τυπικού βάρους και σοβαρότητας με τον τρόπο που το θέτει ο Slouka, τα πράγματα πιθανόν να είναι σχετικά απλά. Γιατί σε τελική ανάλυση αυτό που έβλεπε μπορεί να ήταν μια τσαγιέρα κι ένα δελφίνι να συζητάνε για τον Michael Foucault, αλλά πέρα από τη μορφή που είχαν, συζητούσαν κάτι, το οποίο για τον ίδιο το Slouka φαίνεται, πως είχε το απαραίτητο τυπικό βάρος, για να το θεωρήσει "σοβαρό θέμα", ξέχωρα από την εμφάνιση των συζητητών, οι οποίοι - αν οι ίδιοι πάλι το επιθυμούσαν - θα μπορούσαν να είχαν τη μορφή σοβαρών κυρίων με πλούσια άσπρη γενειάδα, οπότε να έπειθαν και τον παρατηρητή της συζήτησής τους για τη σοβαρότητα των προθέσεων τους. Αυτό όμως που δεν αναγνωρίζει ο Slouka στο συγκεκριμένο σημείο είναι ότι η επικοινωνία μέσω υπολογιστή έχει τη δυνατότητα να βγάλει τα υποκείμενα της επικοινωνίας έξω από καθιερωμένες κοινωνικές και τυπικές φόρμες και - γιατί όχι; - να δώσει μια παιγνιώδη διάθεση στο επικοινωνιακό πλαίσιο, που μπορεί να λείπει από την άκαμπτη φυσική καθημερινότητα του δυτικού (τουλάχιστον) ανθρώπου.
Το πρόβλημα είναι ίσως ότι η ανωνυμία, θα μπορούσε να οδηγεί σε καταστάσεις χαλαρών επικοινωνιακών δεσμών αλλά ούτε κάτι τέτοιο φαίνεται να συμβαίνει. Το γεγονός ότι όλα τα υποκείμενα της επικοινωνίας έχουν επίγνωση αλλά και αποδέχονται κατά απόλυτα ίσο βαθμό τη συνθήκη της ανωνυμίας για όλους, αντί να αφαιρέσει την ουσία και το νόημα της επικοινωνίας πολλές φορές το προωθεί. Κι αυτό γιατί απαλλαγμένος κάποιος από το βάρος της ατομικής ταυτότητας, αποδέχεται δυσκολότερα ένα είδος επικοινωνίας το οποίο κατά βάθος στηρίζεται σε μια ανταποδοτική και υπολογιστική λογική. Εφ' όσον δεν υπάρχει κάποιο άμεσο όφελος ή ζημία και όλοι οι επικοινωνιακοί όροι είναι "ρευστοί" (το ίδιο και η ταυτότητα), τότε για να μπει κάποιος στο επικοινωνιακό αυτό πλαίσιο σημαίνει ότι πραγματικά θα θέλει να το κάνει χωρίς κάποιο είδος ιδιοτέλειας, το οποίο σε φυσικό επικοινωνιακό περιβάλλον θα έπαιζε σημαντικό ρόλο. Βέβαια δεν ισχυριζόμαστε εδώ ότι η ανωνυμία οδηγεί κατ' αποκλειστικότητα σε θετικές δράσεις, όπως πιστεύει η Oravec. Η πιθανότητα κακής χρήσης της δυνατότητας της ανωνυμίας ποτέ δεν μπορεί να αποκλεισθεί (ποιος θα αρνούνταν τόσο εύκολα τον πειρασμό της προσφερόμενης βαλβίδας εκτόνωσης της υπολανθάνουσας επιθετικότητας που λίγο εως πολύ ενυπάρχει σε όλους;). Για την ακρίβεια κρούσματα βιαιότητας και αντιστοίχων πράξεων οι οποίες στο φυσικό κόσμο αποτελούν ποινικά αδικήματα, έχουν γίνει γνωστά και τα παραθέτουμε αναλυτικά στη συνέχεια. Βέβαια στην κατηγορία αυτή δεν συμπεριλαμβάνουμε και τη χρήση του ηλεκτρονικού υπολογιστή ως μέσου για τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων απ' ευθείας στη φυσική πραγματικότητα, όπως είναι το "σπάσιμο" των κωδικών προστασίας των συστημάτων των Τραπεζών από τους hackers ή η εισβολή στα προσωπικά αρχεία άλλων χρηστών. Η κατηγορία αυτή αποτελεί ένα άλλο τεράστιο θέμα το οποίο βρίσκεται υπό επείγουσα παγκόσμια συζήτηση και αφορά την τη νομική ρύθμιση για αδικήματα που διαπράττονται μέσω υπολογιστών και τη δυνατότητα προστασίας.
H Wende Phillips χωρίζει την ανωνυμία σε δύο κατηγορίες ανάλογα με κάποιες τεχνικές συνθήκες του Δικτύου: την "φαινομενική" ανωνυμία, κατά την οποία ο διαχειριστής του τοπικού συστήματος έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει ποιοι είναι όλοι οι χρήστες και να μπορεί να προσδιορίσει την πραγματική τους ταυτότητα και την "πραγματική ανωνυμία" κατά την οποία κανείς δεν έχει τη δυνατότητα να ανακαλύψει την πραγματική ταυτότητα του ατόμου που στέλνει τα μηνύματα. Η Phillips χαρακτηρίζει την ανωνυμία σαν "τον ασφαλή μας μανδύα" αλλά αναγνωρίζει κι αυτή τη δυνατότητα που παρέχει σε άτομα με παρεκκλίνουσες συμπεριφορές να μεταφέρουν τις πρακτικές τους στις ομάδες του Δικτύου [66].
Ένα συνδεόμενο και παρεπόμενο της ανωνυμίας θέμα, είναι και το συχνό φαινόμενο, οι χρήστες να παρουσιάζονται με διαφορετικό φύλο απ' αυτό που είναι στην πραγματικότητα. Η πρακτική αυτή είναι γνωστή στο Δίκτυο ως "gender switching" και δεν είναι καθόλου σπάνια στον κυβερνοχώρο. Οι Adamse και Motta το θεωρούν ως μια από τις πιο συναρπαστικές δυνατότητες της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή και προτάσσουν τη θετική του πλευρά, η οποία συνοψίζεται στο σκεπτικό ότι η εμπειρία της επικοινωνίας μέσα στο Δίκτυο είναι διαφορετική ανάλογα με το τι φύλο θα επιλέξεις να είσαι. Δίνεται έτσι στο άτομο μια μοναδική ευκαιρία να κατανοήσει την ψυχολογία, τα προβλήματα αλλά και τα πλεονεκτήματα του άλλου φύλου, γνώση η οποία μπορεί να του φανεί εξαιρετικά χρήσιμη στη φυσική πραγματικότητα. Κατά τους συγγραφείς άτομα που είχαν την εμπειρία της αλλαγής ταυτότητας φύλου στο Δίκτυο μπόρεσαν να εδραιώσουν μεγαλύτερη ευαισθησία σχετικά με ζητήματα κατανόησης του άλλου φύλου, την οποία δεν είχαν προηγουμένως. Η αλλαγή φύλου μέσα στο Δίκτυο είναι η εμφανέστερη έκφανση της δυνατότητας ανωνυμίας και του παιξίματος διαφόρων ρόλων. Παρ' όλ' αυτά, όπως και οι συγγραφείς το παρατηρούν, δεν θα πρέπει κάποιος χρήστης να εμπλέκεται σε τέτοιου είδους πρακτικές αν αισθάνεται άβολα, απειλούμενος από κάτι αόριστο ή και παγιδευμένος από την ίδια τη δυνατότητα της πολυ-επιλογής που του παρέχεται, γιατί η διαρκής εναλλαγή φύλων, υπάρχει πιθανότητα να θολώσει τα ατομικά επικοινωνιακά όρια και να εμπλέξει τον ίδιο αλλά και τα άλλα επικοινωνιακά υποκείμενα με τα οποία συνδέεται στο Δίκτυο, σε καταστάσεις τις οποίες να μην μπορούν αμφότεροι να διαχειρισθούν. Παρόμοια περιστατικά αναφέρουν οι Adamse και Motta, οι οποίοι όμως τελικά κρίνουν ως πολύ θετική την πρακτική αυτή και παροτρύνουν τους χρήστες να τη χρησιμοποιήσουν με την παρατήρηση ότι "σε τελική ανάλυση, ελπίζουμε αυτό το πλήρως απο-σωματοποιημένο επικοινωνιακό μέσο, να είναι σε θέση να αυξήσει την ευαισθησία σχετικά με το χάσμα που συνεχίζει να χωρίζει τους άνδρες και τις γυναίκες στη φυσική πραγματικότητα" [67].

 

Φιλικές και ερωτικές σχέσεις στο Διαδίκτυο

 

Ένα τμήμα των διαπροσωπικών σχέσεων που αναπτύσσονται στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή έχουν χαρακτήρα φιλικό ή/και ερωτικό. Η αίσθηση της κοινής χρήσης του συγκεκριμένου επικοινωνιακού μέσου, είναι ίσως ένα στοιχείο που πριμοδοτεί τις διαπροσωπικές σχέσεις στο Δίκτυο και αναγνωρίζεται από τους χρήστες ως ένα κατ' αρχή κοινό, θετικό σημείο ή ενδιαφέρον, πάνω στο οποίο μπορεί να στηριχθεί μια περισσότερο στενή σχέση. Το γεγονός δε της δυνατότητας ανωνυμίας, της προαιρετικής έκθεσης της εικόνας και της αίσθησης της πραγματικής απόστασης που χωρίζει τα δύο μέρη, κάνει την επικοινωνία μέσω υπολογιστή ένα πρόσφορο πεδίο για την ανάπτυξη φιλικών και ερωτικών σχέσεων μεταξύ των χρηστών.

Τα μέρη τα οποία κατ' εξοχή συνάπτονται φιλικές σχέσεις είναι τα chat-rooms του Δικτύου. Θα έλεγε κανείς ότι η ατμόσφαιρα είναι παρόμοια με τον αγαπημένο χώρο που μπορεί να συχνάζει κανείς στη φυσική πραγματικότητα: υπάρχουν πολύ συχνά τα ίδια άτομα, γνωρίζονται μεταξύ τους οι περισσότεροι, έχουν δημιουργήσει κάποιο επικοινωνιακό background ο ένας προς τον άλλο και γενικά υπάρχει ένα κλίμα συζήτησης μεταξύ κοινών γνωστών. Αυτοπροσώπως πιθανότατα ο ένας δεν έχει συναντήσει ποτέ τους άλλους και το αντίστροφο και πιθανότατα επίσης να απέχουν ο ένας από τον άλλο χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά και να μην πρόκειται να συναντηθούν ποτέ. Επίσης υπάρχει πλήρης εξουδετέρωση όλων των παραμέτρων του κοινωνικού /οικονομικού/ πολιτιστικού status μιας και όπως λέγεται "το Internet είναι ο απόλυτος εξομοιωτής". Όλοι έχουν ένα μίνιμουμ τεχνικού εξοπλισμού για να μπορούν να συνδέονται και να βρίσκονται στον ίδιο εικονικό χώρο και από εκεί και πέρα δεν μετράει απολύτως τίποτε άλλο από άποψη κατοχής ή μη οικονομικού, κοινωνικού ή πολιτιστικού κεφαλαίου. Το αν είσαι συνδεδεμένος με το υπολογιστή σου από καλύβα ή πολυτελές μέγαρο δεν μετράει ως αξία αλλά ούτε και υπάρχει δυνατότητα να μετρήσει ποτέ στο επικοινωνιακό περιβάλλον του Δικτύου. Για το λόγο αυτό οι υπέρμαχοι του το θεωρούν ως ένα καθαρά πνευματικό μέσο, αποσυνδεδεμένο από κάθε υλική αξιολογική κλίμακα. Σε αυτό το πλαίσιο της πνευματικής, νοητικής αξιολογικής κλίμακας συνάπτονται και οι φιλικές και ερωτικές σχέσεις στο Δίκτυο. Οι φιλικές σχέσεις είναι κατά το πλείστον, αποτέλεσμα της ανάγκης για επικοινωνία και στήριξη που νιώθει ο σύγχρονος άνθρωπος - κυρίως ο απομονωμένος στις δυτικές μεγαλουπόλεις. Η ανάγκη του να γνωρίζεις ότι υπάρχει κάποιος ο οποίος θα ενδιαφερθεί να σε ακούσει και να σε στηρίξει έστω και λεκτικά ή η ανάγκη απλά να "μιλήσεις" με κάποιον οδηγούν σε επιλογή κάποιου άλλου επικοινωνιακού υποκειμένου με το οποίο διαισθάνεσαι ότι υπάρχουν κοινά σημεία και ενδιαφέροντα ικανά να θεμελιώσουν κάποια προσωπική σχέση. Το επόμενο στάδιο μετά τις συναντήσεις στα chat-rooms, τα οποία είναι η "δημόσια" συνάντηση και γνωριμία, είναι η ανταλλαγή προσωπικών μηνυμάτων μέσω e-mail, διαδικασία ιδιωτική και κατά κανόνα ασφαλής (αν και υπάρχουν και αντίθετες απόψεις σχετικά με το ασφαλές της διαδικασίας των e-mails [68]). Οι συγγραφείς που ασχολούνται με το ζήτημα, αναφέρουν ο καθένας από ένα πλήθος περιστατικών και παραδειγμάτων που αναφέρονται σε φιλικές σχέσεις οι οποίες δημιουργήθηκαν μέσα στο Δίκτυο και προσέφεραν σημαντική στήριξη στα μέρη που τις αποτελούσαν.
Οι ερωτικές σχέσεις στο Δίκτυο είναι ένα άλλο ιδιαίτερο θέμα διαπροσωπικών σχέσεων στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή, το οποίο για πολλούς λόγους είναι από τα δημοφιλέστερα θέματα συζήτησης σχετικά με το Internet. Ο Jean Francois Perreault το θέτει καθαρά ως θέμα ελλείψεως σε σύνδεση με τη φυσική πραγματικότητα:
"Σε μερικούς φαντάζει πολύ "εξωτικό" το να έχουν ερωτική σχέση μέσα από το Internet, πέρα από το γεγεγονός του νεωτερισμού που φέρνει το μέσο από μόνο του. Είναι σαν η παρουσία του εραστή ή της ερωμένης σου να εισέρχεται στο σπίτι σου χωρίς το συγκεκριμένο άτομο να βρίσκεται με τη φυσική του υπόσταση παρόν, γεγονός που φαντάζει λίγο μαγικό. Σε ένα περισσότερο προσγειωμένο επίπεδο, οι άνθρωποι οδηγούνται στα ειδύλλια μέσω υπολογιστή για τους ίδιους λόγους περίπου που οδηγούνται και στη φυσική πραγματικότητα - είτε αν έχουν μια ερωτική σχέση στην φυσική πραγματικότητα, είτε όταν αισθάνονται ότι κάτι τους λείπει από τη σχέση τους στη φυσική πραγματικότητα. Στο Internet μπορούν όντος να βρουν αυτό το κάτι που τους λείπει ή, λόγω της κυρίαρχης ανωνυμίας του κυβερνοχώρου η οποία αφήνει πολύ χώρο στη φαντασία των χρηστών, να νομίζουν ότι βρήκαν αυτό που τους λείπει" [69].
Οι Adamse και Motta, συγκρίνουν και αυτοί τις δύο πραγματικότητες και τα δύο επικοινωνιακά πλαίσια αλλά ρίχνουν το κυρίως βάρος στην ασφάλεια:
"Οι σχέσεις στην φυσική πραγματικότητα όσο πάνε γίνονται και πιο περίπλοκες. Η εξάπλωση ασθενειών οι οποίες μεταδίδονται μέσω του sex έχουν κάνει το κλασσικό πρότυπο "το-αγόρι-συναντά-το-κορίτσι" να ακούγεται αναχρονιστικό. Αν προσθέσει κανείς σε αυτό και τα αυξανόμενα κρούσματα συναισθηματικής και βιολογικής κακοποίησης μέσα στις σχέσεις ή τους βιασμούς στα πρώτα ραντεβού (date rape), θα έχει μια εικόνα η οποία είναι πολύ προβληματική. Όλη αυτή η ατμόσφαιρα δημιουργεί ένα κλίμα έλλειψης εμπιστοσύνης, αβεβαιότητας και ανασφάλειας. Ο βασικός δρόμος που οδηγεί στην αναζήτηση ερωτικού συντρόφου, συχνά έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με τις βασικές κατευθύνσεις της αυτοαντίληψης μας. Το Internet μέσα σ' όλα αυτά, παρέχει σε πολλούς μια "περιοχή ασφαλείας", στην οποία οι άνθρωποι μπορούν να συναντιούνται και να γνωρίζονται με ένα περισσότερο ελεγχόμενο τρόπο. Η απόφαση να εμπλακούν περισσότερο ή όχι σε ένα ειδύλλιο, τείνει να απασχολεί όλο και περισσότερο τους χρήστες, οι οποίοι έχουν την αίσθηση της ασφάλειας στις αποφάσεις τους. Εάν ο σύντροφός τους δεν είναι ακόμη έτοιμος να προχωρήσει περισσότερο στη σχέση, τότε οι ίδιοι δεν αισθάνονται τόσο τρομερή πίεση, όσο πιθανόν να αισθάνονταν σε μια σχέση της φυσικής πραγματικότητας" [70] .
Το θέμα φυσικά στο οποίο αυτή η έννοια της ασφάλειας βρίσκει την πεμπτουσία της, είναι το θέμα του σεξ. Η λέξη είναι ήδη γνωστή σε όλους (cybersex), είτε έχουν, είτε δεν έχουν σχέση με την επικοινωνία μέσω υπολογιστή, μιας και αναφέρεται σχεδόν παντού. Οι εικόνες που πιθανόν να έχει κανείς στο μυαλό του θα αναφέρονται σε ανθρώπους οι οποίοι θα είναι καλωδιωμένοι με τους υπολογιστές τους, φορώντας κράνη και στολές, προσπαθώντας να φθάσουν στην ερωτική κορύφωση. Αυτό είναι μια άποψη. Πιθανότατα και η πιο εξωτική αλλά σε καμία περίπτωση η άποψη που ανταποκρίνεται στην καθημερινή πρακτική των χρηστών. Συσκευές εικονικής πραγματικότητας και πειράματα virtual sex η αλήθεια είναι ότι γίνονται, αλλά ευρεία χρήση του ανάλογου εξοπλισμού δεν υπάρχει ακόμη. Συσκευές εικονικής πραγματικότητας με τον ανάλογο εξοπλισμό πωλούνται στο εμπόριο (και στην Ελλάδα αλλά όχι σε ευρεία κλίμακα) αλλά η τιμή τους ακόμη είναι γενικά απαγορευτική και οι χρήσεις της ακόμη πολύ συγκεκριμένες (ιατρική, αρχιτεκτονική ή και ψυχαγωγικά παιχνίδια). Οπότε η συγκεκριμένη εικόνα που περιγράψαμε προ ολίγου, βρίσκεται ακόμη σε επίπεδο έρευνας. Η καθημερινή πραγματικότητα των χρηστών οι οποίοι έχουν εμπειρίες cybersex περιορίζονται σε δύο επίπεδα: στην ανταλλαγή γραπτών μηνυμάτων σεξουαλικού περιεχομένου και στην έκθεση της εικόνας του ενός στον άλλο με τη χρήση κάμερας, όπου η υπόθεση περνάει περισσότερο σε ένα επίπεδο επιδεικτικού αυτοερωτισμού. Και στις δύο περιπτώσεις ο χώρος που αφήνεται στην φαντασία είναι απαραίτητα μεγάλος για να πραγματοποιηθεί η πράξη. Στο λεκτικό επίπεδο, τα μηνύματα έχουν το χαρακτήρα ανταλλαγής φαντασιώσεων, όπου ο ένας συνεχίζει την κοινή του φαντασίωση με τον άλλο. Οι Adamse και Motta αναφέρουν ότι οι άνδρες χρήστες είναι συνήθως περισσότερο επιρρεπείς στο να εμπλέκονται σε καταστάσεις cybersex αλλά και αυτοί που ζητούν πρώτοι από τη συνομιλήτριά τους να τους αναφέρει τη σωματική της περιγραφή. Η φυσική εικόνα αποτελεί βασική ανάγκη, η οποία δεν παρακάμπτεται αφ' ενός τόσο εύκολα και αφ' ετέρου αποτελεί και το έναυσμα για τη δημιουργία κοινής φαντασίωσης σε λεκτικό επίπεδο. Σε επίπεδο ανταλλαγής εικόνων μέσω video και μηνυμάτων μέσω μικροφώνου τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η εικόνα υπάρχει, οι φαντασιώσεις ανταλλάσσονται λεκτικά και τα υπόλοιπα κινούνται - περίπου αναγκαστικά - στο χώρο του αυτοερωτισμού. Η πρακτική αυτή είτε της λεκτικής, είτε της φωνητικής ανταλλαγής φαντασιώσεων, θεωρείται από πολλούς ότι προκρίνει και μια συνολική βελτίωση στη σεξουαλική πρακτική της φυσικής πραγματικότητας, μια και υπάρχει ένας χώρος "προπόνησης" της φαντασίας, η οποία μπορεί να λειτουργήσει και στο πραγματικό επίπεδο, αυξάνοντας την ευαισθησία, το προκαταρκτικό στάδιο (foreplay) και τη συνολική σεξουαλική τεχνική. Αυτό που δεν αναφέρεται είναι και η πιθανότητα να δημιουργηθούν σεξουαλικές φαντασιώσεις, οι οποίες να λειτουργούν άριστα στο επίπεδο των φαντασιώσεων αλλά στο επίπεδο της πραγματοποίησής των στη φυσική πραγματικότητα να είναι πιθανόν ικανές να προκαλέσουν βλάβες (π.χ. σαδομαζοχισμός, νεκροφιλία κλπ). Βέβαια στο σημείο αυτό, συνειδητά αποφεύγουμε κάθε αξιολογική κρίση περί του (νομικά) επιτρεπτού ή μη, του παρεκκλίνοντος ή μη, του "φυσιολογικού" ή του "μη φυσιολογικού" των πρακτικών αυτών, μια και η συζήτηση αυτή αποτελεί από μόνη της έντονα ενδιαφέρον πεδίο αντιπαράθεσης απόψεων, το οποίο όμως δεν εμπίπτει στη θεματολογική κατεύθυνση του παρόντος κειμένου.
Η προσομοίωση της φυσικής πραγματικότητας έχει περάσει σε υψηλό επίπεδο γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα. Ο Mark Slouka αναφέρει ότι οι περσόνες (avatars) των χρηστών μεταξύ των υπολοίπων προσομοιωτικών φαινομένων που εμφάνισαν στο δίκτυο (π.χ. δικηγορικά γραφεία, ιατρεία, εκδόσεις εφημερίδων, κλπ), άρχισαν να παντρεύονται, να ζουν σαν οικογένειες ακόμη και να παίρνουν διαζύγια [71]. Οι Adamse και Motta προχωρούν παραπέρα στη λογική αυτή και αναφέρουν ως κοινές πρακτικές μεταξύ των χρηστών του Δικτύου τις έννοιες του "virtual virginity" ("εικονική παρθενία", η οποία όπως εξηγούν "αναφέρεται στο γεγονός ότι ο χρήστης δεν έχει εμπλακεί ποτέ σε εικονικό σεξ μέσα στο Internet"), των "cyberphysicals" (όρος ο οποίος ακριβώς δεν μεταφράζεται αλλά είναι κοντά στο "κυβερνοφυσικότητες" - το οποίο βέβαια είναι τελείως αδόκιμο - και αναφέρεται στη διάλεκτο που χρησιμοποιείται κατά το cybersex και περιλαμβάνει ένα κράμα από λέξεις της φυσικής πραγματικότητας σχετικές με το θέμα και άλλες οι οποίες είναι επινόηση των χρηστών του κυβερνοχώρου), "cybermate" ("κυβερνοσύντροφος", λέξη γενικά για την έννοια της ερωτικής σχέσης με άλλο άτομο στο Δίκτυο), "one-hight cyberstand" ("εικονικό σεξ της μιας νύχτας", και όχι σχέση φυσικά) και "online husband" (OH) - "online wife" (OW) (" ο/η εικονικός σύζυγος" σχέση η οποία θεωρείτε τυπική μετά τον online wending, τον εικονικό γάμο δηλαδή, παράδειγμα του οποίου αναφέρουν οι συγγραφείς [72]). Η συνέχεια αυτών των ερωτικών σχέσεων στο Δίκτυο είναι σχεδόν πάντα, η προσπάθεια να συναντηθούν αυτοπροσώπως, όσο κι αν κάτι τέτοιο είναι δύσκολο λόγω της πιθανής απόστασης που χωρίζει τα δύο μέρη. Το από εκεί και πέρα τι γίνεται, είναι ένα θέμα το οποίο μόνο κατά περίπτωση μπορεί να εξετασθεί, μιας και οι παράμετροι της φυσικής πραγματικότητας αλλά και η ίδια, η αυθεντική σωματικότητα και το φυσικό σεξ, μετρούν τελείως διαφορετικά από το on line επίπεδο, όπως είναι άλλωστε προφανές. Αναφέρονται παραδείγματα τα οποία κατέληξαν σε φυσικούς γάμους και σε οικογένειες στο φυσικό κόσμο που δημιουργήθηκαν με τον τρόπο αυτό, όπως αναφέρονται και παραδείγματα τα οποία κατέληξαν σε γενική απογοήτευση και ασυμφωνία αλλά και μερικά παραδείγματα στα οποία όχι μόνο δεν καρποφόρησαν τα on line ειδύλλια αλλά η εμπλοκή των μερών σε αυτά είχε συνέπειες σε οικογενειακές υποθέσεις της φυσικής πραγματικότητας με μετέπειτα οδυνηρές συνέπειες.


Η αλήθεια είναι ότι οι ερωτικές σχέσεις στο Δίκτυο δεν μπορούν να θεωρηθούν ολοκληρωμένες και άρτιες αν παραμείνουν σε αυτό το επίπεδο. Η φυσική σωματική επαφή, είναι ανθρώπινη ανάγκη και κανείς δεν είναι σε θέση να το αρνηθεί. Άρα μόνο ως ένα προστάδιο αναγνωριστικής συνάντησης και γνωριμίας μπορεί να θεωρηθεί ο κυβερνοχώρος και όχι ως τόπος ολοκλήρωσης μιας ερωτικής σχέσης, όσες προσωμοιωτικές της πραγματικότητας προσπάθειες κι αν καταβάλλονται από τους χρήστες. Με τη λογική αυτή, όσα παραδείγματα κι αν παραθέσει κανείς γραπτώς για να υποστηρίξει τις απόψεις του σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα, δεν πρόκειται να έχουν το βάρος της προσωπικής, ατομικής εμπειρίας, η οποία παίζει καταλυτικό ρόλο για την κατανόηση του είδους των σχέσεων αυτών μέσα στο Δίκτυο.

 

Το πέρασμα από το Ατομικό στο Κοινωνικό - Η "ατομική κοινωνικότητα" του Διαδικτύου

 

Αναφέραμε σε πολλά σημεία του κειμένου προηγουμένως την ύπαρξη ομάδων και "κοινοτήτων" μέσα στο χώρο του Δικτύου. Το σημείο αυτό στο χώρο της θεωρίας είναι από τα περισσότερο δημοφιλή και οι εντονότερες αντιπαραθέσεις απόψεων αφορούν την ύπαρξη και τη λειτουργία των κοινοτήτων αυτών.Οι ορισμοί της κοινότητας είναι εξαιρετικά πολλοί σε αριθμό, ιδιαίτερα στον τομέα της Κοινωνιολογίας [73]. Η έννοια και στον τομέα της Ψυχολογίας/Κοινωνικής Ψυχολογίας παραλλάσσει αρκετά. Για το λόγο αυτό είναι προτιμότερο να μην αναλωθούμε σε μια μακρά παράθεση ορισμών της έννοιας για τη μεταξύ τους σύγκριση μιας και η ουσία του θέματος δεν βρίσκεται τόσο σε επίπεδο θεωρητικών ορισμών, όσο σε επίπεδο διαπίστωσης μιας κοινής πρακτικής στο Δίκτυο και ενός φαινομένου το οποίο βρίσκεται ακόμη σε διαδικασία δημιουργίας.


Από κοινωνιολογική άποψη ο βασικός ορισμός της έννοιας της κοινότητας προέρχεται από το Max Weber (χωρίς η λέξη "βασικός" να ορίζει καμμία αντικειμενική αξιολόγηση του πλήθους των ορισμών), ο οποίος προσανατολίζεται στην κατεύθυνση της διϋποκειμενικότητας, στη βάση της οποίας οι άνθρωποι ως υποκείμενα προσανατολίζουν τη δράση τους πάντοτε προς τους άλλους, δημιουργώντας μια σχέση συνύπαρξης και κοινωνικής λειτουργικότητας [74]. O George Gurvitch κινούμενος σε ένα ενδιάμεσο επίπεδο μεταξύ Κοινωνιολογίας και Ψυχολογίας (αν μπορούμε να υποθέσουμε την ύπαρξη κάποιου τέτοιου ευδιάκριτου επίπεδου), στρέφεται στο ζήτημα της ετερότητας όπως αυτό παρουσιάζεται στο συλλογικό επίπεδο και το θέτει ως κριτήριο της μετάβασης του ατομικού στο συλλογικό, ορίζοντας τη λειτουργία της κοινότητας ως "τη συγχώνευση του Εγώ στον Άλλο" [75].
Σε επίπεδο Κοινωνικής Ψυχολογίας η κοινότητα ορίζεται από τον Κλήμη Ναυρίδη ως σχηματισμός στον οποίο "υπάρχουν πολλά άτομα με λιγότερη μεταξύ τους αλληλεπίδραση απ' ότι σε έναν οργανισμό, αλλά που οι σχέσεις τους παρ' όλ' αυτά βασίζονται σε κάποιους στοιχειώδεις κανόνες. Τα μέλη μιας κοινότητας διακρίνονται από την κοινή τους ιδιότητα να ανήκουν σε αυτήν, από την οποία απορρέουν και ορισμένα κοινά τους προβλήματα και ενδιαφέροντα. Η κοινή αυτή ιδιότητα μπορεί να είναι λ.χ. ότι κατοικούν στο ίδιο τόπο, στο ίδιο χωριό, στην ίδια γειτονιά, στην ίδια πολυκατοικία ή ότι ανήκουν στην ίδια εθνική μειονότητα... ή ότι παρουσιάζουν το ίδιο πρόβλημα υγείας..." [76].
Ο Nessim Watson αναφέρει δύο ορισμούς της κοινότητας από το "Random House Dictionary of the English Language", από τους οποίους και εκκινεί τα σχόλια του: "Κοινότητα είναι μια κοινωνική ομάδα οποιουδήποτε μεγέθους, τα μέλη της οποίας βρίσκονται σε μια συγκεκριμένη κοινή τοποθεσία, μοιράζονται κοινή διακυβέρνηση και συχνά έχουν κοινή κουλτούρα και κληρονομιά" και "Κοινότητα είναι μια ομάδα η οποία διακρίνεται από κοινά χαρακτηριστικά και ενδιαφέροντα και γίνεται αντιληπτή είτε από τα μέλη της, είτε από τους άλλους, ως σαφώς διακρινόμενη μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο υπάρχει" [77].
Καταλαβαίνει κανείς ότι το κοινό ερώτημα στο οποίο προσπαθούν να απαντήσουν οι ορισμοί της κοινότητας, είναι αναφορικά με την ανεύρεση του κοινού αυτού συνδετικού στοιχείου μεταξύ των μελών της κοινότητας και τη λειτουργία του συνδετικού αυτού στοιχείου ως προς τη διάκριση της κοινότητας ως τέτοιας μέσα στον ευρύτερο κοινωνικό σχηματισμό. Αν πάρει κανείς ως κοινό συνδετικό στοιχείο την ταυτόχρονη παρουσία των μελών σε ένα συγκεκριμένο χώρο, τότε σαφώς προκύπτει το ερώτημα του ορισμού του χώρου αυτού. Είναι ουσιαστικά το ίδιο το ερώτημα περί της αποδοχής ή μη των διαφόρων ειδών της πραγματικότητας. Ως "χώρος" νοείται εδώ και ο εικονικός χώρος ή όχι; Ανάλογα με την απάντηση που θα δώσει κανείς, θα προχωρήσει και στη συνέχεια της εξέτασης του ζητήματος. Ομως το σκεπτικό αυτό - αν και λογικά φαίνεται να είναι το πιο πρόσφορο για να εκκινήσει κάποιος - είναι λανθασμένο. Η συνδετική ουσία των μελών της κοινότητας δεν μπορεί να ορίζεται χωρικά και πιθανόν να μην ορίζεται σε κανένα υλικά περιγράψιμο επίπεδο. Η κοινότητα προσομοιάζοντας κατά πολύ στο μέγεθος αλλά και στη λογική λειτουργίας με την ομάδα - μόνο που οι δεσμοί είναι πιθανόν χαλαρότεροι λόγω του μεγαλυτέρου αριθμού μελών - στηρίζεται κατά βάση σε ένα "διατομικό βίωμα", στο βίωμα της "διατομικής πραγματικότητας", έτσι ώστε η ομαδική (αλλά και η κοινοτική) πραγματικότητα να αποτελεί "ψυχοκοινωνική κατασκευή"[78]. Αυτό σημαίνει ότι δημιουργείται ένα πεδίο δυναμικής στην κοινότητα ανάλογο με το πεδίο δυναμικής της ομάδας, σύμφωνα με τη θεωρία του Kurt Lewin [79]. Υπάρχει δηλαδή ένα πεδίο δημιουργίας αλληλεπίδρασης ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας αλλά και ανάμεσα σε εκείνα και το περιβάλλον τους αποτελώντας ένα σύνολο δομής (Gestalt), μέσα από το οποίο ουσιαστικά και ορίζεται η ίδια η κοινότητα. Έχοντας αυτό υπόψη ως το βασικό σημείο εκκίνησης αφήνουμε κατά μέρος χωρικά ζητήματα αναγκαστικής αυτοπρόσωπης παρουσίας και μεταφέρουμε την έννοια της κοινότητας περισσότερο σε ένα επίπεδο ψυχικού δεσμού. Ο αντίλογος πάνω σε αυτό πιθανόν να εκφράζονταν ως προς το αν η αλληλεπίδραση των μελών μιας κοινότητας να μην είναι αρκετά ισχυρή λόγω του αριθμού, ώστε να δημιουργηθεί πεδίο δυναμικής ικανό να ορίσει μια ενιαία και σχετικά πυκνή δομή, όπως αυτή της ομάδας. Όμως αυτό εμφανίζεται εν προκειμένω περισσότερο σαν θέμα ποσότητας παρά σαν θέμα ποιότητας. Η ύπαρξη της αλληλεπίδρασης είναι δεδομένη και αυτό είναι το σημαντικό στοιχείο του θέματος. Η ποσότητα της αλληλεπίδρασης αυτής περιπτωσιολογικά κρίνει την ένταση της δυναμικής, μιας και κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί την ύπαρξη ισχυρής δυναμικής σε μια κοινότητα αναλόγως του θέματος που θα κινητοποιήσει τα μέλη της. Ποιοτικά εξεταζόμενη λοιπόν η έννοια της κοινότητας, περιλαμβάνει στους ορισμούς της την έννοια της συνέχειας, της διαχείρισης ενός συστήματος χαλαρής ή μη διακυβέρνησης και την από κοινού διακίνηση και παραδοχή μιας συγκεκριμένης κουλτούρας είτε με την έννοια της κληρονομιάς, είτε με την έννοια της εκ νέου δημιουργίας. Υπό την οπτική αυτή ο συνεκτικός δεσμός των μελών της κοινότητας είναι η διαχείρηση/διακίνηση του μεταξύ τους αποδεκτού "συμβολαίου" της δημιουργίας της συγκεκριμένης ψυχοκοινωνικής κατασκευής, δηλαδή της ίδιας της κοινότητας.


Η διαχείριση αυτής της κοινής ψυχοκοινωνικής κατασκευής, χρειάζεται για να λειτουργήσει την ύπαρξη κοινών σημείων αναφοράς, μεταξύ των μελών. Αυτά τα κοινά σημεία αναφοράς οι υπέρμαχοι της έννοιας των εικονικών κοινοτήτων (MacKinnon, Rheingold, Heim, Benedikt, Turkle) τα τοποθετούν στο χώρο της εικονικής πραγματικότητας, στον κυβερνοχώρο. Είναι σαφές επίσης ότι πιστεύουν πως η έννοια των εικονικών κοινοτήτων αποτελεί το βασικότερο σημείο λειτουργίας και παραγωγής του ιδιαίτερου εκείνου είδους κουλτούρας της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή της κυβερνοκουλτούρας (cyberculture). Ο Howard Rheingold ορίζει τις εικονικές κοινότητες ως "εκείνα τα κοινωνικά σύμφωνα τα οποία πηγάζουν από το Δίκτυο και συνίστανται στο ότι ένας ικανός αριθμός ατόμων διεξάγει για μακρές δημόσιες συζητήσεις με την επαρκή εμπλοκή του ανθρωπίνου συναισθήματος, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός πλέγματος διαπροσωπικών σχέσεων στον κυβερνοχώρο" [80]. Ο Richard MacKinnon δίνει έναν ορισμό της εικονικής κοινότητας σε συνδυασμό με τον ορισμό της εικονικής πραγματικότητας: "Η Κυβερνοκοινωνία είναι η ανάδυση της κοινότητας μέσα από ένα πολύπλοκο πλέγμα κοινωνικών σχηματισμών, σε ένα χώρο οποίος ενεργοποιείται από τη μεσολάβηση της τεχνολογίας. Με πιο απλά λόγια είναι η κοινωνία μέσα στην εικονική πραγματικότητα ή ο αλλιώς λεγόμενος κυβερνοχώρος" [81].
Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως η επικοινωνία μέσω υπολογιστή στηρίζεται σε ένα πλήρως απο-σωματοποιημένο μέσο και με την έννοια αυτή, η ψυχοκοινωνική κατασκευή της εικονικής κοινότητας, στηρίζεται στο ψυχικό (στο "πνευματικό" κατά τον Heim) το οποίο, κατά το δεδομένο επικοινωνιακό πλαίσιο, είναι ταυτόχρονα και το κοινωνικό. Στο σημείο αυτό υποστηρίζουμε την εξής άποψη: στο ατομικό/ψυχικό επίπεδο της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή, τα πράγματα είναι σχετικά απλά και ξεκάθαρα. Οι όποιες διαφορές υπάρχουν μόνο στο επίπεδο της επιλογής πρακτικής από το χρήστη και μετά στο επίπεδο λειτουργίας του επικοινωνιακού πλαισίου. Στο επίπεδο όμως του κοινωνικού/ψυχικού στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή, το ψυχικό παραμένει σε βαθμό υψηλότερο από ότι συμβαίνει στην φυσική πραγματικότητα. Αυτό συμβαίνει διότι στο Δίκτυο δεν υπάρχουν θεσμικές λειτουργίες οι οποίες να ορίζουν σαφή όρια μεταξύ του ατομικού και του συλλογικού και ο κυρίως διαχωρισμός - αν και είναι υπαρκτός - παρ' όλ' αυτά και ως λειτουργία, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ουσία του Δικτύου παραμένει ατομική. Χωρίς να παρουσιάζεται λοιπόν ως αυτοαναιρούμενος όρος, το Δίκτυο φαίνεται να λειτουργεί στο πλαίσιο μιας "ατομικής συλλογικότητας" ή μιας "ατομικής κοινωνικότητας", η οποία μπορεί το ίδιο άνετα να ορισθεί και ως "κοινωνική ατομικότητα". Η έλλειψη θεσμικών λειτουργιών και θεσμικού πλαισίου (μια και δεν υπάρχει σωματικότητα ή υλικότητα στο Δίκτυο, ώστε να ασκείται η οποιαδήποτε γνωστή μορφή θεσμικής εξουσίας, πεδίο άσκησης της οποίας, κατά τον Michael Foucault, είναι το σώμα [82], για το οποίο πλέον σήμερα η ποινή της τιμωρίας και του σωφρονισμού ξεπερνάει τη σωματική πραγματικότητα), μεταφέρει - χωρίς όμως να κάνει και ακριβώς ταυτόσημη - την έννοια του κοινωνικού στο χώρο του ψυχικού, που κατά κανόνα κυριαρχείται από το ατομικό. Η θεσμικές λειτουργίες οι οποίες αποτελούν και τις σαφείς διακριτικές γραμμές μεταξύ του ατομικού και του συλλογικού, στον Κυβερνοχώρο δεν υπάρχουν ως παρεπόμενο της έλλειψης οποιασδήποτε θεσμικής συλλογικής ή ατομικής εξουσίας του ενός χρήστη απέναντι στον άλλο. Στο Internet κανείς δεν είναι δυνατό να ελέγχει κεντρικά τα πάντα - το πολύ να ελέγχει έναν ή και περισσότερους κόμβους, γεγονός το οποίο όμως σε καμία περίπτωση δεν του προσδίδει δύναμη άσκησης εξουσίας σε ευρύ πεδίο. Η αποκέντρωση είναι η ουσία της ελευθερίας στο Δίκτυο και πρόκειται για μια αποκέντρωση η οποία ξεκινώντας από την τεχνολογική δομή του Δικτύου, περνάει στη λογική των χρηστών και καταλήγει στην ατομική πρόσληψη του περιβάλλοντος από τον κάθε χρήστη.
Ο αντίλογος που εμφανίζεται και πάλι ως προς την ύπαρξη και λειτουργία των εικονικών κοινοτήτων στηρίζεται στο "φαντασιακό" της κατασκευής αυτής. Ο Mark Slouka αναφέρεται σε μια από τις πιο δημοφιλείς και πολυπληθείς εικονικές κοινότητες, το Lambda House ή LambdaMOO (όπως είναι γνωστό στο χώρο του Δικτύου) και εξετάζει τους όρους πρόσληψής της από τους χρήστες:
"Για να βρεθείς πραγματικά στον κυβερνοχώρο απαιτείται ένα μόνο πράγμα: αυτός που θα εισέλθει να παίρνει ότι ισχύουν κυριολεκτικά και κατά γράμμα, ότι στην ουσία αποτελεί μια τεράστια μεταφορά. Πράγμα το οποίο σημαίνει ότι αποδέχεσαι το πως η φράση "τώρα μπαίνεις σε ένα μπλε δωμάτιο, με ένα μικρό τραπεζάκι και τρεις ξύλινες καρέκλες", είναι κάτι παραπάνω από απλές λέξεις γραμμένες στην οθόνη του υπολογιστή σου. Σημαίνει ότι προσλαμβάνεις έναν κειμενικό κόσμο ως σα να ήταν φυσική πραγματικότητα. Από πολλές απόψεις το LambdaMOO έμοιαζε με τον κόσμο που υπάρχει στα λογοτεχνικά βιβλία. Με μια σημαντική διαφορά: στον κυβερνοχώρο, οι χαρακτήρες μπορούν να σου ανταπαντήσουν, μπορούν να αναλάβουν τον έλεγχο της κατάστασης, μπορούν να σου προσφέρουν τη φιλία τους ή να σε ταπεινώσουν μέχρι να βάλεις τα κλάματα" [83].
Η άποψη του Slouka στην πραγματικότητα αναφέρεται σε μια αντίληψη της κοινότητας η οποία λαμβάνει ως κρίσιμο σημείο, την ταυτότητα του χώρου. Και είναι λογικό. Στο επίπεδο των επικριτών του Κυβερνοχώρου, δεν συμφέρει να τοποθετηθεί το διακριτικό γνώρισμα της κοινότητας στην ψυχική διακίνηση εσωτερικού δεσμού των μελών, γιατί αυτό ακριβώς, υπό μια έννοια, είναι και η πεμπτουσία του Κυβερνοχώρου. Άρα το μοναδικό ασφαλές σημείο κριτικής είναι η έλλειψη της αίσθησης του φυσικού χώρου ως σημείου αναφοράς της λειτουργίας της κοινότητας, μια και αυτό παρουσιάζεται ως το βασικό κριτικό επιχείρημα κατά της εικονικής πραγματικότητας γενικά.
Ενα από τα προβλήματα που φαίνεται να προκύπτουν μέσα στις εικονικές κοινότητες, είναι και οι τρόποι αντιμετώπισης των παρεκλίνουσων συμπεριφορών των μελών. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει το οποιοδήποτε θεσμικό και κατ' επέκταση (εικονικά) νομικό πλαίσιο, πώς αντιμετωπίζονται οι αξιόποινες πράξεις στον Κυβερνοχώρο; Βέβαια, εδώ ο αντίλογος πιθανόν να αρχίσει από την ίδια τη διατύπωση της ερώτησης: "πράξεις"; ποιες "πράξεις"; Σε φυσικό, επίπεδο υλικών συνεπειών, δεν πράττεται απολύτως τίποτε. Δεν είναι πράξη με τον υπολογιστή (hacking σε κωδικούς ασφαλείας, π.χ.) αλλά είναι "πράξη" η οποία "συμβαίνει" σε έναν χώρο που πρακτικά, φυσικά, υλικά μιλώντας, δεν υπάρχει; Άρα τι είναι αυτό που διαπράττεται;


Θα ξεκινήσουμε από τα τρία γνωστά παραδείγματα της βιβλιογραφίας, τα οποία ορίζουν και τις διαφοροποιήσεις των επιπέδων. Η πρώτη είναι η περίπτωση του Kevin Mitnick, ο οποίος αποτελεί το όνομα - θρύλος για το παγκόσμιο κύκλωμα των hackers (άτομα με εξαιρετικές ικανότητες στον χειρισμό των υπολογιστών, οι οποίοι ασχολούνται με το σπάσιμο των κωδικών ασφαλείας στα υψηλής ασφαλείας ηλεκτρονικά ανά τον κόσμο συστήματα, όπως αυτά των Τραπεζών, Υπουργείων, πολυεθνικών επιχειρήσεων ή και κρατικών οργανισμών). Ο Mitnick αρχίζοντας από την ηλικία των 17 ετών διέπραξε μια σειρά "επιθέσεων" σπάζοντας με επιτυχία τους κωδικούς τραπεζών και τηλεφωνικών εταιρειών και αλλοιώνοντας τις πληροφορίες προκαλώντας το χάος. Η τελευταία του επίθεση ήταν στον προσωπικό υπολογιστή του Τσουτόμου Σιμομούρα ενός Ιάπωνα πρώην hacker, ο οποίος έχοντας περάσει από την "άλλη πλευρά" ήταν πλέον υψηλό στέλεχος πολυεθνικής στον έλεγχο ασφαλείας και προστασίας των ηλεκτρονικών κυκλωμάτων. Παρά τις δεξιοτεχνικές προσπάθειες του Mitnick, η ακριβής τοποθεσία από την οποία συνδεόταν στο Δίκτυο κατόρθωσε να εντοπισθεί από τον αντίπαλό του, με αποτέλεσμα ο Mitnick να συλληφθεί. Μεταξύ των υπολοίπων στην ποινή του προβλέπονταν κατά τη φυλάκισή του η απαγόρευση χρήσης κάθε είδους πληκτρολογίου, ακόμη και του τηλεφωνικού καντράν, θεωρώντας τον ως ιδιαίτερα επικίνδυνο άτομο κατά την επαφή του με τα συγκεκριμένα αντικείμενα [84]. Η δραστηριότητα του Mitnick δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας γύρω από το ζήτημα. Παρά την όποια ιδεολογική πρόθεση την οποία είχε, ο υπολογιστής κατείχε ως προς αυτό την θέση του "όπλου του εγκλήματος" και οι συνέπειες της δράσης του, είχαν αντίκτυπο στην φυσική πραγματικότητα, οπότε ο ουσιαστικός χώρος διάπραξης των εγκλημάτων για τα οποία κατηγορήθηκε, ήταν η φυσική και όχι η εικονική πραγματικότητα. Ο Mitnick αντιμετωπίσθηκε ως ένας διαρρήκτης ο οποίος αντί για κατσαβίδι και αντικλείδια, χρησιμοποιούσε πληκτρολόγιο και ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η ποινή του, ήταν ποινή που αφορούσε τη φυσική πραγματικότητα καθώς και τη σωματική ύπαρξη αυτού του ιδίου και ως τέτοια εκτελέσθηκε με τη φυλάκισή του. Άρα για την περίπτωση του, η έννοια της πράξης, με την συνεπαγωγή ευθέων αποτελεσμάτων στο υλικό επίπεδο, ισχύει περίπου χωρίς αμφιβολία.
Οι δύο επόμενες περιπτώσεις, είναι οι μοναδικές δημόσια γνωστές περιπτώσεις "βιασμού" στον κυβερνοχώρο. Η πρώτη απ' αυτές είναι η υπόθεση του Jake Baker, ενός φοιτητή στο Πανεπιστήμιο του Michigan, ο οποίος μαζί με κάποιο άλλο άτομο ονόματι Jerry και του οποίου η πραγματική ταυτότητα δεν έγινε τελικώς γνωστή, κράτησαν "κλειδωμένη", "βίασαν" και τελικώς "δολοφόνησαν" κάποια άλλη γυναίκα χρήστη με εξαιρετικά βίαιο τρόπο. Εδώ να σημειώσουμε βέβαια ότι όλα αυτά διεπράχθησαν όχι από τα πραγματικά άτομα αλλά από τις περσόνες των δύο δραστών στην περσόνα του θύματος στο Δίκτυο. Ο Baker για το αδίκημα του εικονικού βιασμού, βασανισμού και φόνου, συνελήφθη τελικά (στη φυσική πραγματικότητα) με μια κατηγορία η οποία περίπου στην ελληνική πραγματικότητα αντιστοιχεί με το αδίκημα της απειλής άσκησης βίας. Εκδιώχθηκε από το Πανεπιστήμιό του για διακινδύνευση της υγείας και της τάξης των συμφοιτητών του (παρά του ότι το θύμα, δεν αναφέρεται πουθενά ότι ήταν μέλος του Πανεπιστημίου του). Ο έτερος δράστης του εγκλήματος ο Jerry, πιθανολογείται τελικά ότι επρόκειτο για επιπλέον περσόνα του ιδίου του Baker. Η δικαιοσύνη τελικά απεφάνθη, ότι παρά το γεγονός ότι η περσόνα του θύματος με βεβαιότητα βιάσθηκε και δολοφονήθηκε εικονικά, και προκλήθηκε φόβος και ψυχική ταραχή από το γεγονός αυτό, το θύμα δεν βλάφτηκε από το δράστη κατά κανένα φυσικό τρόπο από τον Baker και για την ακρίβεια η σωματική τους επαφή ήταν μηδενική [85].
Η επόμενη υπόθεση είναι η πιο γνωστή απ' όλες και έλαβε χώρα στην κοινότητα LambdaMOO. Αναφέρεται ως υπόθεση του "Mr Bungle" κατά την οποία ένας χαρακτήρας με το όνομα Mr. Bungle, ο οποίος αυτοπεριγραφόταν με τη δυνατόν ασχημότερη και κακή εικόνα, επιτέθηκε στις περσόνες των υπολοίπων που βρισκόταν τη στιγμή εκείνη εξευτελίζοντάς τους και αναγκάζοντας (τις περσόνες τους) να βιάζονται μόνες τους με διάφορα αιχμηρά αντικείμενα όπως τραπεζομάχαιρα. Για το σκοπό αυτό είχε κατασκευάσει μια κούκλα voodoo η οποία σκόρπιζε ένα ανατριχιαστικό γέλιο στους υπολογιστές των υπολοίπων χρηστών και η οποία, κατά κάποιο τρόπο, ήταν αυτή που ανάγκαζε τις υπόλοιπες περσόνες να βιαιοπραγούν στο ίδιο τους τον εαυτό. Τελικά με τα ίδια μέσα περιπου η περσόνα του Mr. Bungle εξουδετερώθηκε από κάποιον άλλο έμπειρο χρήστη, ενώ ο ίδιος είχε αποτραβηχτεί σε άλλο "δωμάτιο" και συνέχιζε τις επιθέσεις του. Την επομένη μέρα όλα τα μέλη της κοινότητας συγκεντρώθηκαν και μετά από μια μακρά συζήτηση περί του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης του κάθε ανθρώπου και την ύπαρξη λογοκρισίας ή όχι, επέβαλαν στην περσόνα του Mr. Bungle την ποινή του εικονικού θανάτου, δηλαδή την εκδίωξή του από την εικονική κοινότητα. Λίγο καιρό μετά ο Mr.Bungle "επέστρεψε από τον κόσμο των νεκρών, μιας και ο εικονικός θάνατος, δεν είναι όπως ο ανάλογος του στη φυσική πραγματικότητα" κατά το ειρωνικό σχόλιο του Mark Slouka, πολύ απλά ανοίγοντας στην κοινότητα ένα καινούργιο λογαριασμό υπό το όνομα Dr. Jest, αλλά λίγο καιρό αργότερα έπαψε να εμφανίζεται από μόνος του [86].
Τα παραδείγματα αυτά, τα πιο γνωστά που αναφέρονται στη διεθνή βιβλιογραφία, δίνουν μια σαφή εικόνα της τρόπου λειτουργίας των εικονικών κοινοτήτων αλλά σηματοδοτούν και τα όρια του προβλήματος ρύθμισης και απονομής δικαιοσύνης για αδικήματα που έγιναν μέσω του Κυβερνοχώρου και είχαν άμεσες συνέπειες στη φυσική πραγματικότητα στην οποία και τιμωρήθηκαν (Kevin Mitnick), για αδικήματα που έγιναν μέσα στον Κυβερνοχώρο και τιμωρήθηκαν στη φυσική πραγματικότητα (Jake Baker) και για αδικήματα που έγιναν μέσα και τιμωρήθηκαν πάλι μέσα στον κυβερνοχώρο (Mr. Bungle).
Τα ερωτήματα εδώ έχουν άμεση σχέση με την αντιμετώπιση των εικονικών κοινοτήτων: Ποιος δρα μέσα στις κοινότητες, το άτομο ή η περσόνα; Ποιος τιμωρείτε και πως τιμωρείτε, το άτομο ή η περσόνα; Από τι αποτελούνται τελικά οι εικονικές κοινότητες, από άτομα ή από περσόνες ατόμων; Η κοινωνικοποίηση μέσα στο Δίκτυο, αφορά τα άτομα ή τις περσόνες τους; Αυτό το οποίο συναρθρώνεται για να το αντιμετωπίσει κανείς σε κοινωνικοψυχολογικό επίπεδο, είναι το ψυχικό με το κοινωνικό, των ατόμων ή των περσόνων τους; Σε τί βαθμό απόκλισης μπορεί να βρίσκεται το άτομο από την περσόνα του στο Δίκτυο; Το άτομο, τελικά, είναι η περσόνα του στο Δίκτυο;


Οι απαντήσει στα ερωτήματα αυτά κάθε άλλο παρά εύκολες μοιάζουν να είναι. Αλλά η λογική της χρήσης της μέχρι στιγμής υπάρχουσας θεωρίας, μάλλον δεν βοηθά στο να απαντηθούν παρόμοια ερωτήματα. Δεν υπάρχουν τα θεωρητικά εργαλεία για να απαντηθούν τέτοια ερωτήματα, όπως επισημάναμε και στην εισαγωγή του κειμένου αυτού. Κι αν λάβει κανείς υπ' όψη του ότι οι χρήστες του Δικτύου ήταν τον περασμένο χρόνο γύρω στα 30 εκατομμύρια και θα διπλασιάζονται τουλάχιστον κάθε χρόνο ενώ λίγο μετά το έτος 2000 περίπου ένα εκατομμύριο ηλεκτρονικοί υπολογιστές θα είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους, καταλαβαίνει κανείς, ότι θα πρέπει επειγόντως να βρεθούν εργαλεία, λύσεις και πλαίσια αντιμετώπισης αυτών των ερωτημάτων.
Εν προκειμένω, ένα πιθανό, νέο, θεωρητικό εργαλείο που φαίνεται στον ορίζοντα και είναι σε θέση να απαντήσει συνολικά σε αυτά τα προβλήματα, είναι η θεωρία της Λογικής της Ασάφειας (Fuzzy Logic Theory). Σε αυτή δεν λέγεται ουσιαστικά τίποτε εντελώς νέο στο χώρο της επιστήμης, αλλά στηριζόμενη κυρίως στις απόψεις του Β. Χαϊζενμπεργκ και του Α. Αϊνστάϊν, αρθρώνει ένα επιστημολογικό σύστημα το οποίο εξετάζει τα ερωτήματά του μακριά από κάθε έννοια απολυτότητας. Για τη Λογική της Ασάφειας, δεν υπάρχουν απόλυτα αληθείς ή απόλυτα ψευδείς προτάσεις και απόψεις, δεν υπάρχουν απολύτως ισχύοντα και απολύτως μη ισχύοντα. Τα πάντα για τη Λογική της Ασάφειας είναι ζήτημα βαθμού: μέχρι κάποιο βαθμό οι προτάσεις είναι αληθείς, μέχρι κάποιο άλλο βαθμό είναι ψευδείς, μέχρι κάποιο βαθμό οι προτάσεις ισχύουν, μέχρι κάποιο άλλο δεν ισχύουν [87]. Είναι αλήθεια ότι η θεωρία αυτή έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων ιδιαίτερα στο χώρο των θετικών επιστημών και σε θεωρητικό επίπεδο αλλά είναι επίσης αλήθεια, ότι σε επίπεδο εφαρμογής της στην παραγωγή έχει ήδη δημιουργήσει ολόκληρη Σχολή και κάθε μέρα αποδεικνύεται όλο και πιο ισχύουσα στην αντιμετώπιση πολύπλοκων θεωρητικών καταστάσεων. Δεν πρόκειται στο σημείο αυτό να εμπλακούμε σε μεγαλύτερη ανάλυση της θεωρίας αυτής, ούτε επιζητούμε την αναγκαστική της προσαρμογή σε κοινωνικά και ψυχολογικά ερωτήματα, υποπίπτοντας έτσι στη λογική του φαύλου κύκλου της "υπόθεσης Σοκάλ" (νομιμοποίηση ή όχι της χρήσης όρων και θεωρητικών εργαλείων των Θετικών επιστημών από τις Κοινωνικές Επιστήμες). Απλά θα επισημάνουμε την πιθανή ικανότητά της να απαντήσει επαρκώς στα ερωτήματα τα οποία θέσαμε προηγουμένως και τα οποία δεν φαίνεται να προσαρμόζονται στη λογική των μέχρι τώρα θεωριών των Επιστημών του Ανθρώπου - και χωρίς να αναγκαστούμε να επιστρατεύσουμε όπως ο Michael Heim "μεταφυσικές" έννοιες, στο ομώνυμο βιβλίο του.


Έχοντας υπ' όψη την παρατήρηση αυτή, μπορούμε να προχωρήσουμε σε μια συνολική τοποθέτηση ως προς το θέμα των εικονικών κοινοτήτων αλλά και της πρόσληψης της εικονικής πραγματικότητας γενικά. Η ύπαρξη της εικονικής πραγματικότητας και η εμπλοκή ή μη των χρηστών σε αυτή, είναι θέμα βαθμού και ως τέτοιο θα πρέπει να εξετάζεται. Ο "κόσμος πίσω από την οθόνη" των Adamse και Motta, είναι υπαρκτός στο βαθμό που πιστεύουμε εμείς ότι είναι υπαρκτός και κατά συνέπεια η δική μας ύπαρξη στο χώρο αυτό, παράγει αποτελέσματα τα οποία τα βιώνουμε ψυχοσωματικό επίπεδο. Η "εικονική κοινότητα" των MacKinnon, Rheingold, Heim, Turkle και τόσων άλλων, υπάρχει στο βαθμό που εμείς τροφοδοτούμε την ύπαρξή της ως ψυχοκοινωνικής κατασκευής και αυτό παράγει για μας αποτελέσματα βιωμένα σε επίπεδο φυσικής πραγματικότητας. Οι "εικονικοί βιασμοί, φόνοι και βασανιστήρια" είναι υπαρκτά στο βαθμό που προκαλούν αρνητικά/θυματοποιητικά βιώματα και ψυχολογικά τραύματα ικανά να βλάψουν το υποκείμενο. Ακόμη και ο ίδιος ο πολέμιος της εικονικής πραγματικότητας Mark Slouka, μοιάζει να χρησιμοποιεί με άλλα λόγια την ίδια λογική, χωρίς να μπορεί να αντιτάξει ικανό επιχείρημα απέναντί της: "σημαίνει ότι κάποιος είναι πρόθυμος να αντιληφθεί ως υπαρκτή πραγματικότητα, κάτι το οποίο είναι μια μεγάλη μεταφορά", λεει ο ίδιος όπως αναφέραμε προηγουμένως. Δηλαδή στο βαθμό που αντιλαμβάνεται τη μεταφορά ως υπαρκτή πραγματικότητα, αυτή θα παράγει αποτελέσματα στην "πραγματική" κατ' αυτόν, πραγματικότητα. Δεν πρόκειται για συλλογική νομιμοποίηση μιας, επίσης, συλλογικής φαντασίωσης, γιατί ο χώρος της εικονικής πραγματικότητας είναι φυσικά υπαρκτός (με την έννοια της φυσικής ύπαρξης) από πολλές έννοιες, αν και δεν περιλαμβάνεται σε καμία ανθρώπινη γεωγραφία του χώρου. Παρ' όλ' αυτά είναι ένας χώρος στον οποίο "διακινούνται" υλικά και άϋλα προϊόντα, αξίες, συναισθήματα και υπηρεσίες, όλα με τη μορφή Πληροφορίας. Κι αυτό είναι μια διαδικασία η οποία έχει πραγματικές συνέπειες στο οποιοδήποτε επίπεδο. Ανάλογα με το βαθμό εμπλοκής του υποκειμένου στην επικοινωνιακή διαδικασία μέσω υπολογιστή. Το άτομο, ως υποκείμενο της επικοινωνιακής διαδικασίας μέσω υπολογιστή, είναι ακόμη αυτό που κρατάει τον έλεγχο της κατάστασης, ευρισκόμενο στη βασικότερη θέση απ' όλες: αυτή του ρυθμιστή του βαθμού εμπλοκής.

 

Το Δίκτυο ως αίτιο και ως λύση - Ενδείξεις και Αντενδείξεις πέρα από τις "Οδηγίες Χρήσης"

 

Το Internet ως επικοινωνιακό πεδίο, ανοίγει ένα νέο, αχανή χώρο για μια ποικιλία ανθρωπίνων δραστηριοτήτων, ο κατάλογος των οποίων είναι εξαιρετικά εντυπωσιακός και πολύ κοντά στον κατάλογο των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων της φυσικής πραγματικότητας, λόγω του προσομοιωτικού χαρακτήρα του Δικτύου. Ο νέος αυτός χώρος παρουσιάζεται ιδιαίτερα θελκτικός, μια και το μέσο πρόσβασης σε αυτόν (ο ηλεκτρονικός υπολογιστής) - έστω και με την εργαλειακή του χρήση - βρίσκεται, τουλάχιστον στο σύγχρονο δυτικό κόσμο, σχεδόν παντού: στην εργασία, στο σπίτι ακόμη και ως φορητός ο υπολογιστής έχει τη δυνατότητα να μας ακολουθεί παντού, κάτι το οποίο θα γίνει ακόμη ευκολότερο με τις εφαρμογές των "wearables" (δηλαδή όχι των φορητών αλλά των "φορετών" υπολογιστών σε ελληνική μετάφραση), οι οποίοι προσαρμοσμένοι στα ενδύματα θα καταλαμβάνουν λιγότερο χώρο και θα είναι πολύ πιο εύχρηστοι [88]. Η ενασχόληση όμως με το χώρο του Internet και της μέσω Δικτύου επικοινωνίας γενικά, είναι σε θέση να λειτουργήσει εθιστικά για το χρήστη ή όχι;

Μέχρι σήμερα, η απάντηση φαίνεται πως είναι, ναι. Ποικίλει ο βαθμός εθισμού στον οποίο αναφέρονται οι ανάλογες έρευνες και τα διάφορα άρθρα γύρω από το θέμα [89], παρά το ότι γενικά συμφωνούν στην περίπτωση εθισμού στο Internet, παρουσιάζουν διαφορετικές απόψεις ως προς το βαθμό του εθισμού αλλά και τους πιθανούς τρόπους διαπίστωσής του. Οι έρευνες γύρω από το θέμα γίνονται με ατομικά ερωτηματολόγια τα οποία συμπληρώνουν οι χρήστες, ή με ατομικές συνεντεύξεις σε μια ποιοτικής μορφής κατεύθυνση της έρευνας. Οι ατομικές συνεντεύξεις γίνονται είτε κειμενικά, είτε ηχητικά, είτε με τη χρήση κάμερας στη λογική του video conferance. Μέχρι στιγμής υπάρχουν στο Δίκτυο μια σειρά από ερωτηματολόγια που εξυπηρετούν τις συγκεκριμένες έρευνες τα οποία στους βασικούς τους άξονες ακολουθούν την κατεύθυνση της διερεύνησης της χρήσης του Δικτύου από το υποκείμενο, είτε σε επίπεδο κατανάλωσης χρόνου, είτε σε επίπεδο ψυχικής έλλειψης από τη μη χρήση του Δικτύου. Η αλήθεια είναι ότι οι έρευνες αυτές δεν παρουσιάζονται εμπεριστατωμένα και αφήνουν μεγάλα κενά ως προς το τυπικό διεξαγωγής τους, μια και δεν είναι σε θέση να ακολουθήσουν επαναληπτική πρακτική ελέγχου και σύγκρισης των αποτελεσμάτων τους, ούτε να τεκμηριώσουν την εγκυρότητα και το ατομικό των απαντήσεων των υποκειμένων λόγω του αποσπασματικού χαρακτήρα τους. Μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες ερευνών (όπως η βρετανική NOP ή η αμερικανική Nielsen) διαθέτουν τμήματα ερευνών στο Internet αλλά διεξάγουν τις έρευνές τους μέσα από ηλεκτρονικά διαχειρίσιμα τηλεφωνικά κέντρα τα οποία έχουν ευρεία πρόσβαση σε περιοχές του Δικτύου και παρέχουν ταυτόχρονα κάποια δυνατότητα ελέγχου της εγκυρότητας των αποτελεσμάτων. Λόγω του απαγορευτικού κόστους όμως των κέντρων αυτών, η τεχνική αυτή είναι σχετικά δύσκολο να χρησιμοποιηθεί για ακαδημαϊκούς ερευνητικούς σκοπούς, τουλάχιστον μέχρι σήμερα. Οι εταιρείες αυτές έχουν διεξάγει έρευνες ψυχολογικών profile των χρηστών του Internet αλλά λόγω του περιορισμένου γεωγραφικά χαρακτήρα τους (στα κράτη δραστηριοποίησης των εταιρειών αυτών ή έστω σε μια αγορά δύο ή τριών κρατών) δεν είναι δεοντολογικά ορθό να γενικευθούν τα αποτελέσματά τους κατ' αναλογία.


Στο Δίκτυο υπάρχουν ήδη εικονικά κέντρα ή εικονικές κλινικές οι οποίες ασχολούνται με τον εθισμό στο Internet (με πιο γνωστό το "Center for Online Addiction" της δρος Kimberly Young [90]). Θα έλεγε κανείς ότι ακούγεται ειρωνικό από μια άποψη η αντιμετώπιση του εθισμού στο μέσο, να γίνεται μέσα από το ίδιο το μέσο που τον προκαλεί, αλλά από μια άλλη άποψη πιο έδαφος είναι περισσότερο πρόσφορο για να καταπολεμηθεί αυτού του τύπου ο εθισμός, εκτός από το χώρο του Internet; Το φαινόμενο του εθισμού ήδη έχει κωδικογραφηθεί ως σύνδρομο ψυχοπαθολογίας και είναι περισσότερο γνωστό με τα αρχικά του ως "σύνδρομο IAD" (Internet Addiction). Η εθιστικότητα του ιδίου του μέσου είναι προφανώς συζητήσιμη και για το λόγο αυτό το φαινόμενο αντιμετωπίζεται περισσότερο ως "εθιστική συμπεριφορική διαταραχή"[91] και λιγότερο ως εθισμός που οφείλεται σε εξωγενείς παράγοντες [92]. Οι προτάσεις αντιμετώπισής του στηρίζονται στη βάση της όμοιας αντιμετώπισης όπως κάθε άλλης περίπτωσης συμπεριφορικού εθισμού με την εξέταση των κατά περίπτωση μοναδικών ατομικών συμπεριφορικών πλαισίων στη δομή των οποίων ενεργοποιείται το φαινόμενο του εθισμού [93].
Αυτή μέχρι στιγμής, είναι η μόνη γνωστή "ασθένεια" για την οποία ευθύνεται το Δίκτυο και η χρήση του. Κατά τα λοιπά, όπως άλλωστε κάτι τέτοιο θα ήταν και αναμενόμενο να γίνει, οι ομάδες και τα άτομα ανά τον κόσμο που ασχολούνται με την Ψυχολογία στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή (ή για την ακρίβεια με την Ψυχολογία σε περιβάλλον υπολογιστών), έχουν χρησιμοποιήσει το Δίκτυο για θεραπεία και παρέμβαση από απόσταση. Η διεξαγωγή ομαδικών συναντήσεων με θεραπευτικό σκοπό είναι πρακτική ήδη εδραιωμένη ιδιαίτερα στις Η.Π.Α και μάλιστα κατά το τρέχον διάστημα γίνεται εκτίμηση μέσα στα ανάλογα mailing list των αποτελεσμάτων της ατομικής και ομαδικής θεραπείας, με τη χρήση της τεχνικής του video conferance. Η συνάντηση με το άτομο ή τα μέλη της ομάδας πραγματοποιείται με τη χρήση από τον κάθε ένα ξεχωριστά μιας κάμερας προσαρμοσμένης στον ηλεκτρονικό του υπολογιστή. Η εικόνα των χρηστών αλλά και του animateur των groups εμφανίζεται σε ένα συγκεκριμένο παράθυρο της οθόνης και με τον τρόπο αυτό ο κάθε συμμετέχων στην ομάδα ή την ατομική θεραπεία έχει στην οθόνη του τις εικόνες όλων των υπολοίπων ή του θεραπευτή του. Οι Grohol, Suler και King [94] οι οποίοι εφαρμόζουν τις πρακτικές αυτές μέχρι στιγμής εκτιμούν θετικά τα αποτελέσματά της, κυρίως υπό την έννοια ότι βρίσκουν επαρκώς λειτουργική την on line θεραπεία η οποία διευκολύνει και τη συμμετοχή ατόμων τα οποία λόγω συγκεκριμένων δυσκολιών που έχουν να κάνουν κυρίως με ζητήματα απόστασης, δεν θα ήταν διαφορετικά σε θέση να τους παρασχεθεί θεραπευτική βοήθεια και υποστήριξη. Το ζήτημα του τρόπου λειτουργίας του θεραπευτικού πλαισίου και του ρόλου του στην on line θεραπεία, στοιχειοθετεί ένα χώρο ο οποίος από μόνος του επιδέχεται ιδιαίτερης ανάλυσης και παρουσίασης όλων των αντιτιθέμενων απόψεων αλλά αυτή η εις βάθος εξέταση αφ' ένός δεν εξυπηρετείται από το μέγεθος του παρόντος κειμένου, αφ' ετέρου άπτεται χώρων που ανήκουν αμιγώς στους τομείς της Κλινικής Ψυχολογίας.


Οι ομάδες θεραπείας οι οποίες φαίνονται να έχουν τη μεγαλύτερη λειτουργικότητα στο χώρο του Δικτύου είναι οι ομάδες αυτοβοήθειας. Υπάρχουν αρκετές ομάδες στο Internet, οι οποίες ασχολούνται με ζητήματα απεξάρτησης από αλκοόλ και ναρκωτικές ουσίες ή είναι ομάδες αυτοβοήθειας γυναικών θυμάτων βιασμού ή ομάδες οικογενειακής θεραπείας. Τα αποτελέσματα τα οποία αναφέρονται στα σχετικά sites είναι ενθουσιώδη, προκρίνοντας ως βασικά θετικά στοιχεία αυτού του τρόπου θεραπείας, την μη απομάκρυνση του υποκειμένου από τον προσωπικό του χώρο και την συνεπαγόμενη ψυχικά ασφάλεια απ' αυτόν σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη on line υποστήριξη και την ευκολότερη αίτηση βοήθειας λόγω του ανωνύμου πλαισίου που υπάρχει στην επικοινωνία μέσω υπολογιστή και κατά κάποιο τρόπο κάνει ευκολότερη την προσέγγιση των θεραπευτικών προγραμμάτων από τους έχοντες την ανάλογη ανάγκη θεραπείας [95]. Στα αρνητικά στοιχεία αυτού του τρόπου θεραπείας μπορεί πιθανόν να περιληφθεί το γεγονός της δυνατότητας υπαναχώρησης από το πρόγραμμα με την ίδια ευκολία η οποία παρέχεται για την πρόσβασή του αλλά και η έλλειψη της αυτοπρόσωπης υποστήριξης και παρουσίας και η έλλειψη όλων των σωματικών τεχνικών στήριξης κατά τις διαδικασίες απεξάρτησης, με τις μεθόδους που εφαρμόζονται στη φυσική πραγματικότητα.


Η θεραπεία μέσω υπολογιστή είναι ένα ζήτημα το οποίο ακόμη βρίσκεται υπό διερεύνηση και δεν μπορεί κανείς να αποφανθεί με βεβαιότητα περί της αποτελεσματικότητάς του ή μη. Το σίγουρο είναι ότι μέχρι στιγμής παρέχει ένα εναλλακτικό τρόπο θεραπείας με δυνατότητες οι οποίες δεν υπήρχαν στο παρελθόν και ως τέτοιος είναι καλό να αντιμετωπίζεται. Σε καμία περίπτωση η on line θεραπεία δεν είναι σε θέση να υποκαταστήσει πλήρως την αυτοπρόσωπη θεραπεία αλλά ούτε και υπάρχει και από τους ένθερμους υποστηρικτές της τέτοια εκφρασμένη επιθυμία. Το μέσο του υπολογιστή παρέχει μια διευκολυντική δυνατότητα η οποία εναλλακτικά ή προσθετικά μπορεί να λειτουργήσει και όχι ακόμη αυτόνομα. Η έρευνα και η πρακτική έχουν πολύ δρόμο ακόμη να διανύσουν μέχρι να εδραιώσουν μεθόδους και τεχνικές που θα κάνουν την on line θεραπεία ικανή να αντικαταστήσει την αυτοπρόσωπη παρουσία του θεραπευτή.

 

Επίλογος - Η επικοινωνία ενός (α)όρατου χώρου

 

Η επικοινωνία μέσω υπολογιστή αποτελεί είτε το θέλουμε, είτε όχι, το επικοινωνιακό πλαίσιο του μέλλοντος. Πιθανόν αυτό να εκλαμβάνεται από πολλούς σαν μια επίθεση της τεχνολογίας, η οποία σκοπό έχει την μετατροπή του ανθρωπίνου περιβάλλοντος σε ένα ψυχρό, αποστειρωμένο επικοινωνιακό πεδίο, μέσα στο οποίο το ανθρώπινο σώμα και το συναίσθημα δεν θα βρίσκουν χώρο έκφρασης και λόγο ύπαρξης. Η ταχύτητα και η εναλλαγή του σκηνικού γύρω μας, κάνουν την εικόνα να φαντάζει εχθρικά εξωτική, παραπέμποντας σε συνειρμούς και στοιχεία με τα οποία ο σημερινός άνθρωπος είναι δύσκολο να ταυτισθεί και να δει τον εαυτό του να αντανακλάται μέσα από αυτά. Από την άποψη αυτή ο Mark Slouka έχει δίκαιο: η ταχύτητα είναι αυτή που στην ουσία "επιτίθεται" στην πραγματικότητά μας και όχι η τεχνολογία.Όμως η εικόνα αυτή - όπως και οι περισσότερες άλλωστε - έχει δύο όψεις. Η άλλη όψη, δείχνει μια δυνατότητα ξεπεράσματος των εμποδίων του χώρου και του χρόνου στην επικοινωνία και την πρόσβαση στην πληροφορία, μια δυνατότητα μεγαλύτερης και πιο άμεσης συμμετοχής των πολιτών στη διαχείριση των κοινών καθώς και μια δυνατότητα υπέρβασης των κοινωνικοπολιτιστικών στεγανών και τυπικοτήτων τα οποία επιβάλλονται στην επικοινωνία από την καθημερινή μας πραγματικότητα.

Είτε κατά, είτε υπέρ είναι κανείς σε σχέση με τη νέα κατάσταση που φαίνεται να διαγράφεται στον ορίζοντα, οι απόψεις του θα στοιχειοθετούν κάποια μορφή μελλοντολογίας. Το ερώτημα δεν είναι αν η πραγματικότητα η οποία δομείται στη βάση της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή είναι εικονική ή μη, αν είναι σε τελική ανάλυση κατά κάποιο υπαρκτή ή όχι, αλλά το ποιος και με τι πρόθεση θα χρησιμοποιήσει τις δυνατότητες που παρέχουν στον άνθρωπο οι ίδιες του οι δημιουργίες του. Η εικονική πραγματικότητα δεν είναι μια κατάσταση η οποία "επιτίθεται" στην φυσική πραγματικότητα κατά τον Slouka, γιατί, απλά, η φυσική πραγματικότητα είναι άτρωτη μέσα στην αυθυπαρξία της και δεν κλονίζεται από τις "επιθέσεις" καμίας προσομοίωσής της. Η ενθουσιώδης συζήτηση γύρω από το θέμα της εικονικής πραγματικότητας, γίνεται περισσότερο σε επίπεδο επιθυμίας και ανυπομονησίας για τα πράγματα που θα έρθουν, παρά αφορά περιγραφή πραγμάτων τα οποία ήδη υπάρχουν. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι εξελίξεις αυτές δεν πρόκειται τελικά να συμβούν, αντιθέτως αποτελούν θέμα χρόνου. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι η εκ των προτέρων αρνητική αντιμετώπιση της τεχνολογίας και των δημιουργιών της, μειώνει εκ προοιμίου και τις δυνατότητες ορθής χρήσης της. Ο άνθρωπος, παραμένοντας στην ηγετική θέση του επικοινωνιακού υποκειμένου, ταυτόχρονα είναι και ο απόλυτος ρυθμιστής της κατάστασης. Αλλά όποιος κατέχει και αυτή την κομβική θέση, αισθάνεται ανασφαλής και απειλούμενος, ακόμη και από τις ίδιες του τις δημιουργίες. Έτσι λοιπόν η επικοινωνία μέσω υπολογιστή δεν υποσκάπτει αναγκαστικά τις επικοινωνιακές δεξιότητες του ανθρώπου και δεν αναιρεί τη θέση του ως καθοριστικού παράγοντα ενεργοποίησης του κάθε επικοινωνιακού πλαισίου, είτε μέσα στο χώρο και το χρόνο, είτε πέρα από αυτούς, όπως κι αν γίνεται αυτό αντιληπτό. Ο κυβερνοχώρος μπορεί από άποψη υλικότητας, απτικότητας και φυσικότητας να μην είναι ορατός με τη χρήση των ανθρωπίνων αισθήσεων αλλά πάλι ποιο επικοινωνιακό πλαίσιο είναι πλήρως ορατό σε όλες του τις παραμέτρους; Η ουσία είναι να εκπληρώνεται το τελικό περιεχόμενο του λόγου ύπαρξης του πλαισίου, που είναι η ίδια ανθρώπινη επικοινωνία. Εάν αυτό γίνεται αντιληπτό ότι συμβαίνει από τα επικοινωνιακά υποκείμενα, τότε το πλαίσιο γίνεται πλήρως ορατό από μια άποψη, όχι αισθητηριακή αλλά νοητική. Αυτό που νομιμοποιεί την οποιαδήποτε ορατότητα του επικοινωνιακού πλαισίου είναι η πίστη των υποκειμένων ότι αυτό υπάρχει και λειτουργεί. Εάν κάτι τέτοιο συμβαίνει, τότε η επικοινωνία θεωρείται πλήρης και επιτυχημένη. Τα όρια του εικονικού και του πραγματικού στο χώρο της επικοινωνίας μέσω υπολογιστή μοιάζουν με διπλή αντανάκλαση καθρέφτη σε καθρέφτη: από την αντανάκλαση της αντανάκλασης δεν ξεχωρίζει εύκολα, ποια είναι η αντανάκλαση και ποιο είναι το πρωτότυπο. Αλλά και τι σημασία έχει τελικά; Εάν η πίστη μας στην ύπαρξη και τη λειτουργία ενός νέου επικοινωνιακού πεδίου, το ενεργοποιεί και το κάνει να λειτουργεί, τότε είναι απολύτως θεμιτή και επιπλέον, επιδιωκόμενη η στοιχειοθέτησή του.

Και αν δει κανείς τα πράγματα από αυτή την οπτική, τότε πίσω από τον υπολογιστή μας δεν υπάρχει απλώς "μια χούφτα σοφιστικέ και πολύπλοκα ηλεκτρονικά κυκλώματα" αλλά ένας ολόκληρος κόσμος που περιμένει να επικοινωνήσει μαζί μας αλλά κι εμείς επιδιώκουμε να τον ανακαλύψουμε. Πρόκειται για την αρχή ενός νέου τύπου κοινωνίας; Πρόκειται για την αρχή της ολοκληρωτικής αλλαγής του γνωστού κόσμου που μας περιβάλλει; 'Η πρόκειται απλώς για τα σημάδια μιας μακρινής εποχής του μέλλοντος, η οποία σε καμία περίπτωση δεν μας αφορά;

Μόνο ο χρόνος είναι αυτός που θα δώσει τις απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά. Και κατά βάθος η "συμπίεσή" του, μόνο μεταφορική έννοια μπορεί να έχει.

Μέχρι στιγμής.

 
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1.- Ένα από τα βασικά προβλήματα της διερεύνησης του νέου αυτού πεδίου, είναι και η μεταφορά των διαφόρων όρων στην ελληνική τους μετάφραση, μια και μέχρι στιγμής υπάρχουν ως δεδομένοι μόνο στην ξενόγλωσση και συγκεκριμένα στην αγγλική βιβλιογραφία (εννοουμένων φυσικά ως βιβλιογραφία και των κειμένων που βρίσκονται στο Internet). Άλλοι απ' αυτούς τους όρους είναι θεμιτό να μεταφράζονται και άλλοι όχι, κατά τη γνώμη του γράφοντος. Κι αυτό γιατί καλώς ή κακώς αρκετοί έχουν ήδη επικρατήσει με την αγγλική τους εκδοχή και η μετάφρασή τους στις διάφορες εθνικές γλώσσες δεν είναι λειτουργικά αλλά και πιθανόν δεοντολογικά σωστή. Για παράδειγμα ο όρος "on line" θα μπορούσε να μεταφρασθεί "δικτυωμένος" ή "συνδεδεμένος" αλλά δεν θα απέδιδε ακριβώς το νόημα στις τόσο διαφορετικές του χρήσεις, και άρα εδώ - όπου χρειάζεται να χρησιμοποιηθεί - θα παραμείνει αμετάφραστος. Αντιθέτως ο όρος "Computer Mediated Communication" ή CMC, μπορεί να μεταφρασθεί απολύτως σωστά ως "Επικοινωνία Μέσω Υπολογιστή" ή ΕΜΥ. Η γενική κατεύθυνση θα είναι να χρησιμοποιείται η ελληνική μετάφραση των όρων, αλλά όπου κάτι τέτοιο δεν βοηθά στην απόδοση του νοήματός τους, θα επιλέγεται η αγγλική τους εκδοχή, η οποία είναι ήδη κοινώς αποδεκτή μια και τα αγγλικά είναι κατά συντριπτικό ποσοστό η διεθνής γλώσσα μεταξύ των χρηστών του Internet. (επιστροφή στο κείμενο)

2.-"Multimedia", Monet D., 1995, σελ. 48 (επιστροφή στο κείμενο)

3.- Σημειώσεις για κύκλο σεμιναρίων "Εισαγωγή στη Χρήση του Internet", επιμέλεια Τζαβελάκος Φ., 1995, σελ. 3 (επιστροφή στο κείμενο)

4.-"Η Κατασκευή της Πραγματικότητας και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης", συλλογή κειμένων-πρακτικών συνεδρίου, επιμέλεια Παναγιωτοπούλου Ρ., Ρηγοπούλου Π., Νοτάρης Σ., κείμενο "Η συμβολή και τα όρια των Νέων Τεχνολογιών στη διαμόρφωση του Ελληνικού και του Διεθνούς επικοινωνιακού περιβάλλοντος", Μεϊμάρης Μ., 1998, σελ. 227 (επιστροφή στο κείμενο)

5.-"Multimedia", Monet D., 1995, σελ. 49 (επιστροφή στο κείμενο)

6.- Monet D., op. cit., σελ. 48 και Μεϊμάρης Μ., op. cit. σελ. 227 (επιστροφή στο κείμενο)

7.- "Ψηφιακός Κόσμος", Negroponte N., 1995, σελ. 96 (επιστροφή στο κείμενο)

8.-Μεϊμάρης Μ., op. cit., σελ. 227 (επιστροφή στο κείμενο)

9.-"Ο Νευρομάντης", Gibson W., 1989 (επιστροφή στο κείμενο)

10.-"Life on the Screen", Turkle S., 1995, σελ. 42 (επιστροφή στο κείμενο)

11.- Monet D., op. cit., σελ. 39 (επιστροφή στο κείμενο)

12.- "War of the Worlds - The assault on reality", Slouka M., 1995, σελ. 3 (επιστροφή στο κείμενο)

13.- "Το Τρίτο Κύμα", Toffler A., 1982 (επιστροφή στο κείμενο)

14.- "Media: Οι Προεκτάσεις του Ανθρώπου", McLuhan M., 1994. (επιστροφή στο κείμενο)

15.- "No Sense of Place", Meyrowitz J., 1984. (επιστροφή στο κείμενο)

16.- "Ψηφιακός Κόσμος", Negroponte N., 1995, και "Τι Μέλλει Γενέσθαι", Dertouzos M., 1998 (επιστροφή στο κείμενο)

17.-Monet D., op. cit., σελ. 78 (επιστροφή στο κείμενο)

18.- Εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", Μηλάτος Μ., Νικόγιαννης Τ., "Οταν η Τεχνολογία Τρομάζει", φύλο 7ης Ιουνίου 1998, τμήμα Γ2 (επιστροφή στο κείμενο)

19.- "Η Εικονική Πραγματικότητα", Cadoz C., 1997, σελ. 70 (επιστροφή στο κείμενο)

20.- "Κλινική Κοινωνική Ψυχολογία", Ναυρίδης Κ., 1994, σελ. 103 (επιστροφή στο κείμενο)

21.- Ναυρίδης Κ., op. cit., σελ. 105 (επιστροφή στο κείμενο)

22.- "Πρόσωπο Με Πρόσωπο", Argyle M., Trower P., 1981, σελ. 22 (επιστροφή στο κείμενο)

23.- "Body Language", Wainright G.R., 1992, όπως αναφέρεται στο "Η Σιωπηλή Γλώσσα των Συναισθημάτων - Η Μη Λεκτική Επικοινωνία στις Διαπροσωπικές Σχέσεις", Παπαδάκη-Μιχαηλίδη Ε., 1997, σελ. 15 (επιστροφή στο κείμενο)

24.- Παπαδάκη-Μιχαηλίδη Ε., op. cit., 1997, σελ. 16-18 (επιστροφή στο κείμενο)

25.- "Η Κοινωνική Ψυχολογία", Maisonneuve J., 1990, σελ.. 16 (επιστροφή στο κείμενο)

26.-Παπαδάκη-Μιχαηλίδη Ε., op. cit., 1997, σελ. 26 (επιστροφή στο κείμενο)

27.- "Body Language", Wainright G.R., 1992, όπως αναφέρεται στο "Η Σιωπηλή Γλώσσα των Συναισθημάτων - Η Μη Λεκτική Επικοινωνία στις Διαπροσωπικές Σχέσεις", Παπαδάκη-Μιχαηλίδη Ε., 1997, σελ. 22 (επιστροφή στο κείμενο)

28.- Argyle M., Trower P., op. cit., σελ. 18-19, (επιστροφή στο κείμενο)

29.- Ναυρίδης Κ., op. cit., σελ. 108 (επιστροφή στο κείμενο)

30.- "CMC Magazine - What is CMC? - An Overview of Scholarly Definitions", Pixy Ferris S., 1997, http://www.december.com./cmc/mag/1997/jan/Ferris.html (επιστροφή στο κείμενο)

31.- "CMC Magazine - What is CMC? - Notes on Defining Computer-Mediated Communication", December J., 1997, http://www.december.com./cmc/mag/1997/jan/december.html (επιστροφή στο κείμενο)

32.- "Online Frienship, Chat-Room, Romance and Cybersex", Adamse M., Motta S., 1996, σελ. 7-8 (επιστροφή στο κείμενο)

33.- Ακριβής μετάφραση του όρου "sites" που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό των σελίδων του World Wide Web στο Internet (επιστροφή στο κείμενο)

34.- Κεντρικές μονάδες υπολογιστών οι οποίες χρησιμοποιούνται από τις εταιρείες παροχής υπηρεσιών σύνδεσης με το Internet, για την εξυπηρέτηση των πελατών που είναι συνδεδεμένοι με αυτούς. Στους χώρους των διάφορων servers βρίσκονται τοποθετημένες οι ιστοσελίδες (web pages ή web sites) στις οποίες μπορούν να έχουν πρόσβαση οι πάντες και όχι μόνο οι πελάτες του συγκεκριμένου server. Η ακριβής μετάφραση του όρου server είναι "εξυπηρετητής" αλλά η χρήση της κρίνεται μάλλον εξαιρετικά αδόκιμη (επιστροφή στο κείμενο)

35.-Monet D., op. cit., σελ. 27, (επιστροφή στο κείμενο)

36.- "Cyberfutures - Earthing the Ether": The Alternative Currents of Ecology and Cyberculture", Clark N., 1997, σελ. 101-102 (επιστροφή στο κείμενο)

37.- Η Πολεμική Αεροπορία των Η.Π.Α. έχει δημοσιοποιήσει επιτυχή πειράματά της για πλοήγηση των αεροσκαφών της με τη χρήση των εγκεφαλικών κυμάτων των χειριστών τους, ενώ τα προγράμματα "φωνητικών εντολών" και "αυτόματης καταγραφής λεκτικού κειμένου" έχουν φθάσει ήδη σε επίπεδα πιστότητας κοντά στο 100% με οποιαδήποετ προφορά χρήστη ο οποίος μιλάει αγγίκά ή ισπανικά (επιστροφή στο κείμενο)

38.- "The condition of Postmodernity: An Enquiry into the Origins of Cultural Change" Harvey D., 1989, σελ. 240, "No Sense of Place", Meyrowitz J., 1985, σελ. 26 και "Νεωτερικότητα και Μέσα Επικοινωνίας" Thompson J. B., 1998, σελ. 150, (επιστροφή στο κείμενο)

39.-"Does CMC Present Individuals with Disabilities Opprtunities or Barriers?", Gold J., 1997, http://www.december.com./cmc/mag/1997/jan/gold.html (επιστροφή στο κείμενο)

40.- On Line Frienship, Chat-Room, Romance and Cybersex", Adamse Μ., Motta S., 1996, σελ. 86, όπου αναφέρουν παραδείγματα ανθρώπων οι οποίοι λόγω του ότι ήταν υπερβολικά ντροπαλοί, δεν ήταν σε θέση να δημιουργήσουν εύκολα κοινωνικές σχέσεις, γεγονός το οποίο είχε σοβαρές ψυχολογικές επιπτώσεις στους ίδιους. Η λύση σε μερικές περιπτώσεις ή η βελτίωση σε άλλες ήρθε μέσα από τη χρήση του Internet ως διαύλου επικοινωνίας για τη δημιουργία κοινωνικών σχέσεων των ατόμων αυτών με άλλους. Η σύναψη ισχυρών φιλικών σχέσεων κάλυψε το προϋπάρχον επικοινωνιακό και ψυχολογικό κενό (επιστροφή στο κείμενο)

41.- Adamse M., Motta S., op. cit., σελ. 99 (επιστροφή στο κείμενο)

44. - "Being On Line: Net Subjectivity - Writing", Cubbison L., 1996, σελ. 84 (επιστροφή στο κείμενο)

45.- "The Crisis of the Self in the Age of Information", Barglow R., 1994, σελ. 37-38 (επιστροφή στο κείμενο)

46. - "Life on the Screen", Turkle S., 1995, σελ. 22 (επιστροφή στο κείμενο)

47.- Turkle S.,op. cit., σελ. 49 (επιστροφή στο κείμενο)

48.- "Cultures of Internet: Virtual Spaces, Real Histories, Living Bodies - Psycoanalysis and Cyberspace", Lajoie M., 1996, σελ. 160 (επιστροφή στο κείμενο)

49.- "Cyberspace/Cyberbodies/Cyberpunk - The Embodied Computer/User", Lupton D., 1996, σελ. 97 (επιστροφή στο κείμενο)

50.- Internet Culture - Flesh Made World: Sex, Text and the Virtual Body", McRae S., 1997, σελ. 84-85 (επιστροφή στο κείμενο)

51.- "On Line Friendship, Chat-Rooms, Romance and Cybersex", Adamse M., Motta S., 1996, σελ. 148 (επιστροφή στο κείμενο)

52.- Πρακτική η οποία είναι γνωστή και ως "lurking", δηλαδή "κρυφτό". Είναι πρακτική η οποία ακολουθείται κατ' εξοχή από τους "νέους" χρήστες (επιστροφή στο κείμενο)

53.- "A Comparison of Online, E-mail and In-Person Self-Help Groups Using Adult Children of Alcoholics as a Model", Phillips W., 1996, σελ. 7, http://www1.rider.edu/~suler/psyber/acoa.html (επιστροφή στο κείμενο)

54.- Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της εμπορικότητας του Δικτύου και των οικονομικών ευκαιριών που παρέχει είναι η πύλη του YAHOO!, το οποίο αποτελεί πλέον ισχυρή πολυεθνική επιχείρηση με ιλιγγιώδη κατακόρυφη άνοδο των μετοχών της στα παγκόσμια χρηματιστήρια. Αποτελεί ένα από τα πιο έγκυρα search engines στο χώρο του Internet (απαραίτητα προγράμματα αναζήτησης και ανίχνευσης πληροφοριών στο Διαδίκτυο), το οποίο κατασκευάστηκε από δύο πρώην φοιτητές, ωυν δισεκατομμυριούχους στις Η.Π.Α. Το δε όνομα της εταιρείας (YAHOO!) είναι το αργκώ επιφώνημα που αντάλασσαν μεταξύ τους κατά τις συναντήσεις τους στο προαύλιο του Πανεπιστημίου (επιστροφή στο κείμενο)

55.- "The Palace Study - On Being a God", Suler J., 1996, http://www1.rider.edu/~suler/psycyber/jbum.html (επιστροφή στο κείμενο)

56.- "Online Frienship, Chat-Rooms, Romance and Cybersex", Adamse M., Motta S., 1996, σελ. 25 και επόμ.(επιστροφή στο κείμενο)

57.- "The Metaphysics of Virtual Reality", Heim M., 1993, σελ. 85 (επιστροφή στο κείμενο)

58. - "Ο Ψηφιακός Κόσμος", Negroponte N., 1995, sel. 95 και επόμ. (επιστροφή στο κείμενο)

59.- "A Domain Where Thought is Free to Roam: The Social Purpose of Community Networks", Garth G., 1995, http://www.panizzi.shef.ac.uk/community/canada.html (επιστροφή στο κείμενο)

60.- Κατά μια άποψη ναι, γιατί υπάρχει το Μέσο που τη διεκπεραιώνει (M. Slouca), κατά μια άλλη όχι, γιατί παρά την ύπαρξη του Μέσου, η αμεσότητα της δράσης - αντίδρασης μεταξύ πομπού και δέκτη, στην ουσία εξουδετερώνει αυτή τη μεσολάβηση του Μέσου (M. Adamse, S.Motta, M. Heim) (επιστροφή στο κείμενο)

61.- "Virtual Individuals, Virtual Groups - Human Dimensions of Groupware and Computer Networking", Oravec J. A., 1996, σελ. 265 (επιστροφή στο κείμενο)

62.- "Κλινική Κοινωνική Ψυχολογία", Ναυρίδης Κ., 1994, σελ. 127-135 (επιστροφή στο κείμενο)

63.- op. cit. σελ. 131 αλλά και τους αναφερόμενους στο απόσπασμα, "Human Nature and the Social Order", Cooley C.H., 1902 και "Mind, Self and Society", Mead G.H., 1934 (επιστροφή στο κείμενο)

64.- "Virtual Individuals, Virtual Groups - Human Dimensions of Groupware and Computer Networking", Oravec J. A., 1996, σελ. 258 (επιστροφή στο κείμενο)

65.- "War of the Worlds - The Assault on Reality", Slouka M., 1995, σελ. 41 (επιστροφή στο κείμενο)

66.- "A Comparison of Online, E-mail and In-Person Self-Help Groups Using Adult Children of Alcoholics as a Model", Phillips W., 1996, σελ. 10, http://www1.rider.edu/~suler/psyber/acoa.html (επιστροφή στο κείμενο)

67.- "On Line Frienship, Chat-Room, Romance and Cybersex", Adamse M., Motta S., 1996, σελ. 55-57 (επιστροφή στο κείμενο)

68.- "The Essential Internet - A Guide for Psycotherapists and Other Mental Health Proffessionals" (και συγκεκριμένα "E-mail and the myth of Privacy"), LaBruzza A., 1997, σελ. 52 (επιστροφή στο κείμενο)

69.- "Cyberspace Romances", an interview of Jean Francois Perreault to John Suler, 1996, http://www.1.rider.edu/~suler/psyber/bvinterview.html (επιστροφή στο κείμενο)

70.- "Online Friendship, Chat-Room, Romance and Cybersex", Adamse M., Motta S., 1996, σελ.105-106 (επιστροφή στο κείμενο)

71.- "War of the Worlds", Slouka M., 1995, σελ. 40 (επιστροφή στο κείμενο)

72.- "Online Friendship, Chat-Room, Romance and Cybersex", Adamse M., Motta S., 1996, σελ. 150 και επόμ. (επιστροφή στο κείμενο)

73.- Ιδιαίτερα το κλασικό βιβλίο "Κοινότητα και Κοινωνία", Toonies F., (χρονολογία άγνωστη για την ελληνική έκδοση από τον εκδοτικό οίκο Γ. Αναγνωστίδη) (επιστροφή στο κείμενο)

74.- "Βασικές έννοιες της Κοινωνιολογίας", Weber M., 1983 (επιστροφή στο κείμενο)

75.- "Μελέτες για τις Κοινωνικές Τάξεις", Gurvitch G., 1986, σελ. 294 (επιστροφή στο κείμενο)

76.- "Κλινική Κοινωνική Ψυχολογία", Ναυρίδης Κ., 1994, σελ. 196 (επιστροφή στο κείμενο)

77.- "Virtual Culture - Identity and Communication in Cybersociety - Why we Argue about virtual community: A Case Study of the Phish. Net Fan Community", Watson N., 1997, σελ. 103 (επιστροφή στο κείμενο)

78.- Ναυρίδης Κ., op. cit. σελ. 182-183 (επιστροφή στο κείμενο)

79.- Ναυρίδης Κ., op. cit. σελ. 201-202 (επιστροφή στο κείμενο)

80.- "The Virtual Community - Finding Connection in a Computerized World", Rheingold H., 1994, σελ. 5 (επιστροφή στο κείμενο)

81.- "Virtual Culture - Identity and Communication in Cybersociety - Punishing the Persona: Correctional Strategies for the Virtual Offender", MacKinnon R. 1997, σελ. 206 (επιστροφή στο κείμενο)

82.- "Επιτήρηση και Τιμωρία - Η Γέννηση της Φυλακής", Foucault M., 1989 (επιστροφή στο κείμενο)

83.- "War of the Worlds - The assault on reality", Slouka M., 1995, σελ. 44 (επιστροφή στο κείμενο)

84.- "Virtual Culture - Identity and Communication in Cybersociety - Punishing the Persona: Correctional Strategies for the Virtual Offender", MacKinnon R. 1997, σελ. 212 και επόμ. καθώς και "Πόλεμοι στον Κυβερνοχώρο", Guisnel J., 1997, σελ. 125 (επιστροφή στο κείμενο)

85.- MacKinnon, op. cit. 214 και επόμ. (επιστροφή στο κείμενο)

86.- MacKinnon, op. cit. 225 και επόμ. και M. Slouca op. cit. 43-44, όπου αναφέρεται το άρθρο "Rape in Cyberspace:A Tale of Crime and Punishment Online", Dibbell J., The Village Voice, τεύχος. 21 / 12 / 1993 (επιστροφή στο κείμενο)

87.- "Fuzzy Logic - Η Νέα Επιστήμη", Kosko B., 1997, σελ. 20 και επόμ. (επιστροφή στο κείμενο)

88.- Για τις γενικές κατευθύνσεις της έρευνας στο χώρο της τεχνολογίας και τις μελλοντικές χρήσεις των υπολογιστών βλ. και "Τι Μέλλει Γεννέσθαι", Dertouzos M., 1998 (επιστροφή στο κείμενο)

89.- Υπάρχει ένα πλήθος sites στο Internet που ασχολούνται με ζητήματα ατομικής ψυχολογίας των χρηστών. Από αυτά, ενδεικτικά ως τα πιο έγκυρα και πιο γνωστά αναφέρουμε τα http://www.1.rider.edu/~suler/pscyber/pscyber.html, του καθηγητή John Suler, http://www.best.com/~storm/htm στο οποίο δημοσιεύει άρθρα και έρευνες πάνω στο θέμα ο καθγητής Storm King και το http://www.coil.com/~grohol/html στο οποίο βρίσκεται το online Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής του καθηγητη John Grohol και εξυπηρετεί και την ιδιοκτησίας του ιδίου σχετική mailing list, η οποία αποτελεί το πιο γνωστό forum για θέματα Κυβερνοψυχολογίας (επιστροφή στο κείμενο)

90.- http://www.pitt.edu/~ksy/, διεύθυνση με πηγές το"The Insider's Guide to Mental Health Resources Online", Grohol J., 1997 και το "Psych Online 97 - Social and Applied Pscycology Edition", Wallace P., 1997(επιστροφή στο κείμενο)

91.- "Is the Internet Addictive, or Are Addicts Using Intenet?", King S. A., 1996, http//:best.com/~storm/iad/fulltext.html (επιστροφή στο κείμενο)

92.- "Pathological Internet Use: The Emergence Of A New Clinical Disorder", Young K., 1996, http://www.pitt.edu/~ksy/Wellcome.html (επιστροφή στο κείμενο)

93.- King S. A., op. cit. σελ. 7 (επιστροφή στο κείμενο)

94.- Η όλη συζήτηση και τα αποτελέσματά της εκτίθενται στη mailing list με τίτλο "Pscycology of the Internet: Research and Theory", του John Grohol, στη διεύθυνση http://www.cmhc.com/mlists/research και e-mail διεύθυνση research@cmhc.com(επιστροφή στο κείμενο)

95.- "A Comparison of Online, E-mail and In-Person Self-Help Groups Using Adult Children of Alcoholics as a Model", Phillips W., 1996, http://www.1.rider.edu/~suler/pscyber/acoa.html (επιστροφή στο κείμενο)

 

Βιβλιογραφία

 

Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία

 

Argyle Michael, Trower Peter, "Πρόσωπο με Πρόσωπο - Τρόποι Επικοινωνίας", ΨΥΧΟΓΙΟΣ, Αθήνα, 1981

Cadoz Claude, "Η Εικονική Πραγματικότητα", DOMINOS - Π. ΤΡΑΥΛΟΣ, Ε. ΚΩΣΤΑΡΑΚΗΣ, Αθήνα, 1997

Dertouzos Michael, "Τι Μέλλει Γενέσθαι", ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ - Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ, Αθήνα, 1988

Monet Dominique, "Multimedia", DOMINOS - Π. ΤΡΑΥΛΟΣ, Ε. ΚΩΣΤΑΡΑΚΗΣ, Αθήνα, 1996

Ένωση Ελλήνων Χρηστών Internet, "Σημειώσεις Κύκλου Σεμιναρίων Χρήσης Internet", Αθήνα, 1996

Foucault Michel, "Επιτήρηση και Τιμωρία - Η Γέννηση της Φυλακής", ΡΑΠΠΑ, Αθήνα, 1989

Gibson William, "Ο Νευρομάντης", AQUARIUS, Αθήνα, 1989

Gurevitch George, "Μελέτες για τις Κοινωνικές Τάξεις", GUTENBERG, Αθήνα, 1986

Guisnel Jean, "Πόλεμοι στον Κυβερνοχώρο", ΣΤΑΧΥ, Αθήνα, 1997

Kosko Bart, "Fuzzy Logic - Η Νέα Επιστήμη", ΛΕΞΗΜΑ, Αθήνα, 1997

Maisonneuve Jean, "Η Κοινωνική Ψυχολογία", ΔΑΙΔΑΛΟΣ - Ι. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ, Αθήνα, 1990

McLuhan Marshall, "Media: Οι Προεκτάσεις του Ανθρώπου", ΚΑΛΒΟΣ, Αθήνα, 1989

Ναυρίδης Κλήμης, "Κλινική Κοινωνική Ψυχολογία", ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα, 1994

Negroponte Nicholas, "Ο Ψηφιακός Κόσμος", ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ, Αθήνα, 1995

Παπαδάκη-Μιχαηλίδη Ελένη, "Η σιωπηλή Γλώσσα των Συναισθημάτων - Η μη Λεκτική Επικοινωνία στις Διαπροσωπικές Σχέσεις", ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, Αθήνα, 1997

Thompson John, "Νεοτερικότητα και Μέσα Επικοινωνίας", ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ, Αθήνα, 1998

Toffler Alvin, "Το Τρίτο Κύμα", ΚΑΚΤΟΣ, Αθήνα, 1982

Toennies Ferdinand, "Κοινότητα και Κοινωνία", ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΔΗΣ, (δεν αναφέρεται τόπος και ημερομηνία έκδοσης)

Weber Max, "Βασικές Έννοιες Κοινωνιολογίας", ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ, Αθήνα, 1983

Συλλογικός τόμος, "Η Κατασκευή της Πραγματικότητας και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης", επιμ. Ρ. Παναγιωτοπούλου, Π. Ρηγοπούλου, Μ. Ρήγου, Σ. Νοτάρης, ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, Αθήνα, 1998

 

Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία

 

Adamse Michael, Motta Shere, "Online Friendship, Chat-Room, Romance and Cybersex", HEALTH COMMUNICATION INC., Florida, 1996

Avillez Martin (edit.) "Being Online - Net Subjectivity", LUSITANIA PRESS, New York, 1996

Barlow Raymond, "The Crisis Of The Self in the Age of Information", ROUTLEDGE, London, 1994

Dery Mark, "Escape Velocity - Cyberculture at the End of the Century", HODDER & STOUGHTON, London, 1996

Featherstone M., Burrows R., (edit.), "Cyberspace / Cyberbodies / Cyberpunk", SAGE, London, 1995

Grohol M. John, "The Insider's Guide to Mental Health Resources Online", GUILFORD PRESS, London - New York, 1997

Harvey David, "The Condition of Postmodernity", BLACKWELL, Oxford, 1989

Heim Michael, "The Metaphysics of Virtual Reality", OXFORD UNIVERSITY PRESS, Oxford - New York, 1983

Jones Steven (edit.), "Virtual Culture - Identity and Communication in Cybersociety", SAGE PUBLICATIONS, London, 1997

LaBruzza Anthony, "The Essential Internet", JASON ARONSON INC., 1997

Meyrowitz Joshua, "No Sense of Place", OXFORD UNIVERSITY PRESS, 1985

Oravec Jo Ann, "Virtual Individuals, Virtual Groups", CAMBRIDGE UNIVERSITY PRESS, Cambridge, 1996

Porter David (edit.), "Internet Culture", ROUTLEDGE, London, 1997

Ravetz Jerome, Sarder Z., "Cyberfuturres", PLUTO PRESS, 1997

Rheingold Howard, "The Virtual Community", MIVERVA-MANDARIN, London, 1994

Ross Andrew, Penley Constance (edit.), "Tecnoculture", UNIVERSITY OF MINNESOTA PRESS, Minnesota, 1991

Shields Rob (edit.), "Cultures of the Internet", SAGE PUBLICATIONS, London, 1996

Slouka Mark, "War of The Worlds - The Assault on Reality", ABACUS, London, 1995

Turkle Sherry, "Life on the Screen", PHOENIX, London, 1995

Wallace M. Patricia, "Psych Online '97 - Social and Applied Psychology Edition", BROWN & BENCHMARK, Iowa, 1997

 

'Αρθρα

 

Μηλάτος Μάκης, "Όταν η Τεχνολογία Τρομάζει", ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, 7-6-1998

 

Ηλεκτρονικές Διευθύνσεις

 

Pixy Ferris Sharmila, "CMC Magazine - What is CMC? - An Overview of Scholarly Definition",
http://www.december.com/cmc/mag/1997/jan/ferris.html, 1997

December John, "CMC Magazine - What is CMC? -Notes of Defining Computer Mediated Communication"
http://www.december.com/cmc/mag/1997/jan/december.html, 1997

Gold A. Jennifer, "Does CMC Present Individuals with Disabilities, Opportunities or Barriers?"
http://www.december.com/cmc/mag/1997/jan/gold.html, 1997

Wende Phillips, "A Comparison of Online, E-mail and In-person Self-Help Groups, Using Adult Children of Alcoholics as a Model",
http://www.1.rider.edu/suler/psycyber/acoa.html, 1996

Suler John, "The Palace Study - On Being God",
http://www.1.rider.edu/suler/psycyber/jbum.html, 1996

Garth Garry, "A Domain Where Thoughts is Free to Roam: The Social Purpose of Community Networks",
http://www.panizzi.shef.ac.uk/community/canada.html, 1995

King Storm, "Is the Internet Addictive or Are Addicts Using Internet?" http://www.best.com/storm/iad/fulltext.html

Perrault Jean Francois (interview to John Suler), "Cyber Romance",
http://www.1.rider.edu/suler/psycyber/buinterview.html, 1996

Suler John,
http://www.1.rider.edu/suler/psycyber/psycyber.html

King Storm, http://www.best.com/storm.html

Grohol John, http://www.coil.com/grohol/html

Center for Internet Addiction Online, http://pitt.edu/usy/

Mailing List for Online Therapy,
http://www.cmhc.com/mlists/research

 
Back to "Academic"...